Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013
"Ρωμαῖος - Ρωμηὸς καὶ Ρωμηοσύνη"
"Ρωμαῖος
- Ρωμηὸς καὶ Ρωμηοσύνη"
Μ.Κ.Ο. «Ρωμηοσύνη»
- 1ο Διεθνὲς Συνέδριο μὲ θέμα «Ἡ Ρωμηοσύνη διαμέσου
τῶν αἰώνων»
30 Μαΐου 2009
Εἰσηγήτρια: κ. Μαρία Μαντουβάλου, Ἀν. Καθηγήτρια
Φιλοσοφικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Θέμα: «Ρωμαῖος - Ρωμηὸς καὶ Ρωμηοσύνη»
Ἐπιχειρεῖται ἀπὸ ὁρισμένους ἐρευνητὲς
ἡ ἄσκηση προπαγάνδας, μὲ χρήση τὶς ἐθνικὲς ὀνομασίες τῶν Ἑλλήνων, προκειμένου νὰ
ἀμφισβητηθεῖ ἡ ἐθνική τους ταυτότητα. Παρασιωποῦν, ἐπίσης, ὅτι πίσω ἀπὸ τὶς
συσσωρευμένες καὶ ταυτόχρονα διαχρονικὰ ἐκφραζόμενες ἐθνικὲς ὀνομασίες, ὅπως ''Ρωμαῖος'',
''Ρωμιός'', ''Γραικός'', ''Ἕλληνας'', ὑποβόσκουν, ἀπὸ ποικιλώνυμους ξένους
δυτικούς, Βαλκάνιους, Ρώσσους (Μόσχα, Τρίτη Ρώμη), Γερμανοὺς (ἀντιποίηση τίτλου:
Imperator Romanorum) κ.ἄ., διεκδικήσεις ἐδαφικὲς καὶ κληρονομικὰ δικαιώματα πάνω
κυρίως στὰ ἐδάφη τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, ἀλλὰ καὶ τῆς Τουρκοκρατούμενης
καὶ ἀργότερα ἀπελευθερωμένης Ἑλλάδας.
Ἡ Ρωμανία ἀποτελοῦσε τὸ χρυσόμαλλο
δέρας γιὰ πολλοὺς διεκδικητὲς καὶ οἱ ἐπιλεκτικὲς κάθε φορὰ ὀνομασίες τῶν Ἑλλήνων
ἀπ' αὐτοὺς σηματοδοτοῦσαν καὶ τὶς διπλωματικές τους μηχανορραφίες. Αὐτὸ φαίνεται
καλύτερα ἀπὸ τὶς ἐπανειλημμένες προσπάθειες νὰ ἀμφισβητηθεῖ ἡ συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ
καὶ νὰ ἀπαλειφθεῖ παντελῶς ἀπὸ τὴν ἐθνικὴ συνείδηση ἡ ρωμαϊκή συνείδησις, δηλαδὴ
ἐκείνη τοῦ πολίτου τῆς Αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης, ποὺ κακόβουλα ὀνόμασαν μετὰ
τὴν Πτώση Βυζάντιο.
Οἱ Ἕλληνες δὲν χρειάσθηκε νὰ πλάσσουν
ἐθνικὴ ταυτότητα, γιατὶ ποτὲ δὲν εἶχαν ἀμφισβήτηση γιὰ τὴν διαχρονική τους συνείδηση,
ποὺ ἦταν ἑλληνική, ρωμαϊκή, γραικική. Πολλοὶ μάλιστα Ἕλληνες συγγραφεῖς τοῦ ΙΗ΄
αἰώνα ἀδιαφοροῦν τελείως γιὰ τὴ χρήση τῶν ἐθνικῶν ὀνομάτων. Ἡ Ὀρθοδοξία καὶ ἡ
γλῶσσα, παράλληλα πρὸς τὴν διδασκαλία ὅλης τῆς Γραμματείας ἀπὸ τὸν Ὅμηρο μέχρι
τὰ Μαρτυρολόγια, σηματοδοτοῦσαν, ἀβίαστα τὴν ἑλληνορωμαϊκὴ καὶ γραικικὴ ταυτότητα,
χωρὶς ἰδιαίτερα προβλήματα.
Τὰ προβλήματα στὸ θέμα τῶν ἐθνικῶν
ὀνομασιῶν τῶν Ἑλλήνων προῆλθαν ἀπὸ τὶς ἐπιλογὲς τῶν ξένων «ἐρευνητῶν» τοῦ Ἑλληνισμοῦ
καὶ τοὺς ὀπαδοὺς αὐτῶν στὴν Εὐρώπη.
