ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΑΝΟΙΞΙΣ

ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΑΝΟΙΞΙΣ




Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Μικρασιατική Εκστρατεία - Η αρχή και το τέλος


Μικρασιατική Εκστρατεία - Η αρχή και το τέλος
Από το βιβλίο του Σβολόπουλου…
4/03/2010
 του Βλάση Αγτζίδη

Στο τελευταίο τεύχος των Μικρασιατικών Χρονικών, που εκδίδει η Ένωση Σμυρναίων   δημοσιεύτηκε η παρουσίαση της μελέτης του  Κωσταντίνου Δ. Σβολόπουλου,  που συνέγραψα. Η μελέτη αυτή εκδόθηκε από τις εκδόσεις  Ίκαρος το 2009 υπό τον τίτλο «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία». Παρουσιάστηκε επίσης και στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Κηφισιάς στις 3 Μαρτίου, στο πλαίσιο του Σεμιναρίου Ιστορίας, που διοργανώνω στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. 
Στη συνέχεια παρατίθεται η βιβλιοπαρουσίαση:
«…Ακόμα και σήμερα δεν έχει σιγάσει η διαμάχη γύρω από το ζήτημα γιατί οι ελληνικές δυνάμεις που υπερτερούσαν αριθμητικά και δεν ήταν πολύ χειρότερα εξοπλισμένες από τα στρατεύματα του Κεμάλ, οδηγήθηκαν σ’ αυτή την καταστρoφική ήττα.»
Douglaς Dakin, “H ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923”, εκδ. ΜΙΕΤ 

Η Μικρασιατική Καταστροφή φαίνεται ότι για καιρό ακόμα θα στοιχειώνει τις συζητήσεις και τους προβληματισμούς για την πορεία του νεότερου ελληνισμού. Ειδικά σήμερα, που το κενό που άφησαν οι Έλληνες στην Ανατολική πλευρά του Αιγαίου έχει πλέον καλυφθεί από έναν ακμαίο πληθυσμό και από μια επιθετική κρατική δύναμη, που θυμίζει συνεχώς εν τοις πράγμασι, ότι μόνο όποιος κατέχει τις δύο ακτές μπορεί να ορίζει το Αρχιπέλαγος . 
Αφορμή για τη νέα συζήτηση πάνω στην «ανεξερεύνητη σχέση» έδωσε το νέο βιβλίο με τίτλο «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία» του ιστορικού Κ. Δ. Σβολόπουλου. Μέσα από τη μελέτη εξαιρετικά ενδιαφέροντος αρχειακού υλικού, μεταξύ αυτών και κάποιων ιδιαίτερα σημαντικών εγγράφων του Foreign Office, προσπαθεί να προσεγγίσει με την αυστηρότητα που επιβάλλει η μεθοδολογία το σύνθετο διεθνές πλαίσιο και να περιγράψει κρίσιμες παραμέτρους. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι πολύ ενδιαφέροντα για ένα θέμα, που κατά κόρον έχει επισκιαστεί από την ιδεολογική χρήση της ιστορίας και την πολιτική κληρονομιά του Διχασμού. 