Ἔτσι, ἀνάλογα μὲ τὸ ἐξωτερικὸ
ρεῦμα «φιλελληνικὸ» ἢ «φιλογραικικό», ποτὲ «φιλορωμαϊκό», δηλαδὴ «φιλοβυζαντινό»,
ἀκολούθησαν καὶ οἱ ἐξωτερικὲς προσαρμογές, γιατὶ οἱ ἐσωτερικὲς συνειδησιακὲς ἦταν
μόνιμες καὶ σταθερὲς μὲ σαφὴ γνώση καὶ τοῦ χώρου καὶ τῶν ἐθνικῶν καταβολῶν. Τὸ
γεγονὸς ὅτι ἀναγκάζονται οἱ Ρωμαῖοι τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας τῆς Ἀνατολῆς νὰ ἀπολογοῦνται
γιὰ τὰ ὀνόματά τους ἀποδεικνύει τοὺς πολλοὺς σφετεριστές, κυρίως τῆς Δύσης, οἱ ὁποῖοι
καὶ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση διεκδικοῦσαν τὸν Ἑλληνικὸ θρόνο, ὡς διάδοχοι καὶ
κληρονόμοι τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας.
Ἀποτελεῖ ἀνακρίβεια ἡ ἄποψη ὅτι
οἱ συντηρητικοὶ χρησιμοποιοῦν τὸν ὅρο ''ρωμαῖος'', ''ρωμιοσύνη'', ἐνῶ οἱ
προοδευτικοὶ καὶ «διαφωτιστὲς» τὸν ὅρο ''Ἕλληνας'' ἢ ''Γραικός''. Μὲ μεγάλη εὐχέρεια
π.χ. γράφει ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος: «ἡμεῖς Ἕλληνες ὄντες» καὶ μάλιστα σὲ ἕνα
καθαρὰ δογματικὸ κείμενο. Στὸ ἴδιο ἔργο χρησιμοποιεῖ τὸν ὅρο ''Γραικοὶ'' καὶ μὲ
τὴν ἴδια εὐχέρεια σὲ ἄλλο ἔργο του ἀναφέρει ''Ρωμαίους'' καὶ ''γῆ τῶν Ρωμαίων''
: Εἶναι ἄπειρο πλῆθος οἱ ἀναφορὲς σὲ ''Ρωμαίους'' καὶ ''Ρωμιοσύνη'', παράλληλα
μὲ τὴν ἀβίαστη χρήση τῶν ὅρων ''Ἑλλάδα'' καὶ ''Ἕλληνες'', σὲ ὅλη τὴν περίοδο τῆς
Τουρκοκρατίας, ἀλλὰ καὶ στὴ σύγχρονη Ἑλλάδα. Ὁ Κ. Κούμας, σὲ ἔργο του, γράφει
γιὰ βιβλία: «εἰς τὴν τῶν Ρωμαίων ἐρμηνευθέντα φωνήν», «ὑπὸ διαφόρων [ἐκδοθέντα]
Ρωμαϊστὶ ἅμα καὶ Ἑλληνιστὶ» καὶ τὸ ἀφιερώνει στοὺς Ζωσιμᾶδες «ὅτι τὴν ΕΛΛΑΔΑ
διατελοῦσιν εὐεργετοῦντες» .
Ὁ Κύπριος Καγγελάριος τῆς Τεργέστης
Χριστόφορος Κόνιαλης (1806) θὰ γράψει Ὑποθῆκες γιὰ τὸ γένος τῶν Γραικῶν τῆς
Τεργέστης. Σὲ χειρόγραφα τῆς Ἁγίας Τριάδος Χάλκης διαβάζουμε: «Διήγησης ψυχωφελὴς
μετενεχθεῖσα ὑπὸ τῆς τῶν Αἰθιόπων ἐσωτέρας χώρας εἰς τὴν ρ ω μ α ί ω ν γ ῆ ν,
καὶ μεταβληθεῖσα ὑπὸ τῆς Αἰθιόπων διαλέκτου ἐπὶ τὴν Ἑλληνικὴν γλώσσαν, παρὰ Ἰωάννου
μοναχοῦ τοῦ Δαμασκηνοῦ».
Βέβαια ἡ λέξη ''Ἑλλὰς'' ἀρχίζει
νὰ χρησιμοποιεῖται, μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Φράγκους, χωρὶς
νὰ σημαίνει εἰδωλολατρία, ἀφοῦ ὁ Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις ὀνομάζει τὶς ἀνατολικὲς ἐπαρχίες
τοῦ κράτους του ''Ἑλληνικὸν'' ἢ ''Ἑλλὰς'' καὶ ὁ ὅρος ''Ρωμαῖος'' ἐξακολουθεῖ νὰ
ἔχει εὐρύτερο περιεχόμενο, συνδεόμενο περισσότερο μὲ τὴν πολιτικὴ παρὰ τὴν
πολιτιστικὴ ἰδέα.
Στὴν Τουρκοκρατία μεταφέρονται ὀνομασίες
καὶ θεσμοὶ ἀπὸ τὸ Βυζάντιο καὶ μάλιστα αὐτοὶ ποὺ θεμελιώνονται μετὰ τὴν
Φραγκοκρατία (1204-1261), ὅπως ὁ θεσμὸς τῶν καθολικῶν κριτῶν τῶν Ρωμαίων, ὅπου
τὸ δίκαιον εἶναι καὶ ὑπόθεση τῆς Ἐκκλησίας.
Φυσικὴ ἡ συνέχεια ἀπὸ τὸ Βυζάντιο
στὴν Τουρκοκρατία καὶ στὰ ὀνόματα. Ἔτσι, π.χ., ὁ Εὐγένιος ὁ Αἰτωλὸς (1597-1682)
ἀβίαστα κάνει λόγο γιὰ τὴν ''Ἑλλάδα'', ποὺ τὴν ἀποκαλεῖ ''περίφημον'' καὶ τοὺς
συγχρόνους του συμπατριῶτες ὀνομάζει ''Ἕλληνες''. Βέβαια, στὰ πλαίσια τῆς
διπλωματίας ἡ ἐπιστημονικὴ ἀλήθεια τῶν ἐθνικῶν ὀνομάτων ὑποχώρησε γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει
ἀλλότρια σχέδια καταγωγῆς, ὅπως αὐτὸ τοῦ Φαλμεράϋερ.
Οἱ Ἕλληνες - Ρωμιοί, ἐν τούτοις,
συνέχισαν τὴν αὐτογνωσία τους, ἀδιαφορῶντας γιὰ τὶς αὐθαίρετες μισελληνικές,
μισορωμαϊκὲς θεωρίες καὶ ἀντ' αὐτῶν μνημόνευαν ἀκόμη καὶ τὸ περίφημο Πάριο μάρμαρο,
ποὺ βρέθηκε στὴν Πάρο τὸ 1627, στὸ ὁποῖο γίνεται λόγος γιὰ: ''Ἕλληνες τὸ πρότερον
Γραικοὶ καλούμενοι''.
Σὲ ὅλη τὴν Τουρκοκρατία συναντοῦμε
συγγραφεῖς, ποὺ, προκειμένου νὰ ἑρμηνεύσουν τὴν ἐπωνυμία ''Ρωμαῖος'' ἀνατρέχουν
στὴ βυζαντινὴ ἱστορία, ὅπως ὁ Π. Κοδρικᾶς ποὺ γράφει: «Διὰ τῆς μεταθέσεως τοῦ αὐτοκρατορικοῦ
θρόνου τῶν Ρωμαίων εἰς Κωνσταντινούπολιν, ''Ρ ω μ α ῖ ο ι'' οἱ Ἕλληνες μετωνομάσθησαν
καὶ ὅλοι οἱ Ρωμαῖοι ἐν γένει Χριστιανοὶ ἀνεκηρύχθησαν. Οἱ εἰς αὐτὴν τὴν ἐθνικὴν
ἐπωνυμίαν συμπεριλαμβανόμενοι Ἕλληνες, ἂν ὡς Ρωμαῖοι ἔχασαν τὴν πολιτικὴν
βασιλείαν, ὡς Χριστιανοὶ ὅμως ἐφύλαξαν τὴν ἐθνικήν των ὁλοκληρίαν. Ὅθεν τὸ Ἑλληνικὸν
Γένος, διὰ τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως διεσώθη ἀκέραιον. Ἡ πολιτική του κατάσταση ἄλλαξε»
.
Ὁ Μανώλης Τριανταφυλλίδης γράφει
ὅτι τὸν ἐ ξ ε λ λ η ν ι σ μ ὸ τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους «συμπαρακολουθεῖ καὶ ἡ ἑλληνικὴ
ὀνομασία ''Ρωμαῖος'' - ''Ρωμιός''. Ἔτσι, ἡ παλιὰ λατινικὴ λέξη, ποὺ ἀπὸ ἐθνικὴ
εἶχε πάρει πολιτικὴ σημαςία, ξαναπῆρε στὰ ἑλληνικὰ ἐθνογραφικὴ σημασία καὶ σήμανε
τὸν ''Ἕλληνα''. Ὁ Λάμπρος Κατσώνης λέει γιὰ τὸ στρατό του (προκήρυξη 1792): «Ἐξακουστὸν
ἀριθμὸν Ρωμαίων στρατιωτῶν, ὅπου παριστῶσι τὸ Ἑλληνικὸν γένος», καὶ ὁ Θανάσης
Διάκος, ὅταν τὸν ρωτοῦν:
- «Γίνεσαι Τοῦρκος βρὲ παπᾶ; Κι
ὅλα στὰ συμπαθάω», ἀπαντᾶ:
- «Ρωμιὸς ἐγώ γεννήθηκα, Ρωμιὸς
θε νὰ πεθάνω» *.