Το ελληνικό εγχείρημα της απόβασης στη Σμύρνη το Μάιο του ’19 είχε πολύ λιγότερες δυσκολίες από την Παλιγγενεσία, έναν αιώνα πριν. Για πρώτη φορά στην ιστορία οι νικήτριες μεγάλες δυνάμεις είχαν αποφασίσει τελεσιδίκως τη διάλυση του Μεγάλου Ασθενούς.  Μ’ ένα περίεργο τρόπο οι νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ακολούθησαν εν αγνοία τους και από ανάγκη τη συμβουλή προς επαναστάτες της Ρόζας Λούξεμπουργκ, η οποία λίγα χρόνια πριν έγραφε: «Η Τουρκία δεν μπορεί να αναγεννηθεί σαν σύνολο γιατί αποτελείται από διαφορετικές χώρες. Κανένα υλικό συμφέρον, καμιά κοινή εξέλιξη που θα μπορούσε να τις συνδέσει δεν είχε δημιουργηθεί! Αντίθετα, η καταπίεση και η αθλιότητα της κοινής υπαγωγής στο τουρκικό κράτος γίνονται όλο και μεγαλύτερες! Έτσι δημιουργήθηκε μια φυσική τάση των διαφόρων εθνοτήτων να αποσπασθούν από το σύνολο και να αναζητήσουν μέσα από μια αυτόνομη ύπαρξη το δρόμο για μια καλύτερη κοινωνική εξέλιξη. Η κρίση της Ιστορίας για την Τουρκία είχε πια βγει: βάδιζε προς την διάλυση.» 
Την εποχή εκείνη η Ελλάδα βρισκόταν στο στρατόπεδο των νικητών, τα στρατεύματά της δεν είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες την περίοδο 1916-1918, τα 2 εκατομμύρια των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν βιώσει από το 1914  μια πολιτική γενοκτονίας, που είχε αποφασιστεί πολύ νωρίτερα και είχε οργανωθεί συστηματικά.
Ειδικά στις περιοχές του Πόντου, της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης είχε αρχίσει απ΄το 1914 η συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών από το εθνικιστικό κόμμα των Νεοτούρκων, που ονειρευόταν την εθνική ομογενοποίηση ενός εκτεταμένου γεωγραφικού χώρου, που περιλάμβανε τις περιοχές των τουρκόφωνων Ουιγούρων της Δυτικής Κίνας και έφτανε μέχρι τα Βαλκάνια. Η πρώτη πράξη αυτού του σχεδίου προέβλεπε τη δημιουργία μιας εθνικά «καθαρής» Τουρκία, η οποία θα αντικαθιστούσε την παλιά προνεωτερική ισλαμική Αυτοκρατορία. Το πλαίσιο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διευκόλυνε την υλοποίηση του νεοτουρκικού σχεδιασμού. 
Κατά συνέπεια, θα ήταν αφύσικη η εξέλιξη να μη συμμετείχε η Ελλάδα στη διαμόρφωση του μεταπολεμικού πολιτικού σκηνικού. Ειδικά όταν η εθνική ολοκλήρωση ήταν ακόμα μια εν εξελίξει διαδικασία. Και ο αναγκαίος όρος που έλειπε για να μετατραπεί η Ελλάδα σ΄ ένα πραγματικό έθνος-κράτος ήταν η ενσωμάτωση των ακμαίων αστικών περιοχών της  Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης.
 Ίσως το μόνο ερώτημα που θα κληθούν να απαντήσουν ιστορικοί αλλά και ψυχολόγοι, ήταν τα βαθύτερα κίνητρα του Ελευθερίου Βενιζέλου να προκηρύξει εκλογές εν μέσω του μικρασιατικού πολέμου, ενώ οι προϋποθέσεις της νίκης βρισκόταν στα χέρια του. Επί πλέον φαίνεται ότι για πρώτη φορά οι Βρετανοί προσανατολίζονταν στην ευνοϊκή αντιμετώπιση και του Ποντιακού Ζητήματος. Το παράδοξο επίσης, που δεν δικαιολογείται από τις αντικειμενικές συνθήκες -όπως περιγράφονται στη μελέτη του Σβολόπουλου- είναι το γεγονός ότι ο Βενιζέλος προκήρυξε τις εκλογές της, ενώ οι αντίπαλοί του ήταν το αντιπολεμικό, αντιμικρασιατικό βασιλο-κομμουνιστικό Μέτωπο της «μικράς πλην εντίμου» και οι εθνικές μειονότητες των Νέων Χωρών.
 Ας δούμε όμως αναλυτικότερα το νέο βιβλίο, από την ανάγνωση του οποίου προκύπτει ότι ο Κ. Σβολόπουλος έχει αντιληφθεί την πραγματική υφή των μικρασιατικών γεονότων και αυτό αποτυπώνεται στη δομή που επέλεξε. Το 106 σελίδων βιβλίο έχει έξη κεφάλαια τα οποία τιτλοφορούνται: ''Διαχρονική παρουσία του ελληνισμού'', ''Αγώνας για επιβίωση'', ''6 Μαϊου 1919'', ''Εναλλακτική πρόταση;'', ''Η διεθνής ακτινοβολία ενός Έλληνα διαπραγματευτή'', ''Το πρακτικό αντίκρισμα μιας ρηξικέλευθης απόφασης''.

 Η γενοκτονία κατά του μικρασιατικού ελληνισμού  

Στο Εισαγωγικό του Σημείωμα αναφέρει: «Οκτώμιση δεκαετίες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή δεν έχει δοθεί οριστική απάντηση στο καίριο ιστορική ερώτημα: Υπήρξε απόβαση του ελληνικού σταρτού στη Σμύρνη, ως αφετηρία, και η επέκταση έκτοτε της ελληνικής κυριαρχίας στην Ιωνία λελογισμένη πράξη; Ή μήπως αποτέλεσε εκδήλωση πνεύματος τυχοδιωκτικού ή έστω επιλογή παρακινδυνευμένη, προορισμένη να προσκρούσει σε αντιδράσεις ανυπέρβλητες; …Η απάντηση συνδέθηκε νωρίς με τις συνέπειες του Διχασμού, που μάστιζε τότε την Ελλάδα.» 
Ο Σβολόπουλος κατανοεί ότι η παρουσία του ελληνισμού εκτός από τα σύνορα του μικρού ελληνικού κράτους, όπως αυτά χαράχτηκαν το 1832, δημιουργούσε μείζονα προβλήματα: «Σε ολόκληρη  έκτοτε τη διάρκεια του 19ου και στις αρχές του 20ου   αιώνα η δημόσια ζωή του ελεύθερου βασιλείου θα κυριαρχηθεί, σε όλες τις εκφάνσεις της, από την παρόρμηση για την απελευθέρωση όσων ομοεθνών είχαν, ερήμην της θέλησής τους, παραμείνει υπό τον οθωμανικό ζυγό…. Η Σμύρνη κατείχε το επίκεντρο σε μια ευρύτερη ζώνη, όπου διαχρονικά είχε δεσπόσει ο ελληνισμός.» 
Διαπιστώνει ότι, μετά τις μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ, οι Έλληνες αναπτύσσονται ραγδαία πολιτιστικά και οικονομικά: «Ανάμεσα στους χριστιανούς οι Έλληνες καταλάμβαναν την πρώτη, εξ αποστάσεως θέση». Και θέτει το ερώτημα: «Έχοντας ήδη κατακτήσει την επίζηλη αυτή θέση, δεν ήταν εύλογο να επιζητήσουν οι Έλληνες την πλήρη αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού, προσβλέποντας στην καθολική χειραφέτησή τους; όπως εξάλλου και οι ομόθρησκοί τους Αρμένιοι;»    
Στη συνέχεια εντοπίζει τις μεγάλες αλλαγές που επέφερε στην ζωή των λαών που κατοικούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία  το κίνημα των Νεοτούρκων και οι Βαλκανικοί πόλεμοι.  Οι Νεότουρκοι, παρόλες  τις περί ισότητας διακηρύξεις τους, πολύ νωρίς έλαβαν περιοριστικά μέτρα κατά των Ελλήνων. Ειδικά μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, η Πύλη θα λάβει μέτρα αντεκδικήσεων κατά των ελληνικής καταγωγής υπηκόων της με πολυάριθμα θύματα.
Ο Σβολόπουλος θεωρεί ότι ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η τοποθέτηση της Ελλάδας και της Τουρκίας σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα, επέτρεψε στους Τούρκους να μετατρέψουν την πίεση κατά των ελληνικών πληθυσμών σε διώξεις με μαζικό χαρακτήρα. Αναφέρει ότι πρώτοι υπέστησαν την πολιτική αυτή οι παράκτιοι ιωνικοί οικισμοί και αναφέρει ότι από τότε και μέχρι την ολοκλήρωση της Καταστροφής τα «θύματα συναριθμώνται τουλάχιστον σε 700.000». Αποδέχεται επίσης την άποψη του Γεωργίου Τενεκίδη ότι οι διώξεις συνιστούν «γενοκτονία εις βάρος του μικρασιατικού ελληνισμού».   