Βέβαια, τὸ ὄνομα ''Ρωμαῖος'' - ''Ρωμιός'',
ὡς ἐθνικὴ ἐπωνυμία, ἀντιμετωπίστηκε συχνὰ μὲ περιφρόνηση, κυρίως ἀπὸ τὸν Κοραῆ,
τὸν Κ. Ἄμαντο, τὸν Γεώργιο Σωτηριάδη, ποὺ ἔγραψε ἀρνητικὴ κριτικὴ γιὰ τὴν Ἱστορία
τῆς Ρωμιοσύνης τοῦ Ἀργ. Ἐφταλιώτη (Ἐφημ. Ἀκρόπολις, 5.8.1901), τὸν Σπυρ. Ζαμπέλιον
καὶ τὸν Γ.Ν. Χατζιδάκι. Ὁ τελευταῖος ἔγραφε: «Πάντες ἐπιστάμεθα ὅτι μετὰ τοῦ ὀνόματος
''Ρωμαῖος'', ''Ρωμαίικο'', συνάπτεται σήμερον παρ' ἡμῖν πάσα πολιτικὴ καὶ
κοινωνικὴ ἀτασθαλία καὶ ἀκοσμία πρβλ. ''δὲ θὰ φτειάσωμε τώρα τὸ Ρωμαίικο'' κ.ἄ.»
καὶ συνεχίζει λέγοντας: «Δὲν ἐξετάζω τὴν αἰτίαν τοῦ ἐξευτελισμοῦ τῆς ἄλλοτε
περιδόξου καὶ πολυζήλου ὀνομασίας ταύτης» καὶ ἐπιτίθεται μὲ σφοδρότητα στοὺς
συμβουλεύοντες νὰ ὀνομαζόμαστε ''Ρωμαῖοι''.
Πάντως, κατὰ τὴν Τουρκοκρατία, ὅπως
καὶ σήμερα, εἶναι ἰσάξια τὰ ὀνόματα ''Ἕλλην'', ''Ρωμαῖος'', ''Γραικός''. Στὸ θρῆνο
καὶ κλαυθμὸ τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Ματθαίου Μυρέων ἀπαντοῦν καὶ οἱ τρεῖς ἐπωνυμίες:
«Ἀλλοίμονον, ἀλλοίμονον ‘ς τὸ γένος τῶν Ρωμαίων
Ὥ πῶς ἐκαταστάθηκε τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων.
Σ' ἐμᾶς, εἰς ὅλους τοὺς Γραικοὺς νὰ ἔλθη τούτ' τὴν ὥρα»
Ἀδικαιολόγητα, νομίζω, λοιπόν, ὁ
Κωνσταντῖνος Ἀμάντος, ὅπως ὁ Γεώργιος Χατζιδάκις, ἱσχυρίζεται ὅτι «Εἰς νεοτέρους
χρόνους ἐπεζητήθη, κακῶς, ἡ ἐπίσημος ἀντικατάστασις τοῦ ὀνόματος ''Ἕλληνες'' καὶ
''Ἑλλὰς'' διὰ τοῦ ''Ρωμιὸς'' καὶ ''Ρωμιοσύνη''. Τὸ ὄνομα ''Ρωμιὸς'' δὲν ἐδόθη,
διότι οἱ Ἕλληνες ἤλλαξαν ἐθνολογικῶς καὶ ἔγιναν Ρωμαῖοι».
Ἀντίθετα, ὁ Ἑλληνολάτρης ποιητὴς
Κωστῆς Παλαμᾶς βρίσκεται, ὅπως μᾶς βεβαιώνει, μέσα στὴ Ρωμιοσύνη, εἶναι σπλάχνο
της καὶ γράφει καὶ τὸ ἄρθρο ''Ρωμιὸς καὶ Ρωμιοσύνη'' (Ἄπαντα 6, σ. 273) ὑποστηρίζοντας
ὅτι ''Ρωμιὸς'' καὶ ''Ρωμιοσύνη'' καὶ ''Ἕλλην'' καὶ ''Ἑλληνισμὸς'' εἶναι ὀνόματα
ἐθνικὰ καταξιωμένα ἀπὸ τὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας. Οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες εἶναι ἀπόγονοι
καὶ τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ τῶν Βυζαντινῶν.