H ελληνική επιθυμία για ενσωμάτωση της Σμύρνης 

Η πρώτη νύξη  για ελληνικές διεκδικήσεις  στην Ιωνία θα γίνει το 1915, μ’ αφορμή τις βρετανικές προτάσεις περί ανταλλαγμάτων σε περίπτωση εξόδου της Ελλάδας στον πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ. Έκτοτε «η ελληνική διεκδίκηση μέρους της δυτικής ακτής της αυτοκρατορίας γύρω από τη Σμύρνη θα  πολιτογραφηθεί». Από τότε η ιδέα αυτή θα συναντήσει τη σφοδρή αντίθεση του Ιωάννη Μεταξά με τραγικά αποτελέσματα επί των ελληνικών διεκδικήσεων. Ο Βενιζέλος φαίνεται ότι από τότε είχε ξεκάθαρη εικόνα για τη μοναδική προϋπόθεση εξασφάλισης πλήρους ελέγχου στο Αιγαίο. Έλεγε ακόμα ότι η Ελλάδα «είναι δυνατόν να διασφαλίσει το μέλλον της από τη στιγμή που θα κυριαρχήσει στο Αιγαίο»
Η κατάθεση της επιθυμίας από το 1915 θα διαμορφώσει το κλίμα διεκδικήσεων με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ελλάδα θα βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών, παρόλη την καθυστερημένη είσοδό της στον πόλεμο. Στις 31 Δεκεμβρίου 1918, σε Επίσημο Υπόμνημα που καταθέτει στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων για την Ειρήνη αναφέρεται στις ελληνικές επιδιώξεις και επικαλείται και τα ιστορικά δίκαια που συνηγορούσαν υπέρ των ελληνικών αιτημάτων. 
Το πρώτο βήμα για την υλοποίηση της επιθυμίας αυτής ήταν η ευνοϊκή συγκυρία που δόθηκε το Μάϊο του 1919, όταν η Ελλάδα ανταποκρίθηκε στην πρόταση των πρωθυπουργών Μ. Βρετανίας, Γαλλίας και ΗΠΑ, Λόιντ Τζορτζ, Κλεμανσό και Ουίλσον αντίστοιχα, να καταλάβει  η Ελλάδα τη Σμύρνη ώστε να αποτραπεί η κάτληψή της από τους Ιταλούς. Το γεγονός ότι οι Ιταλοί ετοιμάζονταν ήδη για πραξικοπηματική κατάληψη της πόλης οδήγησε στην πρόταση των συμμάχων προς την ελληνική κυβέρνηση. Ο Βενιζέλος άδραξε τη μοναδική αυτή ευκαιρία και κατέλαβε την περιοχή ως εντολοδόχος της Αντάντ. Εφεξής το ζήτημα θα ήταν η ενσωμάτωση της περιοχής στην Ελλάδα υπό καθεστώς πλήρους κυριαρχίας. 
Τη μοναδική αυτή ιστορική στιγμή εξυπηρετήθηκαν δύο σημαντικές  ανάγκες: η εξασφάλιση της πλήρους κυριαρχίας στο Αιγαίου με τον έλεγχο και της ανατολικής του ακτής και την προστασία των ελληνικών πληθυσμών που είχαν υποστεί την πολιτική γενοκτονίας των Νεότουρκων.
Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος Ουίλσον είχε δηλώσει: «Τρέφω ζωηρή συμπάθεια απέναντι σε κάθε δίκαιη προσπάθεια να ανακουφιστούν οι δεινές ταλαιπωρίες των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Κανείς άλλος δεν έχει υποφέρει περισσότερο και πιο άδικα από αυτούς, συνδέονται με πολλαπλούς δεσμούς προς τους υπόλοιπους λαούς που μάχονται να απαλλάξουν κάθε αδύναμη και καταπιεσμένη εθνότητα από την ωμότητα και την καταπίεση εις βάρος της από ισχυρές και αυταρχικές κυβερνήσεις».   
Την ιστορική εκείνη στιγμή είχε δρομολογηθεί η διαμόρφωση μιας νέας γεωπολιτικής κατάστασης στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που θα βασιζόταν πλέον στην απαλλαγή των χριστιανικών πληθυσμών από την ισλαμική κυριαρχία.
Για την κριτική που ασκείται ότι η απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών, ο Σβολόπουλος γράφει: «Έχει επανειλημμένα υποστηριχθεί  ότι η απόφαση των νικητών να επιμεριστούν τα εδάφη της αυτοκρατορίας αντανακλούσε ιμπεριαλιστικές βλέψεις προς την κατεύθυνση της Εγγύς Ανατολής. Αναμφίβολα όμως ανταποκρινόταν στους ηθικούς κανόνες που είχαν επανειλημμένα κατά το πρόσφατο παρελθόν διακηρύξει και ήδη αναγάγει σε ηθικό βάθρο της Κοινωνίας των Εθνών… Ήταν φανερό ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός έτεινε να συναρμόσει τη μέριμνα  για τους ομοεθνείς της Μικράς Ασίας με τις γενικότερες πολιτικοϊδεολογικές αναζητήσεις της διεθνούς κοινωνίας.»
Εξάλλου η περιρρέουσα συγκυρία ευνοούσε τις ελληνικές επιδιώξεις και επί πλέον «η δύναμη με τη στήριξη της οποίας θα ήταν δυνατόν να ευοδωθεί η πολιτική της επέκτασης των ελληνικών συνόρων ήταν η Μεγάλη Βρετανία, η οποία διένυε τότε την περίοδο της μέγιστης ναυτικής ισχύος –κατά μείζονα λόγο εφόσον είχε αποκολληθεί από το δόγμα της οθωμανικής «ακεραότητας»… Η Ελλάδα του Βενιζέλου προσφερόταν να υποκαταστήσει την καταρρέουσα αυτοκρατορία ως κύρια περιφερειακή δύναμη στο νευραλγικό πεδίο της συμβολής των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου»

Οι νέες προκλήσεις και το Ζήτημα του Πόντου  

Ο Σβολόπουλος σημειώνει τις διαφορετικές σχολές σκέψεις που υπήρχαν στην ελλαδική πλευρά. Στο χώρο των σκεπτικιστών υπήρξε ο Ίων Δραγούμης -εκ των βασικών υποστηρικτών της ελληνοτουρκικής προσέγγισης-  ο οποίος θεωρούσε ότι το εγχείρημα ήταν ανέφικτο, εφόσον προϋπέθετε τη διεξαγωγή ενός νέου πολέμου, και ότι ο στόχος θα έπρεπε να είναι η δημιουργία ενός κοινού ελληνοτουρκικού μικρασιατικού κράτους και όχι ενός καθαρά ελληνικού.
Τη σημαντικότερη όμως περίπτωση σκεπτικισμού την εξέφρασε ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος από το 1915 είχε αντιταχθεί στην ιδέα ελληνικής κυριαρχίας στην Ιωνία. Ανάγοντας τις στρατιωτικές δυσκολίες σε ανυπέρβλητες  και αναφέροντας ότι το ελληνικό εγχείρημα ήταν «αποικιακό», υπονόμευε εξαρχής κάθε προσπάθεια θετικής ρύθμισης προς όφελος των ελληνικών συμφερόντων και του μικρασιατικού ελληνισμού. Οι όποιες δυσχέρειες στο στρατιωτικό επίπεδο θα μπορούσαν να ξεπεραστούν στο διπλωματικό πεδίο και στην ύπαρξη συγκεκριμένων ευρωπαϊκών συμφερόντων στην περιοχή, που ταυτίζονταν με τις ελληνικές επιδιώξεις. Εξάλλου, όπως αναφέρει: «οι συμμαχικές κυβερνήσεις ουδέποτε είχαν, έως το Μάϊο του 1919, αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο να διατηρήσουν ή να αναδομήσουν ένα ενιαίο τουρκικό κράτος στα εδάφη ολόκληρης, έστω και μόνο, της Μικράς Ασίας.»
Για αρκετό καιρό μετά την ελληνική απόβαση στην Ιωνία τα πράγματα έβαιναν καλώς. «Έως την ώρα που έγινε η απόβαση στη Σμύρνη τα πηγαίναμε πολύ καλά», επισημαίνει ο Βρετανός ναύαρχος Γουέμπ  και τρεις μήνες αργότερα μετέδιδε στο Λόρδο Κώρζον –διάδοχο του Μπάλφουρ από τον Οκτώβριο του 1919 στο υπουργείο Εξωτερικών-  ότι «η κατάσταση δεν ήταν μόνο συνολικά ικανοποιητική, αλλά επί πλέον βελτιωνόταν σταθερά».
Η εμφάνιση του εθνικιστικού κεμαλικού κινήματος αρχικά δεν φόβισε ούτε τους συμμάχους, ούτε τον Βενιζέλο. «Ληστή» είχε αποκαλέσει τον ηγέτη του ο Μπάλφουρ, ενώ ο Βενιζέλος δήλωνε το Μάρτιο του 1920 ότι οι Έλληνες, διαθέτοντας δώδεκα εμπειροπολεμες μεραρχίες, δεν είχαν να φοβηθούν τίποτα από 60.000 ή 70.000 ένοπλους αντάρτες του Μουσταφά Κεμάλ.
Τις παραμονές της υπογραφής της Συνθήκης των Σεβρών τα ελληνικά στρατεύματα  σημείωναν εντυπωσιακές νίκες εις βάρος του Κεμάλ. Ακόμα και ο Ουϊνστον Τσόρτσιλ που ανήκε στην ομάδα των Βρετανών που αντιτάσσονταν στην πολιτική του Λόιντ Τζορτζ αναφέρει: « Οι στρατηγοί των συμμάχων έτριβαν τα μάτια τους για τις αξιοσημείωτες και απροσδόκητες αυτές εκδηλώσεις ελληνικής ισχύος».
Η εκλογική ήττα του Κλεμανσό στη Γαλλία κατά τον Ιανουάριο του 1920, έφερε στην εξουσία δυνάμεις που ανταγωνιζόταν τη βρετανική κυριαρχία στην Εγγύς Ανατολή. Παρόλη την αλλαγή στο Παρίσι η κυβέρνηση του Μιλεράν δεν εγκατέλειψε τις συμμαχικές της υποχρεώσεις.   Ο Σβολόπουλος διατυπώνει ευθαρσώς την άποψή του ότι παρόλη την αλλαγή των συνθηκών «έως τη λήξη της πρωθυπουργικής θητείας του Βενιζέλου δεν είχε σημειωθεί οποιαδήποτε υπαναχώρηση έναντι των αρχικών κοινών προβλέψεων».
Ενώ τα ένοπλα τουρκικά σώματα πουθενά δεν είχαν καταφέρει να αμφισβητήσουν την υπεροχή των ελληνικών στρατευμάτων σε διπλωματικό επίπεδο  «από το Μάϊο του 1919 ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε εκμαιεύσει την υπόσχεση του Βρετανού ομολόγου για  χορήγηση πολεμικού υλικού και την παροχή οικονομικών μέσων, προκειμένου να φέρει εις πέρας ό,τι είχε επιφορτιστεί από τους Συμμάχους επ’ ονόματί τους».
Ήταν τόσο ευνοϊκό το κλίμα και τόσο ξεκάθαρη η πολιτική και στρατιωτική προοπτική εκείνη τη στιγμή, ώστε ο Λόιδ Τζόρτζ θα εκφραστεί ως εξής: «Τίποτα λιγότερο της προδοσίας από την ελληνική πλευρά ή ανικανότητας που ισοδυναμεί με προδοσία, δεν θα ήταν δυνατόν να καταστήσει τυς Τούρκους της Ανατολίας ικανούς να επιδράμουν στη Σμύρνη και να ρίξουν τους Έλληνες στη θάλασσα».
 Η ανάπτυξη του κεμαλικού κινήματος θα οδηγήσει σε σύνταξη ενός τολμηρού υπομνήματος προς τον Λόιδ Τζορτζ στις 5 Οκτωβρίου τα 1920, ώστε να ληφθούν από κοινού στρατιωτικά μέτρα.
Επιπλέον ζητείται η οριστική εκδίωξη των Τούρκων από την Κωνσταντινούπολη και η δημιουργία ενός νέου κράτους στον Πόντο από τους Έλληνες γηγενείς, στο οποίο θα επέστρεφαν και όσοι είχαν εκδιωχθεί και εγκατασταθεί στη νότια Ρωσία. Ο Πόντος θα περιλάμβανε το βιλαέτι της Τραπεζούντας, εκτός του Σαντζακίου του Λαζιστάν, καθώς και τα αντίστοιχα της Σινώπης, της Αμάσειας, της Τοκάτης και του Καραχισάρ.
Με το υπόμνημα αυτό ο Βενιζέλος μετακύλιε το βάρος εφαρμογής της Συνθήκης των Σεβρών από τους ελληνικούς ώμους  στους Συμμάχους.  Η πρόταση για αναθεώρηση της Συνθήκης εις βάρος των Τούρκων με τη δημιουργία δύο νέων κρατών, του Πόντου και της Κωσταντινούπολης αρχικά δημιούργησε αμηχανία στο βρετανικό επιτελείο. 

… και τελικά: «Μικρά πλην έντιμος Ελλάς» 

Με το υπόμνημα αυτό ο Βενιζέλος έθετε τους Βρετανούς μπρος στις ευθύνες τους, τη στιγμή που η αντίληψή τους για το κεμαλικό κίνημα ήταν εξαιρετικά αρνητική και δεν είχαν ακόμα δημιουργηθεί γέφυρες επικοινωνίας. Ουσιαστικά, ο Βενιζέλος τους καλούσε να συντρίψουν από κοινού το κεμαλικό κίνημα  με βάση ένα κοινό σχέδιο: ο ελληνικός στρατός μέσα σ’ ένα μήνα θα έφτανε στην Άγκυρα και θα καταλάμβανε και τον Πόντο, ενώ οι Βρετανοί θα αναλάμβαναν να καλύψουν τα μετόπισθεν και θα συνέβαλαν στο εγχείρημα με το ποσό των είκοσι εκατομμυρίων στερλινών.  Μετά από έξη μήνες θα αποχωρούσαν από την Άγκυρα αφού πρώτα είχαν δημιουργήσει αναγκαίες δυνάμεις επιτόπιας χωροφυλακής. Ο Πόντος θα μετατρεπόταν σε ανεξάρτητο κράτος. Παρότι οι υπηρεσιακοί παράγοντες του βρετανικού υπ. Εξ. διατύπωναν σοβαρές επιφυλάξεις που επικεντρώνονταν κυρίως στην αναίρεση των πρόσφατα συμβατικά συνομολογημένων εδαφικών όρων. Όμως ο Βρετανός στρατιωτικός εκπρόσωπος στη Σμύρνη θεωρούσε ότι «Η απόφαση αναμένεται να είναι καταφατική» και άρα θα άρχιζαν οι πολεμικές επιχειρήσεις.
Ο Σβολόπουλος παρουσιάζει μια εξαιρετικής σημασίας τηλεγραφική εντολή του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών Λόρδου Κώρζον προς τον ύπατο εκπρόσωπό του στην Τουρκία ναύαρχο ντε Ρόμπεκ, με την οποία επισημαινόταν ότι η πρόκληση  «ισχυρών αντιτουρκικών αισθημάτων… είναι δυνατόν να απολήξει σε σοβαρό αίτημα για την αναθεώρηση της συνθήκης με έννοια δυσμενή προς την Τουρκία… Ο κίνδυνος αυτός για την Τουρκία θα επιταθεί αν καθυστερήσει η επικύρωση της συνθήκης υπό τη μορφή που έχει υπογραφεί, εφόσον η παρέλκυση αυτή θα συνεπάγεται στην πραγματικότητα την παράταση της εμπόλεμης κατάστασης».
Ο Σβολόπουλος εκτιμά ότι: «μοιραία πλέον διαφαινόταν η πιθανότητα να υιοθετηθούν, κατά βάση, οι ριζοσπαστικές θέσεις του Ελευθερίου Βενιζέλου: αναθεώρηση συνομολογημένων διατάξεων της συνθήκης εις βάρος της Τουρκίας, συνέχιση και επέκταση των πολεμικών επιχειρήσεων.»
Όμως το τραγικό για την ελληνική πλευρά είναι ότι το έγγραφο του Κώρζον συντάχθηκε, τρεις ημέρες αφότου οι εκλογές στην Ελλάδα είχαν αναδείξει νικητή το μοναρχικό, φιλογερμανικό Λαϊκό Κόμμα και ο Βενιζέλος είχε πάρει πλέον το δρόμο της εθελούσιας εξορίας.   
Η συνέχεια θα είναι δραματική.
Η νέα ελληνική κυβέρνηση –που κέρδισε την εκλογή της με τα συνθήματα «Μικρά πλην έντιμος Ελλάς» και «Οίκαδε»- με την άφρονα πολιτική της θα διαλύσει το μέτωπο της συμμαχικής αλληλεγγύης.
Θα προκαλέσει η ίδια –με τη συνέργεια του Ιωάννη Μεταξά- την ήττα την ελληνικής πλευράς. Η ελληνική τραγωδία απεικονίζεται με τον πλέον αποκαλυπτικό τρόπο στο ύστατο τηλεγράφημα του Γούναρη μετά την κατάρρευση του Μετώπου τον Αύγουστο του ‘22 προς τον Έλληνα αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη. Με το τηλεγραφημα αυτό τον διατάσσει να μην επιτρέψει τη δημιουργία προσφυγικού προβλήματος στην Ελλάδα, δηλαδή να εγκαταλείψει τους χριστιανούς της Ιωνίας, Έλληνες και Αρμένιους, στους νικητές Τούρκους εθνικιστές του Μουσταφά Κεμάλ πασά, ο οποίος «γιόρτασε το θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή του εκεί χριστιανικού πληθυσμού” όπως έγραψε στα απομνημονεύματά του ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ένας από τους εκφραστές της πολιτικής της «ακεραιότητας της Τουρκίας». 

Επίλογος 

Η Ελλάδα σήμερα φαίνεται να βρίσκεται ακόμα στον αστερισμό της απόδοσης ευθυνών για τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον απολογισμό της τότε πολιτικής των μοναρχικών, των βενιζελικών και των κομμουνιστών. Ζητήματα που θα έπρεπε να έχουν λυθεί από δεκαετίες συνεχίζουν να επιβιώνουν και να εμποδίζουν την ενασχόληση με τα σοβαρά.
Ακόμα διατυπώνονται απόψεις του τύπου «τι δουλειά είχαμε στη Σμύρνη;» και εμφανίζονται ακόμα και θέσεις που αιτιολογούν την ήττα με το επιχείρημα «δεν χάθηκε και τίποτα, έτσι κι αλλιώς η Σμύρνη ήταν καταδικασμένη να μαραθεί εάν έμενε υπό ελληνικό έλεγχο». 
Όμως οι φορείς των απόψεων αυτών αγνοούν ότι οι απόψεις αυτές έχουν άριστη εφαρμογή και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, τα οποία χωρίς την περιοχή της Σμύρνης είναι περιοχές καταδικασμένες σε απόλυτο μαρασμό. Όπως φυσικά και οι Νέες Χώρες με τη Θεσσαλονίκη, οι οποίες είναι μια απλή λωρίδα εδάφους, στενότερη απ’ αυτήν που είχε το Σαντζάκιον Σμύρνης. Για 70 χρόνια –έως την κομμουνιστική κατάρρευση- δεν διέθεταν  κανένα γεωγραφικό και στρατηγικό βάθος, απειλούμενες από την βαλκανική ενδοχώρα και πλημμυρίδα. Με βάση τη συγκεκριμένη γεωπολιτική αντίληψη τα φυσικά όρια της Ελλάδας ταυτίζονται με τη Γραμμή Μεταξά του Ολύμπου και το πολύ να εμπεριέχουν Κυκλάδες και Κρήτη.  Όμως η ιστορία δεν γράφεται έτσι! 
Παράλληλα, ένα από τα ζητήματα που ήρθε να ταλαιπωρήσει τους προβληματισμούς μας στην Ελλάδα είναι εάν οι ‘Εξη, που εκτελέστηκαν στο Γουδί ως υπαίτιοι της Μεγάλης Καταστροφής, ήταν ένοχοι ή όχι.  Σήμερα, με την ραγδαία οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη της Τουρκίας –η οποία μετατρέπεται πλέον από ασιατικό κράτος σε κράτος του Αιγαίου- αντιλαμβανόμαστε τις συνέπειες της ανορθολογικής τους πολιτικής που επέφερε τη συντριπτική ήττα. Τέτοιες μεγάλες Τραγωδίες, όπως η Μικρασιατική Καταστροφή, εμπεριέχουν και το στοιχείο της Κάθαρσης. Και η Εκτέλεση των Εξ είχε μια τέτοια λειτουργία. 
Το νέο βιβλίο του Κωσταντίνου Σβολόπουλο είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για όποιον θέλει να κατανοήσει τις άγνωστες παραμέτρους που διαμόρφωσαν τις συνθήκες και οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή. Οι ένοχοι και οι απόγονοί τους προσπαθούν με κάθε τρόπο ακόμα και σήμερα να δημιουργήσουν σύγχυση. Και αυτό γιατί όπως έγραψε για τη μικρασιατική πρόκληση ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ: 
“Kάθε τραγωδία είναι μίξη σφαλμάτων και ατυχημάτων… Ουδέποτε το φαινόμενο αυτό απεικονίστηκε εναργέστερα απ’ ό,τι  στην ιστορία της ελληνικής αποτυχίας στον πόλεμο».

Σχόλια
.    
.   Σαλώμη Βασλαματζή on 07/03/2010 

.    
.   Πολύ σωστά τοποθετείται το ιστορικό πλαίσιο από το 1914 και τις αποφάσεις των νεότουρκων για την εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών. Είναι κάτι που δεν είναι ευρύτερα γνωστό. Όλα όσα αναφέρονται είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και τεκμηριωμένα. Το τελευταίο τηλεγράφημα του Γούναρη στον Στεργιάδη που τον διατάζει να εγκαταλείψει τους ελληνικούς πληθυσμούς είναι συγκλονιστικά τραγικό. 


Απάντηση
.    
.    
.   panathinaeos on 10/03/2010 

.    
.   Ειχα καιρο να διαβασω για το θεμα αυτο και σας ευχαριστω για τη διαφωτιστικη σας παρουσιαση ενος πολυ αξιολογου βιβλιου…

.   Και τωρα στα δυσκολα: αν καταλαβα καλα, ο συγγραφεας αιτιαται οτι την κυρια και αποκλειστικη ευθυνη για την μικρασιατικη καταστροφη την εχει η κυβερνηση του Λαικου Κομματος που ανελαβε μετα τον Βενιζελο…
Αν αυτο αληθευει, ανεξαρτητα απο την αιτια, δηλαδη ανικανοτητα η/και προδοτικη συμπεριφορα και σταση, το αποτελεσμα για την ελλαδα ηταν καθοριστικο και ως ενα βαθμο και συντριπτικο…
Συγκλονιστικο το να σκεφτει κανεις πως θα ηταν η ελλαδα σημερα αν δεν ειχε υποστει την μικρασιατικη καταστροφη…


Απάντηση
.    
.   -Ο άλλος Βενιζέλος « Πόντος και Αριστερά on 24/03/2010 
[...] -Για το βιβλίο του Σβολόπουλου… [...]


Απάντηση
.    
metal on 25/10/2011 


Εχω μπερδευτει λιγο! Ο Σβολοπουλος ουτε λιγο ουτε πολυ αναφερει το υπομνημα του Βενιζελου προς τους Αγγλους και τη γενικοτερη διαθεση των Αγγλων, τελικα να υποστηριξουν την πολιτικη Βενιζελου στη Μ.Ασια! Στην αρθρογραφικη μονομαχια Μεταξα-Βενιζελου, ο Μεταξας αναφερει συγκεκριμενα τηλεγραφηματα Βενιζελου-Αγγλων, οπου οι τελευταιοι του τονιζουν οτι η Ελλας παει μονη της στη Μ.Ασια και ο Βενιζελος το αποδεχεται! Οι ισχυρισμοι του Μεταξα δεν διαψευστηκαν απο το Βενιζελο και ο Βενιζελος δεν αναφερει τιποτα περι αυτων των συνομιλιων τις οποιες αποκαλυπτει ο Σβολοπουλος! Ειναι δυνατον να μην τις θυμοτανε? Μπορει να με βοηθησει καποιος?


Απάντηση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

WebCounter.com
Design by Free WordPress Themes | Bloggerized by Lasantha - Premium Blogger Themes | Top WordPress Themes