Ὀρθὰ παρατηρεῖ ὁ καθηγητὴς
Παναγιώτης Χρήστου, γιὰ τὶς μονομερεῖς ἀντιδράσεις ἀπέναντι στὶς ἐθνικὲς ὀνομασίες,
ὅτι σ' αὐτὲς μποροῦμε νὰ διακρίνουμε ἐνσυνείδητη ἢ ἀσυνείδητη ἐπίδραση τῆς θεωρίας
γιὰ πλήρη ἀλλοίωση τοῦ ἐθνικοῦ χαρακτήρα τῶν κατοίκων τῆς Ἑλλάδας, θεωρία ποὺ
προβλήθηκε ἀπὸ Αὐστριακούς, Γερμανοὺς καὶ Σλαύους ἱστορικοὺς μὲ πολιτικὲς ἐπιδιώξεις
καὶ προκαταλήψεις.
Ἡ ἀνάπτυξη τῶν «φιλελληνικῶν»
κινημάτων τῆς Εὐρώπης ἀποκαλύπτει καὶ τὶς πραγματικὲς προθέσεις της, νὰ τεθεῖ τέρμα
δηλαδὴ στὴ μνήμη τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, μὲ τὸν ὑπερτονισμὸ τῆς
κλασικῆς Ἑλλάδας.
Εἶναι χαρακτηριστικὰ ὅσα γράφει
ὁ πρεσβύτερος Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος: «Ἡ ἀναγέννησις τῶν κλασσικῶν σπουδῶν καὶ ἡ
κίνησις τοῦ ἀνθρωπισμοῦ ἐξηπλώθη εἰς ὁλόκληρον τὴν Γερμανίαν... καὶ ἐξειλίχθη εἰς
εἶδος θρησκευτικοῦ κινήματος, τὸ ὁποῖον ἔστρεφε βαθμιαίως τὴν προσοχὴν τῆς
γερμανικῆς διανοήσεως εἰς τὴν ἀρχαίαν Ἑλλάδα... τοῦτο ὡδήγησε εἰς τὴν συσχέτισιν
τοῦ Χριστιανισμοῦ μετὰ τοῦ κλασσικοῦ ἀνθρωπισμοῦ» καὶ ἐπιλέγει αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀποκαλυπτικὸ
τῶν προθέσεων ὄχι μόνο τῶν Γερμανῶν ἀλλὰ ὅλης τῆς Εὐρώπης ἀπέναντι στὴ Βυζαντινὴ
Αὐτοκρατορία. Γράφει: «Ὁ θαυμασμὸς γιὰ τὴν ἀρχαίαν Ἑλλάδα [τῶν Γερμανῶν] συνεδέθη
μὲ τὴν θλίψιν διὰ τὰ δεινὰ τῶν Νεοελλήνων». Τὸ Βυζάντιο, λοιπόν, ὁ ἐνδιάμεσος
ρωμαίικος κρίκος τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας τῶν Ἑλλήνων, ἀγνοήθηκε ἐπιδεικτικά.
Τελείως ἀντιεπιστημονικὰ τὰ
σχετικὰ δημοσιεύματα τοῦ Βυζαντινολόγου Πανεπιστημιακοῦ Νικολάου Τωμαδάκη, ὁ ὁποῖος,
μὲ πλήρη ἱστορικὴ καὶ φιλολογικὴ ἄγνοια, γράφει γιὰ τὸν καθηγητὴ τῆς Δογματικῆς
καὶ τοῦ Ποιμαντικοῦ τομέα τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ἰωάννη Ρωμανίδη, τὰ ἀκόλουθα:
«Ἐσχάτως, ἱερώμενος εἰσήγαγεν τὸν ἀνύπαρκτον ὅρον ''Ρωμιοσύνη'', ὁ δὲ ὅρος ''Ρωμιοσύνη''
υἱοθετήθη ἀπὸ κουλτουριάρηδες καὶ καραγκιοζολόγους καὶ τινας θεολόγους».
Τί ἔγραφε ὅμως ὁ Ρωμανίδης; Ἂς
τὸ δοῦμε: «Οἱ Νεοέλληνες ἐπέτρεψαν εἰς τὴν Φραγκιὰν νὰ γράψη τὴν ἱστορία τῆς
Ρωμαιοσύνης καὶ νὰ ἐρμηνεύση τὸ πνεῦμα Αὐτῆς, ὅπως ἐκείνη τὸ κατανοεῖ καὶ ὅπως
συμφέρει εἰς ἐκείνην. Ὁ Ρωμηός, γενόμενος Νεογραικός, ὅπως τὸν θέλει ἡ Φραγκιά,
ἔπαυσε νὰ εἶναι Ρωμηός καὶ ὅπως ὁ Φράγκος διδάσκαλός του, οὔτε κατανοεῖ οὔτε ὀμιλεῖ
πλέον τὰ Ρωμαίϊκα. Ἡ καρδιὰ καὶ τὸ πνεῦμα τῆς Ρωμηοσύνης εἶναι ἡ μία καὶ ἑνιαία
Πατερικὴ θεολογία καὶ πνευματικότης, ἡ ὁποία ταυτίζεται πρὸς ἐκείνην τῆς Ἁγίας
Γραφῆς», καὶ προσθέτει «ταυτίζονται σαφῶς τὸ ''Ρωμαῖος'' καὶ ''Ἕλλην''».
Θὰ κλείσω αὐτὴ τὴ σύντομη περιήγηση
μὲ τὸ δίστιχο τοῦ Παλαμᾶ ἀπὸ τὶς Πατρίδες, ποὺ τὸ βάζει moto στὸ ἄρθρο του ''Ρωμιὸς
καὶ Ρωμιοσύνη'' :
«Κρυμμένη στὴν πολύπαθη τὴ Ρωμιοσύνη
Σὰ νὰ ξανοίγω τὴ βασίλισσα Ἑλλάδα»
Καὶ ὁ Σεφέρης ἔχει μόνιμα στὰ
χείλη τὸν καημὸ τῆς Ρωμιοσύνης. Διαβάζω ἀπὸ τὸ «Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος μιλᾶ»:
«Γιὰ μᾶς ἦταν ἄλλο πράγμα ὁ πόλεμος γιὰ τὴν πίστη τοῦ
Χριστοῦ
καὶ γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου καθισμένη στὰ γόνατα τῆς
Ὑπερμάχου
Στρατηγοῦ,
ποὺ εἶχε στὰ μάτια ψηφιδωτὸ τὸν καημὸ τῆς Ρωμιοσύνης,
ἐκείνου τοῦ πέλαγου τὸν καημὸ σὰν ἧβρε τὸ ζύγιασμα
τῆς καλοσύνης»
Συμπεράσματα
Ἀποτελεῖ ἠθελημένη παραχάραξη τῆς
ἱστορικῆς ἀλήθειας, ὅσα γράφουν οἱ αὐτόκλητοι δικολάβοι τοῦ «Διαφωτισμοῦ», φιλόσοφοι,
πολιτικοὶ ἐπιστήμονες κ.ἄ. ὅπως π.χ. ὁ Πασχάλης Κιτρομηλίδης ποὺ μᾶς διαβεβαιώνει
ὅτι:
«Μία εὐκρινὴς ἑλληνικὴ ἐθνικὴ
συνείδηση, εἶχε ἐκτοπίσει τὴν κοινὴ ὀρθόδοξη χριστιανικὴ συνείδηση ποὺ οἱ Ρωμαῖοι
τῆς Ἀνατολῆς εἶχαν κληρονομήσει ἀπὸ τὸ Βυζάντιο. Ὁ προσδιορισμὸς τῆς πολιτικῆς
κοινότητας ὑπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ πολιτικοῦ οὐμανισμοῦ προβαλλόταν σὲ ἀντίθεση πρὸς
τὸν ἱεραρχικὸ προστατευτισμὸ τῆς χριστιανικῆς μοναρχίας. Μία σύγχρονη ἐκκοσμικευμένη
παιδεία, βασισμένη στὴν ἀναβίωση τοῦ κλασικοῦ ἀνθρωπισμοῦ, προβαλλόταν ὡς ὑποκατάστατο
τῆς παραδοσιακῆς θρησκείας στὸν ὁρισμὸ τῆς κοινωνικῆς ἠθικῆς καὶ ὡς ἐννοιολογικὸ
πλαίσιο αὐτογνωσίας» καὶ συνεχίζει ὁ ἴδιος:
«Ὁ νέος δημοκρατικὸς ἐθνικισμός,
γεννημένος ἀπὸ τὸν κοσμοπολιτισμὸ τοῦ Διαφωτισμοῦ, τὸν ὁποῖο τόσο πολὺ τιμοῦσε ὁ
Κοραῆς, ἔγινε ἔτσι ἡ πνευματικὴ μήτρα γιὰ τὴν ἀποτίμηση τοῦ παρελθόντος, τὴν
κριτικὴ τοῦ παρόντος καὶ τὸν ὁραματισμὸ τοῦ μέλλοντος τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους. Ὁ
Κοραῆς εἶχε βοηθήσει νὰ δοθεῖ ὁριστικὴ πολιτικὴ ἔκφραση στὶς ἀναζητήσεις ἑνὸς αἰώνα
κοινωνικῆς ἀλλαγῆς καὶ πολιτισμικῆς ἀνανέωσης. Στὴν πραγματικότητα θὰ μποροῦσε
νὰ θεωρηθεῖ ὁ πνευματικὸς θεμελιωτὴς τοῦ νέου ἔθνους.
Ἡ πολιτικὴ του θεωρία δὲν ἀντιπροσώπευε
ἁπλῶς τὴν ὑπέρβαση τῆς παραδοσιακῆς ἰδεολογίας, ἀλλὰ καὶ συνέδεσε τὴν ἑλληνικὴ
συνείδηση μὲ τοὺς πιὸ προωθημένους προσανατολισμοὺς τῆς εὐρωπαϊκῆς κοινωνικῆς
σκέψης, ἡ ὁποία εἶχε ἀναδυθεῖ ἀπὸ τὴ διαλεκτικὴ τοῦ Διαφωτισμοῦ» . Ἐδῶ τελειώνει
τὸ παράθεμα.
Ὡστόσο, ὅλοι οἱ στρεβλωτὲς τῆς ἀλήθειας,
Ἕλληνες κατ' ὄνομα, ἐρευνητὲς καὶ ὀπαδοὶ τοῦ λεγόμενου «Διαφωτισμοῦ», γνωρίζουν
πολὺ καλὰ ὅτι δὲν ὑπῆρχε ἀμφιβολία γιὰ τὴν ἐθνικὴ συνείδηση, ἀφοῦ ὅπως εἶπα,
χρησιμοποιεῖται ἡ ἐθνικὴ μας ὀνομασία καὶ στὶς τρεῖς ἐκδοχές της: ''Ἕλληνας'', ''Ρωμιός'',
''Γραικός''.
Ἂν ἐπιμένουν περισσότερο σὲ ὅλη
τὴν Τουρκοκρατία - ἀκόμη μέχρι καὶ σήμερα - , ὅπως καὶ σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς
Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας νὰ προτιμοῦν τὸ ὄνομα ''Ρωμιός'', αὐτὸ γίνεται γιὰ νὰ
τονισθεῖ ἡ ἀντίθεση τόσο τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ Ρωμιοῦ ἀπέναντι στὴν εἰδωλολατρία
τοῦ Ἕλληνα τῆς κλασσικῆς περιόδου, ὄχι τοῦ Ἕλληνα τῆς ἐποχῆς τους, μὲ τὸν ὁποῖο
ὑπῆρχε ἀπόλυτη ταύτιση καὶ σαφὴς προσανατολισμός, ποὺ ἦταν ἡ ἀνάσταση τῆς
ρωμαϊκῆς βασιλείας, ὅσο καὶ ἡ ἀγωνιστικὴ ἀντιπαράθεση ἀπέναντι στὰ σχέδια τῆς Δύσης,
ποὺ μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἀναβίωσης τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας ἤθελε μὲ κάθε τρόπο νὰ
συκοφαντήσει τὴν Ἑλληνικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, ποὺ ὕπουλα τὴν εἶχε βαφτίσει
βυζαντινή, προκειμένου νὰ ἀποκόψει παντελῶς τοὺς Ἕλληνες ἀπὸ τὶς ὀρθόδοξες ρίζες
τους καὶ νὰ μείνει αὐτὴ μοναδικὴ κληρονόμος μὲ ἄνομο σφετερισμὸ καὶ παράλληλο ἐκτοπισμὸ
τῆς Ρωσσίας, ἡ ὁποία μὲ τὸ ὅραμα τῆς Μόσχας, ὡς τρίτης Ρώμης, ἐργαζόταν γιὰ τὴν
ἀνασύσταση τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, πρὸς ἴδιον βέβαια ὄφελος. Αὐτὸ τὸ γνώριζαν
οἱ Ἕλληνες καὶ γι' αὐτὸ μετὰ τὴν ἀποτυχία τῶν Ὀρλωφικῶν (1774) ἔγραφαν, χωρὶς βέβαια
νὰ χάνουν τὴν πίστη τους στὸ μέλλον, ὅτι:
«Ἂν λοιπὸν εἰς καιρὸν διωρισμένον
ἀπὸ τοὺς χρησμούς, καὶ μετὰ τοσαύτας καὶ τηλικαύτας νίκας τῶν Μοσχόβων κατὰ τῶν
Ὀθωμανῶν, δὲν ἠλευθερώθημεν οἱ Ρωμαῖοι δύσκολον πολλὰ τὸ νὰ γένη εἰς τὸ ἑξῆς ἡ ἀνάστασις
τῆς ρωμαϊκῆς βασιλείας».
Λίγα χρόνια πρίν, τὸ 1749, ὁ ἐκδότης
Ἀθανάσιος Σκιαδᾶς, ἀφιερώνει τὴν μετάφραση τῆς Ἀρχαίας ἱστορίας τοῦ Rollin εἰς
τὸ ἔνδοξον Γένος τῶν Ρωμαίων «διότι διηγεῖται τὰ ἔνδοξα καὶ λαμπρὰ κατορθώματα
τῶν περιφανῶν τέκνων σου, τοῦ πολυθρυλήτου γένους τῶν Ἑλλήνων».
Ἐπίσης πολὺ νωρίτερα, τὸ 1590,
σὲ γράμμα τοῦ Κύπριου μοναχοῦ Λεόντιου Εὐστρατίου πρὸς τὸν Ἑλληνιστὴ Μαρτῖνο
Κρούσιο, ἀναφέρεται ἔμμεσα σὲ μία ἀφήγησή του πρὸς αὐτόν, στὴν περίοδο τοῦ Πατριαρχείου
Κων/πόλεως τῶν ἐτῶν 1580 - 1590 καὶ ἐκεῖ γράφει γιὰ: «Ἑλληνικὰς τῶν νεωτέρων Ἱστορίας,
τὰς τῆς ἀτυχοῦς Ἑλλάδος τύχας, τὰ τύραννα καὶ ἀσεβῆ σκῆπτρα τῆς Βυζαντίδος,
Γραικῶν ἐκκλησία, νεανίσκους Ἕλληνας»..., χωρὶς δισταγμὸ μήπως κάποιος δὲν
καταλάβει γιὰ ποιοὺς γράφει καὶ μᾶς πληροφορήσει γιὰ ἐκτόπιση τῆς ὀρθόδοξης
συνείδησης, ὅπως εἴπαμε παραπάνω.
*
Βλέπε σχετικά ἀπό
τό:
http://www.antifono.gr/portal/Κατηγορίες/Ελλάδα-Ιστορία-ΓεωΠολιτική/Άρθρα/3372-Το-ψευδεπίγραφο-Βυζάντιοc-η-ιστορική-τεκμηρίωση-κι-οι-σοφιστείες-των-σοφιστών.html
«........... Το έψαξα λίγο και
μάλλον είναι πιο πιθανό το αυθεντικό τραγούδι να έλεγε «Ρωμιοί», αντί
"Έλληνες" και "Γραικοί".
Στο ίδιο τραγούδι υπάρχει κι ο
γνωστός στίχος "Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός, Γραικός θενά 'ποθάνω"
(που μνημόνευσες άλλοτε σε σχόλιό σου στο «Αντίφωνο»), όπως τον δημοσιεύει
πρώτος ο Fauriel το 1825 και τον αναδημοσιεύουν πολλοί έκτοτε. Αυτός ο στίχος
είναι ένα μοτίβο που υπάρχει και στο τραγούδι του παπα-Θύμιου Βλαχάβα, ο οποίος
το 1810 απαντά στον Αλή Πασά: «Εγώ Ρωμιός γεννήθηκα, Ρωμιός θε να πεθάνω».
Ευτυχώς αυτό το τραγούδι δεν το
δημοσίευσε ο Fauriel, γιατί αν το έκανε, μάλλον κι εδώ θα διαβάζαμε
"Γραικός" αντί "Ρωμιός", αλλά ο Passow το 1860.
Στη
συυλογή των δημοτικών τραγουδιών του Fauriel απαντά μόνο η λέξη
"Γραικός" ενώ απουσιάζει το "Ρωμιός".
Ίσως διαφωτιστικά είναι όσα
γράφει στην εισαγωγή του σχετικά με τις πηγές του που είναι: 1) η προσωπική
συλλογή του Αδ. Κοραή, 2) φίλοι του Κοραή από την Ελλάδα, που του έστειλαν όσα
βρήκαν και 3) Έλληνες «εργατικοί» που συνάντησε στην Βενετία. Επίσης, στις
σημειώσεις του για το τραγούδι του Αθ. Διάκου παραδέχεται (τομ. 2 σελ. 33) πως
κατείχε και δεύτερη παραλλαγή από όπου «συνδύασε» μερικά στοιχεία.
Αν λάβουμε υπ' όψιν την απέχθεια
του Κοραή για τον όρο "Ρωμιός" και την υπέρ του όρου
"Γραικός" προπαγάνδα του και τη μαρτυρία του Fauriel για τη δεύτερη
παραλλαγή, μάλλον καταλαβαίνουμε γιατί το ίδιο μοτίβο στο τραγούδι του Βλαχάβα
έχει τη λέξη «Ρωμιός», ενώ σ’ αυτό του Διάκου «Γραικός». Φαίνεται πως, από τις
δύο παραλλαγές που είχε ο Fauriel, προτίμησε αυτήν του Κοραή ή των φίλων που
τον «βόλευε» καλύτερα».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου