ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΑΝΟΙΞΙΣ

ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΑΝΟΙΞΙΣ




Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

Κατοχικές κυβερνήσεις 1941-1944

Κατοχικές κυβερνήσεις 1941-1944
21 ΟΚΤΩΒΡΊΟΥ 2013

Μετά το θάνατο του Ιωάννη Μεταξά, στις 29 Ιανουαρίου 1941, ο βασιλιάς Γεώργιος ανέθεσε την πρωθυπουργία στον Αλέξανδρο Κορυζή, διοικητή της Εθνικής Τραπέζης και πρώην υπουργό των κυβερνήσεων Μεταξά. Στις 18 Απριλίου 1941, ο Κορυζής αυτοκτονεί, και ο Γεώργιος καλεί από την εξορία τον Τσουδερό, παρ΄ ότι ήταν ευνοούμενος των Άγγλων, αφού κανείς δεν αναλάμβανε την πρωθυπουργία. Στις 6 Απριλίου εκδηλώνεται η επίθεση της Γερμανίας και της Βουλγαρίας κατά της Ελλάδας. Στις 8-9 Απρίλη οι Γερμανοί μπαίνουν στη Θεσσαλονίκη. Στις 27 Απριλίου μπαίνουν στην Αθήνα. Πρωθυπουργός διορίζεται ο στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου. Στις 2 Δεκεμβρίου του 1942 τον διαδέχεται ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος και στις 7 Απριλίου του 1943, αναλαμβάνει ως πρωθυπουργός ο Ιωάννης Ράλλης. Οι κυβερνήσεις αυτές έμειναν γνωστές ως κυβερνήσεις κουϊσλινγκ ή ως δοσίλογες κυβερνήσεις.

Δοσιλογισμός

Η συνεργασία με τις κατοχικές δυνάμεις δεν αποτελεί αποκλειστικά Ελληνικό φαινόμενο, καθώς εμφανίζεται στο σύνολο των κατεχόμενων Ευρωπαϊκών χωρών, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, προσλαμβάνοντας μαζικές διαστάσεις. Με το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης υπό κατοχή, οι Γερμανικές δυνάμεις, έπρεπε να διαχειριστούν ένα μεγάλο αριθμό φυσικών και ανθρώπινων πόρων, και να το εντάξουν στην εξυπηρέτηση των αναγκών του συνεχιζόμενου πολέμου. Στην κατεύθυνση αυτή, θα έπρεπε να αναζητηθούν, «συμμαχίες» με πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις στο εσωτερικό των κατεχόμενων χωρών, έτσι ώστε να εξελιχθεί η πολεμική προσπάθεια με το μικρότερο δυνατό κόστος για το Γερμανικό στρατό, διοχετεύοντας ταυτόχρονα τους πόρους της κατεχόμενης χώρας στην πολεμική προσπάθεια.
Ο όρος collaboration ( συνεργασία ) ως δηλωτική συγκεκριμένων πρακτικών διευκόλυνσης, αλλά και αρωγής των κατοχικών δυνάμεων πρωτοεμφανίζεται κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν, μετά την ήττα των γαλλικών στρατευμάτων και την κατάληψη της βόρειας Γαλλίας από τα γερμανικά στρατεύματα ο στρατάρχης Petain σε διάγγελμα του αποδέχεται την αρχή της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Στο καταγωγικό του σημαινόμενο ο όρος αντιστοιχεί περισσότερο στην επιβολή της συνεργασίας από το νικητή στον ηττημένο. Στην ελληνική περίπτωση ο όρος “συνεργασία” δεν βρήκε μεγάλη ανταπόκριση καθώς επικράτησε ο εννοιολογικά φορτισμένος όρος  δoσιλογισμός.
Στη Νορβηγία τη δεκαετία του 1930, ο Βίντκουν Κουϊσλινγκ (Vidkun Abraham Lauritz Jonssøn Quisling) ίδρυσε ένα φιλοναζιστικό κόμμα με την ονομασία Φασιστικό Κόμμα Εθνικής Ενότητας. Όταν άρχισε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Κουίσλινγκ τάχθηκε με το μέρος των Ναζιστών. Συνάντησε τον Χίτλερ το 1939 στο Βερολίνο και συζήτησε μαζί του σχετικά με τα μεγάλα οφέλη που θα είχε το Ράιχ, αν καταλάμβανε τη Νορβηγία. Όταν η Γερμανία εισέβαλε στη Νορβηγία τον Απρίλιο του 1940, ο Κουίσλινγκ επιχείρησε φιλογερμανικό πραξικόπημα κατά της κυβέρνησης, υποστήριξε την εισβολή τους και διορίστηκε πρωθυπουργός στην κατεχόμενη Νορβηγία, από τον Φεβρουάριο του 1942 μέχρι τα τέλη του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, όσο η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του Γιόχαν Νύγκαρντσβολντ ήταν εξόριστη στο Λονδίνο. Ως πρωθυπουργός δεν ήταν καθόλου αγαπητός στους Νορβηγούς, οι οποίοι τον θεωρούσαν προδότη και συνεργάτη των δυνάμεων Κατοχής στη χώρα τους.
Η προδοσία και η παράδοση της Νορβηγίας στη Γερμανία κατέστησε το όνομά του συνώνυμο όλων των συνεργατών και των προδοτών. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι νορβηγικές αρχές συνέλαβαν, δίκασαν και καταδίκασαν τον Κουίσλινγκ με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Εκτελέστηκε από απόσπασμα στις 24 Οκτωβρίου 1945.


Νόμος περί δοσιλόγων

Ο πρώτος νόμος για τη δίωξη των δοσιλόγων θεσπίστηκε από την κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, πριν τα Δεκεμβριανά, αλλά αντικαταστάθηκε με τον νόμο της κυβέρνησης Πλαστήρα, στις 23 Ιανουαρίου 1945. Ο νόμος αυτός καθόριζε ότι η ευθύνη των κατοχικών κυβερνήσεων υφίστατο και χωρίς να αποδειχθεί ο δόλος για την προδοσία της πατρίδας. Προεβλέποντο ειδικά δικαστήρια, στα οποία την πλειοψηφία είχαν τακτικοί δικαστές.
Με τη Συνταχτική Πράξη υπ’ αρίθμ. 6 της 20/1/1945 της κυβέρνησης Πλαστήρα, που έμεινε γνωστή στην ιστορία ως «Νόμος περί δοσιλόγων», συγκροτήθηκε το Ειδικό Δικαστήριο και το Κατηγορητήριο που δίκασε και καταδίκασε του δοσίλογους πρωθυπουργούς της Κατοχής και τους συνεργάτες τους.
Στην Αιτιολογική Έκθεση αυτής της Συντακτικής Πράξεως αναφέρεται ότι και «μόνη… η ανάληψις της Κυβερνήσεως, προς διευκόλυνση και υπό τας εντολάς των δυνάμεων κατοχής, αποτελεί τυπικόν αδίκημα χωρίς ουδεμίαν ν’ απαιτήται απόδειξις δόλου». Η συγκρότηση κυβέρνησης και μόνον, υπό τις εντολές ξένων δυνάμεων και προς διευκόλυνση των δικών τους συμφερόντων εναντίον της χώρας και του λαού της, θεωρείται πράξη εθνικής προδοσίας χωρίς να χρειάζεται οποιαδήποτε απόδειξη δόλου ή προθέσεων.

Εθνική αναξιότης

Ο όρος Εθνική αναξιότης αφορά την συμπεριφορά πολίτη μιας χώρας που στρέφεται εναντίον της πατρίδας του, της εθνικής αξιοπρέπειας ή θίγει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο αυτή. Ειδικότερα όμως αυτός ο όρος για τα ελληνικά δεδομένα απετέλεσε "ιδιότυπο αδίκημα" που προσδιορίστηκε με Συντακτική Πράξη του 1945 με την οποία επιβάλλονταν ποινικές κυρώσεις στους συνεργασθέντες με τον εχθρό.

Ιστορία του νομικού όρου

Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας το 1944, η Ελληνική ελεύθερη πλέον Πολιτεία μεταξύ των πολλαπλών και ποικίλλων προβλημάτων που αντιμετώπισε τότε, ήταν και το ζήτημα του κολασμού όλων εκείνων των ανάξιων Ελλήνων που κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδας από τους Ιταλούς Γερμανούς και Βουλγάρους, είτε ετέθησαν στις υπηρεσίες των κατακτητών γενόμενοι όργανά τους, διευκολύνοντας έτσι τους κατακτητές στο ολέθριο κατά της Χώρας έργο τους, είτε ακόμη χειρότερα με τις ενέργειές τους και τη συμπεριφορά τους έθιξαν την εθνική αξιοπρέπεια, καθιστάμενοι ανάξιοι της ελληνικής πατρίδος.
Έτσι διαμορφώθηκε το ιδιότυπο αδίκημα της εθνικής αναξιότητος προκειμένου να δοθεί στις επερχόμενες γενεές το παράδειγμα ότι δεν μπορεί κανείς να μένει ατιμώρητος όταν προσφέρει τις υπηρεσίες του στον εχθρό της Πατρίδας του, αλλά και ακόμη περισσότερο προς φρονηματισμό και υπόδειξη του εθνικού τους καθήκοντος σε στιγμές δοκιμασίας.
Επί τούτου, η πρώτη ενέργεια της ελεύθερης επί ελληνικού εδάφους κυβερνητικής εξουσίας ήταν η ψήφιση της με αριθμό 1 Συντακτικής Πράξης της 6ης Νοεμβρίου 1944 με την οποία επιβάλλονταν ποινικές κυρώσεις στους συνεργασθέντες με τον εχθρό. Επειδή όμως αυτή η Πράξη ήταν πολύ γενικόλογη με κίνδυνο δημιουργίας σχετικού χάους αντικαταστάθηκε δύο μήνες αργότερα με την 6η Συντακτική Πράξη του Ιανουαρίου 1945 μετά την οποία όμως εκδόθηκε ο Α.Ν. 5333/1945 με τον οποίο τροποποιήθηκε συμπληρώθηκε και κωδικοποιήθηκε η παραπάνω πράξη, όπως και αυτή τελικά τροποποιήθηκε με την με αρθμ. 12 του 1945 Συνταγματική Πράξη και των νόμων 217, 271, 295 και 332 του 1945 με τους οποίους και προσδιορίζονταν επακριβώς τα στοιχεία εκείνα τα οποία και συγκροτούσαν την υπόσταση των εγκλημάτων συνεργασίας με τον εχθρό και της εθνικής αναξιότητας καθώς και τον τρόπο κολασμού αλλά και την έκταση των ποινών.

Υπόσταση αδικήματος

Σύμφωνα με το 2ο νομοθέτημα διώκονταν και τιμωρούνταν:

- Όσοι διαρκούσης ξένης κατοχής ανέλαβαν σχηματισμό Κυβέρνησης, (δηλαδή πρωθυπουργοί) με την συγκατάθεση των εχθρών της πατρίδος.
- Όσοι διατέλεσαν κατά παραπάνω περίοδο Υπουργοί και υφυπουργοί, (δηλαδή των κατοχικών κυβερνήσεων).
- Όσοι κατέχοντες δημόσια θέση, (δημόσιοι υπάλληλοι και στρατιωτικοί) έγιναν συνειδητά όργανα του εχθρού ή διευκόλυναν το έργο του.
- Όσοι ανέλαβαν υπηρεσία πλησίον αρχών κατοχής και ενήργησαν κατά τρόπο πιεστικό για τον λαό.
- Όσοι έγιναν συνειδητά όργανα του εχθρού προς διάδοση της προπαγάνδας αυτού.
- Όσοι κατέδωσαν στον εχθρό Έλληνες ή συμμάχους, εργαζόμενους χάριν του εθνικού ή συμμαχικού αγώνα και βοήθησαν στην ανακάλυψη και σύλληψη αυτών.
- Όσοι προέβησαν σε πράξεις βίας συμπράττοντας ή όχι μετά των οργάνων κατοχής κατά Ελλήνων ένεκα δράσης αυτών κατά του εχθρού.
- Όσοι παρέσχον στον εχθρό συστηματικά πληροφορίες περί των κινήσεων και των εργαζομένων για τον εθνικό ή συμμαχικό αγώνα.
- Όσοι παρεμπόδισαν ελληνική ή συμμαχική ενέργεια.
- Όσοι διετέλεσαν αρχηγοί ή οδηγοί κινήσεων κατά της ακεραιότητας της χώρας.
- Όσοι δια της οικονομικής τους συνεργασίας με τον εχθρό προκάλεσαν ζημιές στον ελληνικό λαό, ή σε Έλληνες πολίτες, ή σε πολίτες συμμάχων χωρών, ή υποβοήθησαν την πολιτική του εχθρού προσπάθεια, ή αποκόμισαν εξ αυτού οικονομικά οφέλη.
- Έτι δε, όσοι συνεργάσθηκαν με τον εχθρό κατά τρόπο ανάξιο Έλληνος πολίτη και έθιξαν την εθνική αξιοπρέπεια, διευκολύνοντας το έργο των αρχών κατοχής.

Ποινές

Όπως διαμορφώθηκε ο νόμος επιβαλλόμενες ποινές για τα παραπάνω αδικήματα ορίσθηκαν ανάλογα της ιδιότητας ή της θέσης την οποία κατείχαν οι ένοχοι, ή εκ των αποτελεσμάτων των πράξεων των ενόχων, με την ποινή του θανάτου, ή ισόβια, ή πρόσκαιρα δεσμά, καθώς και με ειρκτή αν συνέτρεχαν ελαφρυντικοί λόγοι, ή ακόμα και απέλαση των καταδικασμένων εκτός ορίων επικράτειας. Επίσης δόθηκε στις δικαστικές αρχές το δικαίωμα επιβολής της ολικής ή μερικής δήμευσης της περιουσίας των καταδικασθέντων χωρίς καμία μέριμνα για την περαιτέρω επιβίωση των οικογενειών τους.

Ειδικά δικαστήρια

Τα ειδικά δικαστήρια που συγκροτήθηκαν και επελήφθησαν την εκδίκαση αυτού του ιδιότυπου αδικήματος κατά δημώδη έκφραση αποκλήθηκαν Δικαστήρια δωσιλόγων, οι δε ένοχοι δωσίλογοι. Αυτά συγκροτήθηκαν από ένα εφέτη ως πρόεδρο, εκ δύο άλλων εφετών ή πρωτοδικών, από τον επίτροπο, καθώς και από δύο πολίτες ως μέλη και τον γραμματέα. Όσα δε τέτοια δικαστήρια συγκροτήθηκαν εκτός έδρας Εφετείων, τους εφέτες αντικατέστησαν πρωτοδίκες.
Αλλά και η διαδικασία που ακολουθήθηκε είχε περίεργη σχέση ως προς το δικονομικό δίκαιο. Συγκεκριμένα κατά των αποφάσεων των ειδικών αυτών δικαστηρίων δεν επιτράπηκε η άσκηση ένδικων μέσων. Τέθηκαν διάφοροι περιορισμοί όπως στον αριθμό των συνηγόρων, μέχρι τρεις, καθώς και ο χρόνος της αγόρευσης εκάστου. Επίσης είχε περιοριστεί μέχρι δέκα ο αριθμός των μαρτύρων υπεράσπισης σε αντίθεση με τον αριθμό μαρτύρων κατηγορίας, άνευ περιορισμού.
Τέλος, ειδικά σ΄ αυτά τα δικαστήρια αποκλείστηκε η περίπτωση απολύσεως με εγγύηση, καθώς και η ανακοπή βουλευμάτων του συμβουλίου των δικαστηρίων.
Η πρώτη δίκη, όσων συμμετείχαν στις κατοχικές κυβερνήσεις, άρχισε στις 21 Φεβρουαρίου 1945, στο Εφετείο Αθηνών και η απόφαση εκδόθηκε τρεις μήνες μετά.
Το δικαστήριο όμως παρέκαμπτε το ακανθώδες θέμα των Ταγμάτων Ασφαλείας, αν και του αφιέρωσε πολλές σελίδες. Έκρινε ότι τα Τάγματα «δεν συνεκροτήθησαν επί σκοπώ προκλήσεως εμφυλίου πολέμου, αλλά προς εμπέδωσιν της διαταραχθείσης τάξεως». Αλλά αναγνώριζε ότι «εκ της συγκροτήσεως τούτων επεδίωξε να επωφεληθεί ο εχθρός». Απέφυγε πάντως να καταλογίσει ευθύνες μεταξύ των κατηγορουμένων, «επειδή δεν ησκήθησαν εις την προκειμένην δίκην ποινικαί αγωγαί εκ μέρους παθόντων ή συγγενών των εκ των Ταγμάτων Ασφαλείας».
Το δικαστήριο επέβαλε την ποινή του θανάτου για τον κατοχικό πρωθυπουργό Τσολάκογλου και άλλους δύο, ισόβια δεσμά στους κατοχικούς πρωθυπουργούς Ράλλη και Λογοθετόπουλο, ισόβια σε τρία ακόμη πρόσωπα, φυλάκιση 20 ετών σε δύο, φυλάκιση έντεκα ετών σε τρεις, και 5 ½ ετών σε πέντε κατηγορουμένους. Έξι κατηγορούμενοι απαλλάχτηκαν.
Η απόφαση ήταν εξαιρετικά επιεικής σε σύγκριση με ό,τι συνέβη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με παρόμοιο πρόβλημα. Αλλά, ακόμα χειρότερη ήταν η εξέλιξη των πραγμάτων.Στην Ελλάδα δεν εκτελέστηκε κανείς από τους άνδρες των «πολιτικών» δοσιλόγων. Και σε ελάχιστα χρόνια ήταν όλοι ελεύθεροι με διάφορα μέτρα επιείκειας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Δεκέμβριο του 1944 και για δυο μήνες περίπου, οι περισσότεροι από τους κατηγορουμένους δοσιλόγους είχαν μεταφερθεί στην Αίγυπτο, για λόγους ασφαλείας. Πράγματι, στις αρχές του Δεκέμβρη ο ΕΛΑΣ κατέλαβε τις φυλακές Αβέρωφ. Από τους 253 δοσίλογους που υπήρχαν εκεί απήγαγε τους 100, ενώ οι υπόλοιποι κατάφεραν να δραπετεύσουν. Μεταξύ των 100 ήταν και δυο κατοχικοί υπουργοί, ενώ ένας ακόμα εκτελέστηκε μέσα στην Κατοχή στις 17 Ιανουαρίου 1943 ενώ έβγαινε από το σπίτι του.

Γεώργιος Τσολάκογλου, 1886-1948

Ο Γεώργιος Τσολάκογλου του Κωνσταντίνου γεννήθηκε στη Ρεντίνα Αγράφων, τον Απρίλιο του  1886 και πέθανε στην Αθήνα, στις 22 Μαΐου του 1948. Το πραγματικό του επίθετο ήταν Τσολάκογλους και ήταν αμφιθαλής αδελφός του αντιστράτηγου Νικολάου Σπυρόπουλου. Κατατάχθηκε στον Ελληνικό Στρατό και στη συνέχεια εισήλθε στη Σχολή Υπαξιωματικών από την οποία αποφοίτησε το 1912 με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού Πεζικού.
Ως αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, ο Τσολάκογλου συμμετείχε στις κυριότερες μάχες στους Βαλκανικούς Πολέμους, και στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου και προάχθηκε κατ΄ εκλογή σε λοχαγό και ταγματάρχη και υπηρέτησε στο επιτελείο της 1ης Μεραρχίας στην οποία και αργότερα ανέλαβε επιτελάρχης. Συμμετείχε στην εκστρατεία στην Ουκρανία και στην Μικρασιατική εκστρατεία ως διοικητής τάγματος ευζώνων του 1/39ου και αργότερα ως επιτελάρχης της 4ης Μεραρχίας, κατά την επίθεση του Αυγούστου το 1922. Στην επακολουθήσασα σύμπτυξη του Α΄ Σώματος Στρατού στο οποίο ανήκε ακολούθησε στην αρχή την φάλαγγα του στρατηγού Τρικούπη και λίγο πριν την Σμύρνη την φάλαγγα του στρατηγού Φράγκου. Αντισυνταγματάρχης το 1923, συνταγματάρχης το 1925 και ανώτατος πλέον αξιωματικός το 1935 διοίκησε διαδοχικά: Μεραρχία, την Σχολή Ευελπίδων, και το Γ΄ Σώμα στρατού, του οποίου την διοίκηση ανέλαβε αφού παρέδωσε τη διοίκηση Κρήτης που είχε αναλάβει το 1938, όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Το 1940, είχε φθάσει στον βαθμό του αντιστρατήγου και ήταν διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού (Δυτική Μακεδονία). Μετά την επίθεση των Ιταλών κατά τη μάχη του Μόραβα, με επιτυχημένο ελιγμό, και παρά τους δισταγμούς των ανωτέρων του, συνέβαλε στη πλήρη νίκη του υπ’ αυτού Σώματος στρατού.
Την Μεγάλη Τρίτη, 15 Απριλίου 1941, οι επιτελάρχες Α’ Σώματος Στρατού Δεμέστιχας, του Β’ Σώματος Στρατού Μπάκος και Γ’ Σώματος Στρατού Τσολάκογλου, με τον αρχηγό της μαχόμενης στρατιάς Πιτσίκα τηλεγραφούν στο αρχηγείο και ζητούν να εκδώσει διαταγή συνθηκολόγησης. Ο αρχιστράτηγος Παπάγος και το επιτελείο του βρισκόταν στο καταφύγιο του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία. Ο Πιτσίκας παρακάμπτει τον αρχιστράτηγο Παπάγο και τον βασιλιά και τηλεγραφεί προσωπικά στον πρωθυπουργό Κορυζή. Μόλις το έλαβε ο Κορυζής επικοινωνεί τηλεφωνικά με τον Πιτσίκα. Ενημερώνεται και πείθεται για την ανάγκη συνθηκολόγησης. Εν συνεννοήσει με τον υπουργό στρατιωτικών υποσχέθηκε στον Πιτσίκα να του στείλει την διαταγή συνθηκολόγησης μέχρι το μεσημέρι 18 Απριλίου. Ο Πιτσίκας είπε στον πρωθυπουργό ότι ο βασιλιάς και ο Παπάγος είχαν εκδώσει διαταγή συνέχισης του αγώνα μέχρις εσχάτων. Δεν δέχθηκαν την συνθηκολόγηση, που πρότεινε αυτός. Θα τους παρακάμψουμε μαζί με τον υπουργό στρατιωτικών, είπε ο Κορυζής. Βέβαιος ο Πιτσίκας ότι θα λάβει την διαταγή το μεσημέρι, καλεί τον δεκανέα Παναγιώτη Κανελόπουλο, καθηγητή πανεπιστημίου, νομικό και πολιτευτή τον οποίο είχε στο γραφείο του ο Γ. Τσολάκογλου και του ζητά να συντάξει πρωτόκολλο συνθηκολόγησης. Με το πρωτόκολλο έτοιμο περίμενε μάταια ως το βράδυ. Την άλλη μέρα το πρωΐ τηλεγραφεί.

Τηλεγράφημα αρ. 9404/19-4-1941

«Προς τον πρωθυπουργόν Κορυζή. Παρακαλώ κοινοποιήσατε επειγόντως απόφασίν σας επί αναφοράς μου 9388/18-4-41».

Το τηλεγράφημα έφθασε στην Αθήνα την ώρα που γινόταν η κηδεία του Κορυζή. Ο στρατηγός Τσολάκογλου αναλαμβάνει την αρχηγία του μαχόμενου στρατού. Σε συνεννόηση με τον διοικητή του Α΄ Σώματος Στρατού, αντιστράτηγο Παναγιώτη Δεμέστιχα, τον διοικητή του Β΄ Σώματος Στρατού, αντιστράτηγο Γεώργιο Μπάκο, και τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα, υπέγραψε πρωτόκολλο ανακωχής με τον διοικητή της 1ης Μηχανοκίνητης Μεραρχίας Ες-Ες, "Αδόλφος Χίτλερ" υποστράτηγο Γιόζεφ Ντήτριχ (Josef “Sepp” Dietrich), στο Βοτονόσι του Μετσόβου. Τηλεγραφεί:

«Κατάσταση δεν επιδέχεται αναβολή διότι θα κλαύσωμεν ερείπια χειρότερα της Μικράς Ασίας». 
Αποστολεύς Γ. Τσολάκογλου

«Ευρέθην αντιμέτωπος ιστορικού διλήμματος: Ή ν’ αφήσω να συνεχισθη ο αγών και να γίνη ολοκαύτωμα ή υπείκων εις τας παρακλήσεις όλων των ηγητόρων του στρατου ν’ αναλάβω την πρωτοβουλίαν της συνθηκολογήσεως… “Τολμήσας” δεν υπελόγισα ευθύνας… Μέχρι σήμερον δεν μετενόησα δια το τόλμημά μου. Τουναντίον αισθάνομαι υπερηφάνειαν.»

Τα τρία Πρωτόκολλα

Tη νύκτα της 20ής προς 21η Απριλίου, θα γινόταν ανακωχή, σύμφωνα με την οποία ο Ελληνικός Στρατός θα αποσυρόταν εντός δέκα ημερών στην ελληνοαλβανική μεθόριο, ενώ ο Ιταλικός δεν θα εισχωρούσε σε ελληνικό έδαφος με τα γερμανικά στρατεύματα να παρεμβάλλονται μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών. Επιπρόσθετα, οι Έλληνες στρατιώτες θα αποστρατεύονταν, καθώς θα παρέδιδαν τον οπλισμό τους και έπειτα θα μπορούσαν να μεταβούν στις εστίες τους, ενώ οι αξιωματικοί δεν θα θεωρούνταν αιχμάλωτοι πολέμου και θα διατηρούσαν των οπλισμό τους τιμητικώς.

Πρωτόκολλον, 20 Απριλίου 1941

Οι υπογεγραμμένοι στρατηγοί του ανδρείου γερμανικού στρατού και του ανδρείου ελληνικού ελληνικού τοιούτου Ντήντριχ και Τσολάκογλου, αντιπροσωπεύοντες τας αντιστοίχους Στρατιάς συνελθόντες εις Βοτονάσι σήμερον 20ήν Απριλίου 1941 και ώραν 18ην συνωμολόγησαν τα κάτωθι:
1. Παύουν αι εχθροπραξίαι μεταξύ Ελλάδος και Γερανίας την 18ην ώραν της σήμερον και μετ' ολίγας ώρας παύουν αι εχθροπραξίαι μεταξύ Ελλάδος και Ιταλίας μερίμνη του Γερμανού αρχιστρατήγου.
2. Επιτρέπεται ή διέλευσις γερμανικού στρατού από της έως την αύριον Δευτέρας 21ης Απριλίου ίνα παρεμβληθή μεταξύ ελληνικών και ιταλικών στρατευμάτων και ίνα διευκολυνθώσι τα κάτωθι συμφωνηθέντα:
α) Τα ελληνικά στρατεύματα υποχρεούνται να αποσυρθώσι μέχρι των παλαιών ελληνοαλβανικών συνόρων εις χρονικόν διάστημα 10 ημερών.
β) Αι στρατιαί Ηπείρου και Μακεδονίας θ' αποστρατευθώσι,των ανδρών παραδιδόντων τον οπλισμόν των εις αποθήκας ορισθησομένας παρά της Στρατιάς και είτα να μεταβώσιν εις τας εστίας των.
γ) Οι αξιωματικοί θα φέρωσι την εξάρτυσιν και τον οπλισμόν των τιμητικώς μη θεωρούμενοι αιχμάλωτοι. Τα του στρατού θα ρυθμιστούν και οι αξιωματικοί θα διοικώνται βάσει των ελληνικών νόμων.
δ) Ο εφοδιασμός γενικώς του στρατού θα συνεχισθή μερίμνη αυτού.

Υπογραφαί
Τσολάκογλου Ντήντριχ

Η πραγματικότητα ταχύτατα διέψευσε όμως τις προσδοκίες, καθώς οι Γερμανοί δεν κράτησαν τις υποσχέσεις τους. Την ώρα μάλιστα των διαπραγματεύσεων βομβάρδιζαν με πρωτοφανή τρόπο τα Ιωάννινα, χωρίς να αποτελεί εξαίρεση ούτε το νοσοκομείο της πόλης που έφερε εμφανή σήματα του Ερυθρού Σταυρού. Όταν ο διοικητής της 12ης Στρατιάς, φον Λίστ, έλαβε γνώση του πρωτοκόλλου αμέσως ζήτησε την επαναδιατύπωσή του, με πολύ δυσμενέστερους όρους αυτή την φορά. Ο Τσολάκογλου αναγκάστηκε να υπογράψει ένα δεύτερο πρωτόκολλο «ως αιχμάλωτος άνευ ελευθέρας γνώμης», παραδίδοντας τον στρατό μόνο στην Γερμανική Ανώτατη Διοίκηση και όχι στους Ιταλούς.

Πρωτόκολλον

Εν μετώπω, την 21ήν Απριλίου 1941

Μεταξύ της Ανωτέρας Διοικήσεως των Γερμανικών Στρατευμάτων εν Ελλάδι αντιπροσωπευομένης από τον αρχηγόν του Γερμανικού Επιτελείου αντιστράτηγον Γκάϊφενμπεργκ και της Ανωτέρας Διοικήσεως της Βασιλικής Ελληνικής Στρατιάς Ηπείρου και Μακεδονίας αντιπροσωπευομένης από τον αρχιστράτηγον στρατηγόν Τσολάκογλου συνεφωνήθησαν τα κάτωθι:
1. Η Ανωτέρα Διοίκησις των Γερμανικών Στρατευμάτων εν Ελλάδι αποδέχεται την άνευ όρων παράδοσιν της Ελληνικής Βασιλικής Στρατιάς Ηπείρου και Μακεδονίας.
2. Οι ανήκονταες εις την Ελληνικήν Βασιλικήν Στρατιάν Ηπείρου και Μακεδονίας είναι αιχμάλωτοι πολέμου.Τα όπλα, ολόκληρον το πολεμικόν υλικόν και άπαντα τα είδη εφοδιασμού της Στρατιάς αυτής είναι λεία πολέμου του γερμανικού στρατεύματος.
3. Η Ανωτέρα Διοίκησις των εν Ελλάδι Γερμανικών Στρατευμάτων αναγνωρίζει ότι τα ελληνικά στρατεύματα ηγωνίσθησαν γενναίως και εκράτησαν επί του πεδίου των μαχών την στρατιωτικήν τιμήν.
Ως εκ τούτου οι Έλληνες αξιωματικοί διατηρούν τον οπλισμόν των και τας εξαρτύσεις των.
4. Η Ανωτέρα Γερμανική Διοίκησις αφ' ετέρου θα διατάξη τα γερμανικά στρατεύματα να παύσωσι τας εχθροπραξίας ευθύς ως το πρωτόκολλον τούτο αναγνωρισθή και υπογραφή.
5. Ο έκπλους παντοειδών πλοίων εκ των λιμένων περιοχής της Στρατιάς Ηπείρου δέον να απαγορευθή αμέσως. Η Ανωτέρα Ελληνική Διοίκησις θα μεριμνήση ίνα τα εις τους λιμένας ευρισκόμενα πλοία παραμείνωσιν αυτόθι μέχρι νεωτέρας διαταγής υπό επίβλεψιν ελληνικών στρατευμάτων.
6. Οι Έλληνες αιχμάλωτοι πολέμου θα παραμείνωσι προς το παρόν εις χώρους συγκεντρώσεως. Μετά το πέρας των πολεμικών διαπραγματεύσεων, προβλέπεται η απελευθέρωσις απάντων των μονίμων και εφέδρων αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών.
7. Η Ανωτέρα Διοίκησις θέλει μεριμνήσει ίνα τα ελληνικά στρατεύματα παραμείνωσιν υπό την ηγεσίαν των αξιωματικών των ως και δια την λήψιν μέτρων δια την κανονικήν εκτέλεσιν των όρων ανακωχής.
Ο εφοδιασμός και η ιατρική περίθαλψις των εν αιχμαλωσία στρατευμάτων θα γίνεται μερίμνη της Ανωτέρας Ελληνικής Διοικήσεως.
8. Η Ανωτέρα Διοίκησις των ελληνικών στρατευμάτων θα ορίση πληρεξούσιον σύνδεσμον προς διακανονισμόν των λεπτομερειών και εκτελέσεως των όρων παραδόσεως μετά σχετικού γερμανικού συνδέσμου ορισθησομένου αργότερον.
Ο σύνδεσμος ούτος θα επιδώση το ταχύτερον δυνατόν μίαν συνολικήν κατάστασιν εμφαίνουσαν την δύναμιν, τον εξοπλισμόν και την στρατιωτικήν συγκρότησιν της τέως Στρατιάς Ηπείρου και Μακεδονίας.
9. Με την Βασιλικήν Ιταλικήν Ανωτέραν Διοίκησιν εν Αλβανία θα ορισθή ζώνη διαχωρισμού, ίνα επιτευχθή μία ταχεία παύσις εχθροπραξιών εφ'ολοκλήρου του μετώπου και η κατά το δυνατόν άνευ προστριβής εκτέλεσις της παραδόσεως.
Ποίον πολεμικόν υλικόν και ποία όπλα θα παραδοθώσιν εις την Ανωτέραν Ιταλικήν Διοίκησιν θέλει διακανονισθή βραδύτερον.
Ο Μουσολίνι εξοργισμένος από αυτή την συμφωνία διέταξε αντεπιθέσεις εναντίον των ελληνικών δυνάμεων, οι οποίες αποκρούστηκαν. Χρειάστηκε προσωπική παρέμβαση του Μουσολίνι προς τον Χίτλερ ώστε να επιτευχθεί μία ανακωχή στην οποία θα περιλαμβανόταν και η Ιταλία.

Σύμβασις Συνθηκολογήσεως

Μεταξύ της Ανωτάτης Διοικήσεως του Γερμανικού Στρατού και της Ανωτάτης Διοικήσεως του εν Αλβανία Ιταλικού Στρατού αφ'ενός και της Ελληνικής Στρατιάς Ηπείρου-Μακεδονίας αφ'ετέρου:

23 Απριλίου 1941

Η Ανωτάτη Διοίκησις της Βασιλικής Ελληνικής Στρατιάς Ηπείρου Μακεδονίας αντιπροσωπευομένη υπό του αρχιστρατήγου στρατηγού Τσολάκογλου προέβη εις διάβημα παρά τη Ανωτάτη Διοικήσει των γερμανικών στρατευμάτων εν Ελλάδι και τη Ανωτάτη Ιταλική διοικήσει του εν Αλβανία στρατού με την παράκλησιν της αποδοχής της άνευ όρων συνθηκολογήσεως της Ελληνικής Στρατιάς Μακεδονίας-Ηπείρου.

Άρθρον 1ον. Η Ανωτάτη Γερμανική και Ιταλική Διοίκησις αποδέχονται την τοιαύτην άνευ όρων παράδοσιν της Ελληνικής Στρατιάς Ηπείρου-Μακεδονίας.
Άρθρον 2ον. Οι ανήκοντες εις την Ελληνικήν Στρατιάν Ηπείρου-Μακεδονίας είναι αιχμάλωτοι πολέμου.Λαμβανομένης υπ'όψιν τηςυπό των ελληνικών στρατευμάτων επιδειχθήσης ανδρείας επί του πεδίου της μάχηςκαι της ως εκ τούτου διατηρήσεωςς της στρατιωτικής τιμής, διατηρούσιν οι έλληνες αξιωματικοί ξίφος και εξάρτυσιν.
Άπαντες οι Ιταλοί αιχμάλωτοι πολέμου, οίτινες υπάρχουν εν τη περιοχή της ελληνικής Στρατιάς Ηπείρου-Μακεδονίας πρέπει να παραδοθώσιν αμέσως εις τα ιταλικά στρατεύματα. Οι Έλληνες αιχμάλωτοι πολέμου θα συγκεντρωθώσιν επί του παρόντος εις στρατόπεδα συγκεντρώσεως.
Μετά το πέρας των εχθροπραξιών επί του ελληνικού ηπειρωτικού εδάφους και των Ιονίων νήσων προβλέπεται η απελευθέρωσις απάντων των αξιωματικών και στρατιωτικών.
Άρθρον 3ον. Η Ανωτάτη Ελληνική Διοίκησις θα φροντίση όπως τα ελληνικά τμήματα παραμείνωσιν υπό την διοίκησιν των αξιωματικών αυτών και όπως λάβωσι πάντα τα μέτρα δια την τακτικήν διεκπεραίωσιν της συνθηκολογήσεως.
Ο εφοδιασμός και η ιατρική περίθαλψις των εν αιχμαλωσίαν στρατευμάτων είναι κατ'αρχήν έργον της Ανωτάτης Ελληνικής Διοικήσεως.
Άρθρον 4ον. Τα όπλα, άπαν το πολεμικόν υλικόν και τα αποθέματα της Στρατιάς ταύτης, συμπεριλαμβανομένου και του αεροπορικού υλικού, ως και αι επίγειοι εγκαταστάσεις της αεροπορίας είναι λεία πολέμου.
Άρθρον 5ον. Η Ανωτάτη Διοίκησις των ελληνικών στρατευμάτων θα φροντίση με παν μέσον όπως αι εχθροπραξίαι καταπαύσωσιν άνευ χρονοτριβών, όπως πάσα καταστροφή, ή εκμηδένισις πολεμικού υλικού και προμηθειών και εν τη πρεριφερεία της Στρατιάς υπάρχουσαι οδοί
Άρθρον 6ον. Ο απόπλους πλοίων πάσης φύσεως εκ των λιμένων και πάσα αεροπορική επικοινωνία εν τη περιφερεία της Στρατιάς Μακεδονίας-Ηπείρου πρέπει ν'απαγορευθή με άμεσον ισχύν του όρου τούτου. Η Ανωτάτη διοίκησις της Ελληνικής Στρατιάς είναι υπεύθυνος όπως κατασχεθώσι τα ευρισκόμενα εις τους λιμένας πλοία, συμπεριλαμβανομένων και των φορτίων των, ως και των λιμενικών εγκαταστάσεων και όπως ταύτα παραμείνωσιν υπό την επίβλεψιν των ελληνικών στρατευμάτων, μέχρις ότου ληφθή οριστική απόφασις περί αυτών. 
Άρθρον 7ον. Η Ανωτάτη Διοίκησις των ελληνικών στρατευμάτων θα ορίση πληρεξουσίους επιτελικούς συνδέσμους, οίτινες θα κανονίζωσι τας λεπτομερείας της διεκπεραιώσεως της συνθηκολογήσεως μετά των γερμανικών και ιταλικών υπηρεσιών, αίτινες θα κατονομασθώσιν.
Οι επιτελικοί ούτοι σύνδεσμοι θα παραδώσωσιν όσον το δυνατόν ενωρίτερον μίαν (συγκεντρωτικήν) κατάστασιν της δυνάμεως εξοπλισμού και πολεμικής συνθέσεως της μέχρι τούδε Στρατιάς Ηπείρου-Μακεδονίας.
Άρθρον 8ον. Η κατάστασις των εχθροπραξιών μεταξύ των γερμανικών στρατευμάτων και των ελληνικών στρατευμάτων της Στρατιάς Ηπείρου Μακεδονίας παραμένει ως καθορίζεται εν τω πρωτοκόλλω παραδόσεως της 21ης Απριλίου. Η κατάστασις των εχθροπραξιών μεταξύ των ιταλικών στρατευμάτων και της Στρατιάς Ηπείρου Μακεδονίας τίθεται εν ισχύι μόνον την 23ην Απριλίου 18ην ώραν, εκτός εάν τα ελληνικά στρατεύματα προ του ιταλικού μετώπου κατέθεσαν τα όπλα προηγουμένως ήδη.
Άρθρον 9ον. Διά της συμβάσεως ταύτης τίθεται εκτός ισχύος το πρωτόκολλον παραδόσεως της 21ης Απριλίου το συνταχθέν μεταξύ της Ανωτάτης Διοικήσεως των γερμανικών στρατευμάτων εν Ελλάδι και του Ανωτάτου Διοικητού της Ελληνικής Στρατιάς Ηπείρου-Μακεδονίας.

Διά την Ιταλικήν, Ανωτάτην Διοίκησιν εν Αλβανία, Alberto Ferrero

Διά την Γερμανικήν, Ανωτάτην Στρατιωτικήν Διοίκησιν, Alfred Jodl

Ο αρχιστράτηγος της Ελληνικής, Στρατιάς Ηπείρου-Μακεδονίας, Γεώργιος Τσολάκογλου

Σύμφωνα με τους όρους του τρίτου και οριστικού πρωτοκόλλου συνθηκολόγησης, οι στρατιώτες έπρεπε να παραμείνουν στις θέσεις που είχαν μέχρι την αποστράτευσή τους. Όμως δεν έγινε το ίδιο με όλες τις μονάδες, που μόλις μάθαιναν την είδηση της παράδοσης, πετούσαν τα όπλα τους, διέλυαν την παράταξη και ακολουθούσαν το δρόμο που πίστευαν ότι θα τους οδηγούσε συντομότερα στον τόπο τους. Υπήρξαν περιπτώσεις που ο αποχωρισμός από τα όπλα σήμανε τον έσχατο εξευτελισμό του μαχητή. Αυτό το αίσθημα εκφράσθηκε από τον ταγματάρχη πυροβολικού Κωνσταντίνο Βερσή, που τη στιγμή της παράδοσης έδωσε εντολή να καταστραφούν τα πυροβόλα της μοίρας του και αυτοκτόνησε, ενώ οι στρατιώτες της μοίρας του έψαλαν τον Εθνικό Ύμνο.
Την ημέρα που ο Τσολάκογλου υπέγραφε την οριστική συνθηκολόγηση του στρατού, ο Βασιλιάς Γεώργιος με τον πρωθυπουργό Εμμανουήλ Τσουδερό, τον πρίγκιπα Πέτρο και τον Αγγλο πρεσβευτή σερ Μάικλ Πάλαιρετ εγκατέλειπαν την Ελλάδα μ' ένα υδροπλάνο «Σάντερλαντ». Δυο μέρες πριν, στις 21 Απριλίου, έφυγε το ζεύγος των διαδόχων Παύλος και Φρειδερίκη, ενώ τη νύχτα 22 με 23 Απριλίου με τα αντιτορπιλικά «Β. Ολγα», «Πάνθηρ» και «Ιέραξ» αναχώρησαν, υπουργοί και λειτουργοί.

Ο ναύαρχος Σακελλαρίου αναφέρει :

«..Άπαντες οι υπουργοί, ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος και μερικοί κρατικοί επίσημοι και μη λειτουργοί, οι πλείστοι με τας οικογενείας των- γυναίκες, τέκνα, πενθερές, κουβερνάντες- και τας αποσκευάς των- μπαούλα, βαλίτσες και τουαλέτες, τσάντες με ρουχισμό, μερικοί με παιχνίδια των παιδιών των και κάποιοι με τα χρυσαφικά των. Ο Βασιλεύς και ο κ. Τσουδερός ανεχώρησαν αεροπορικώς περί τα ξημερώματα της 23ης Απριλίου, αφού αφήκαν και από μίαν προκήρυξιν προς τον Λαόν διά να του εξηγήσουν την προς την Κρήτην απομάκρυσίν των. Φαίνεται όμως ότι η θέα τοσούτον ασυνηθίστου διά πολεμικά πλοία φορτίου, και δη εν καιρώ πολέμου, εξηρέθισε τα πληρώματα εις τοιούτον βαθμόν, ώστε εις την Σούδαν εξεδηλώθη μικρά στάσις επί του "Βασίλισσα Ολγα", του προσωπικού απαιτήσαντος να μην επιβή κανείς πλέον. Αντιλαμβάνεται ο καθείς την ψυχολογία όλων αυτών των αξιωματικών, υπαξιωματικών και ναυτών που κανένας τους δεν εγνώριζε πού και πώς άφηναν τα σπίτια τους, όταν έβλεπαν ότι υπήρχαν προνομιούχοι Ελληνες και Ελληνίδες ή Ελληνόπουλα που μπορούσαν ανέτως να μεταφέρονται με τα πολύτιμα των υπαρχόντων των προς άλλας ασφαλείς κατευθύνσεις μέχρις ότου παρέλθει η συμφορά ή όταν έβλεπαν ότι η οικογένεια του Πρωθυπουργού της Ελλάδος συνωδεύετο και από το απαραίτητο σκυλάκι της, χωρίς τη συντροφιά του οποίου φαίνεται ότι δεν ήτο δυνατόν να σωθεί η Ελλάς».

Ο Γεώργιος Τσολάκογλου γράφει στα απομνημονεύματά του:

«Ύστερον από τας αγωνιώδεις και δραματικάς στιγμάς που διήλθον την νύκτα εκείνην και υπό τοιαύτας ως ανωτέρω συνθήκας, ευρέθην αντιμέτωπος ιστορικού διλήμματος:
Ή ν' αφήσω να συνεχισθή ο αγών και να γίνη ολοκαύτωμα Ή υπείκων εις τας παρακλήσεις όλων των ηγητόρων του Στρατού ν΄αναλάβω την πρωτοβουλίαν της συνθηκολογήσεως. (130)
Εις την πρώτην περίπτωσιν η συνέχισις της αντιστάσεως ήτο θεωρητική και «τρόπος του λέγειν» διότι οι άνδρες ηρνούντο την μάχην. Ως ετονίσθη είχον εκλείψει οι προϋποθέσεις της περαιτέρω διεξαγωγής του πολέμου. Και το πρακτικόν αποτέλεσμα θα ήτο να οδηγηθή ολόκληρος Γενεά του Έθνους εις βέβαιον σφαγιασμόν και ασφαλή εξόντωσιν.
Διότι ο εχθρός και από αέρος και από ξηράς θα ήρχιζε απηνή βομβαρδισμόν και ταυτοχρόνως θα έρριπτε αλεξιπτωτιστάς εις Δρίσκον και νοτίως Ιωαννίνων δια να υποσκελίση πάσαν κίνησιν εκ Μετσόβου προς Ιωάννινα και εξ Ιωαννίνων προς Άρταν και να εξουδετερώση τυχόν αντίστασιν του Αράχθου (γέφυρα Μπαλιτούμας ), πράγμα που θα επέφερε απωλείας μας.
Περί τιμής δεν ωμίλησα διότι η ατίμωσις ήτο ασφαλής.
Εάν εθυσιάζετο ο Στρατός με την συνέχισιν του αγώνος και ο υπολειπόμενος ηχμαλωτίζετο παρά των Ιταλών με τίνας θα συνεχίζετο ο αγών εις την Αίγυπτον, εις Ελ Αλαμέιν, εις το Ρίμινι, εις τα βουνά κατά την διάρκειαν της κατοχής και εις τα σύνορα σήμερον; (δήλωσις συνταγματάρχου Τσακαλώτου).
Η πρώτη λύσις ήτο ευκολωτέρα δι' εμέ ως μη βαρύνουσα με ευθύνας. Θα επέστρεφον εις τας Αθήνας ως εθνικός ήρως ως ήλθον και άλλοι στρατηγοί.
Ουχ’ ήττον θα ήτο βεβαρημένη η συνείδησίς μου όταν θα επληροφορούμην την εξολόθρευσιν των συμπολεμιστών μου, τα καταναγκαστικά έργα που θα τοις επεβάλλοντο εις την αιχμαλωσίαν και ίσως τας ατιμώσεις. Πώς θα ηρέμει έπειτα η συνείδησίς μου;
Επροτίμησα να βαδίσω τον ανηφορικόν δρόμον του μαρτυρίου.
Επροτίμησα να έχω ήρεμον την συνείδησίν μου και να αισθάνομαι την υττερηφάνειαν ότι:
- έσωσα τους συμπολεμιστάς μου
- έσωσα την τιμήν των όπλων
- συνεμερίσθην τον ττόνον των στρατιωτών μου παραμένων κοντά των, εις τα βλέμματα των οποίων εδιάβαζα την αγωνίαν.
Όσοι έζησαν τας δραματικάς εκείνας ημέρας, εκείνοι μόνον ημπορούν να αντιληφθούν τί σημαίνει "αγωνία", την οποίαν ο Συνταγματάρχης Τσακαλώτος, απεκάλεσε συναισθηματισμόν των στρατιωτών.
Όσοι διώκησαν Στρατόν, κατά τον πόλεμον, εκείνοι νοιώθουν την σημασίαν της στοργής του ενδιαφέροντος, του καθήκοντος του Ηγήτορος δια τους άνδρας του.
Ενεθυμήθην την σεβαστήν θέλησιν των αθανάτων Νεκρών μας, οίτινες έπεσον δια την τιμήν των Ελληνικών όπλων.
Κλίνω ευλαβές το γόνυ προ της σκιάς αυτών και ομολογώ ενώπιον των ότι η συνθηκολόγησις ήτο αποτέλεσμα σθεναράς αντιμετωπίσεως της σιδηράς πραγματικότητος και απέβλεπε εις την διάσωσιν της τιμής των όπλων.
Συνεπώς αττεφασίσα την συνθηκολάγησιν αφού κατέστη ανθρωπίνως αδύνατος η ττεραιτέρω διεξαγωγή του Πολέμου και αφού επεισθην ότι η πτώσις των Ιωαννίνων, ήτοι η κύκλωσις του Τ.Σ.Η, θα συνετελείτο ή ούτως ή άλλως εντός της 20 Απριλίου.
Δημιουργός της εποποιίας εις τα αφιλόξενα Αλβανικά εδάφη και συντελεστής της παρατάσεως του αγώνος, δεν ήτο δυνατόν να σκεφθώ τον τερματισμόν του αγώνος δια της συνθηκολογήσεως. Τουναντίον αι προσπάθειαί μου όλαι έτειναν δια να κερδίσωμεν ημέρας και ώρας, δια να δυνηθούν αι Βρεταννικαί Δυνάμεις ν’ αποχωρήσουν και να καταφθάσουν αι ανά την Πίνδον περιπλανώμεναι Μεραρχίαι μου εις Μέτσοβον προς ενίσχυσιν του κατά των Γερμανών μετώπου μας.
Την Μεγάλην Παρασκευήν είχομεν φθάσει κατά τον Στρατηγόν Πιτσίκαν «εις το απροχώρητον» εν τοσούτω δεν ενέδωκα εις παράκλήσεις των Ηγητόρων να ζητήσω να δοθή λύσις, διότι υφίστατο δυνατότης αντιστάσεως επί της γραμμής Κατάρας, Και τούτο επί τω σκοπώ να κερδίσωμεν χρόνον. Τον εκερδίσαμεν, διότι ο εχθρός ηδράνησε εις Καλαμπάκαν ή προπαρασκεύαζε το σχέδιον επιθέσεως κατά Μετσόβου και Ιωαννίνων,
Όταν όμως ενημερώθην παρά του Επιτελάρχου μου εξ Αθηνών περί των αντιλήψεων του Γενικού Στρατηγείου.
Όταν oι φαντάροι των ταγμάτων επί τής γραμμής Κατάρας-Ζυγού έδειξαν στασιαστικήν κίνησιν και ηπείλησαν τους πυροβολητάς μας.
Όταν εξουσιοδοτήθην παρά των Α' και Β' Σωμάτων όπως συνθηκολογήσω εκ μέρους των και προ παντός όταν εβεβαιώθην ότι αι αναμενόμεναι Μεραρχίαι μου δεν είχον αξιόμαχον αξίαν τινα».

Η κυβέρνηση

Το απόγευμα της 29ης Απριλίου 1941 ο στρατηγός Τσολάκογλου ανακοίνωνε από τον ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, η οποία θα ορκιζόταν το επόμενο πρωί. Η σύνθεσή της είχε σχεδόν διαμορφωθεί, ύστερα από τις επαφές που είχε πραγματοποιήσει εκείνη την ημέρα.
Ωστόσο απείχε από την αρχική σύνθεση, η οποία είχε υποβληθεί στον Μπέντσλερ στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με το πρώτο σχέδιο θα συμμετείχαν, πλην του Τσολάκογλου που θα είχε την προεδρία, οι στρατηγοί Δεμέστιχας, Μπάκος, Μάρκου, Μουτούσης, Βραχνός και Κατσιμήτρος (ως υπουργοί Εσωτερικών, Εθνικής Αμύνης, Ασφαλείας, Παιδείας και Επισιτισμού αντίστοιχα), οι συνταγματάρχες Δημάρατος και Μπουλαλάς (Αγορανομίας και Γεωργίας αντίστοιχα) και ο στρατηγός Νικ. Ραγκαβής (ως υπουργός γενικός διοικητής Μακεδονίας).
Η προτίμηση στρατιωτικών δεν ήταν τυχαία. Σκοπός ήταν να προβληθεί χαρακτήρας «εθνικής σωτηρίας» στη νέα κυβέρνηση και ιδιαίτερα να υπάρχει απόλυτος συσχετισμός μεταξύ των στρατιωτικών ηγετών που είχαν δράσει ένδοξα στο Μέτωπο και των νέων υπουργών. Αντικειμενικά άλλωστε, η Ελλάδα δεν ήταν μια χώρα ασυνήθιστη από στρατοκρατικές εμπειρίες. Από το 1922, επί συνόλου 17 πρωθυπουργών, οι 6 ήταν εν ενεργεία ή απόστρατοι αξιωματικοί – χωρίς να γίνει ειδική αναφορά στον αριθμό των στρατιωτικών κινημάτων που είχαν επιχειρήσει επιτυχώς ή ανεπιτυχώς να καταλάβουν την αρχή. Οπωσδήποτε το νέο στοιχείο θα ήταν ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης αποκλειστικά από εν ενεργεία ανώτατους και ανώτερους αξιωματικούς που μέχρι την προηγούμενη ημέρα διοικούσαν τον ελληνικό στρατό που πολεμούσε. Η εμμονή σ’ αυτόν τον στρατοκρατικό χαρακτήρα της κατοχικής κυβέρνησης οφειλόταν οπωσδήποτε στον Τσολάκογλου, τον στρατηγό που υπέγραψε τη συνθηκολόγηση, και που με τη συνέχεια αυτή της πρωτοβουλίας του εκείνης ήθελε να προβάλει το ενιαίο στις απόψεις των στρατηγών του Μετώπου. Και βεβαίως να επιμερισθούν επικοινωνιακά οι ευθύνες της συνθηκολόγησης στους άλλους στρατηγούς.
Ήδη από τις συζητήσεις με τον Μπέντσλερ στη Θεσσαλονίκη είχε εγκαταλειφθεί η μονόπλευρη χρησιμοποίηση των στρατηγών και τουλάχιστον τρία υπουργεία (Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας) επρόκειτο να δοθούν σε ιδιώτες, ενώ το ζήτημα αν η θέση του υπουργού Εξωτερικών θα καλυπτόταν αφέθηκε εκκρεμές, καθώς δεν ήταν βέβαιο αν το υπουργείο θα διαλυόταν ή όχι. Εν τω μεταξύ, ύστερα από υπόδειξη του Ρίμπεντροπ, αποφασίσθηκε να είναι μεγαλύτερη η αναλογία των ιδιωτών σε σχέση με τους στρατηγούς.
Στην αναφορά, που έστειλε στο Βερολίνο ο Μπέντσλερ, αν και δεν γίνονται κρίσεις για τα συγκεκριμένα πρόσωπα που προτείνονται για να επανδρώσουν την κυβέρνηση Τσολάκογλου, προστέθηκε ότι ο «στρατηγός υποσχέθηκε να προσέξει να μην εισχωρήσουν “ελευθεροτέκτονες” ανάμεσα στα μέλη του υπουργικού συμβουλίου». Ασφαλώς και δεν θα είναι φαντασίωση του Γερμανού διπλωμάτη, αλλά το θέμα είναι ότι στη σύνθεση της νέας κυβέρνησης, όπως αυτή ανακοινώθηκε από τον ίδιο στην αναφορά του, υπήρχαν ορισμένοι τέκτονες (Κατσιμήτρος, Δημάρατος), ενώ την ιδιότητα αυτή είχαν και οι Λογοθετόπουλος και Λούβαρις, ώστε φαίνεται ότι το γεγονός αυτό δεν αποτελούσε σοβαρό ή ανυπέρβλητο κώλυμμα, αφού άλλωστε και στις επόμενες κατοχικές κυβερνήσεις πήραν μέρος και άλλοι τέκτονες.
Η ορκωμοσία των υπουργών έγινε σε δύο κλιμάκια. Το πρώτο, που το αποτελούσαν οι Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλος, Λιβιεράτος, Χατζημιχάλης και Μπάκος, ορκίσθηκε στις 11 το πρωί. Το δεύτερο, αποτελούμενο από τους στρατηγούς Δεμέστιχα, Μουτούση, Κατσιμήτρο και Μάρκου, ορκίσθηκε στις 6.30 το απόγευμα από τον ίδιο αρχιμανδρίτη στην ίδια αίθουσα. Οι στρατηγοί δεν είχαν προλάβει να φθάσουν από τα Ιωάννινα, παρά το γεγονός ότι οι Γερμανοί διέθεσαν στρατιωτικό αεροπλάνο.
Από το βράδυ της 29ης Απριλίου μεταδίδονταν από το ραδιόφωνο της Αθήνας η προκήρυξη και οι «προγραμματικές δηλώσεις» της νέας κατοχικής κυβέρνησης, οι οποίες ήταν εξαιρετικά λιγόλογες και κάπως αόριστες:

«Εν Αθήναις τη 29η Απριλίου 1941

Έλληνες,

 Οι υπεύθυνοι της εθνικής συμφοράς έφυγαν από τας Αθήνας και εγκατέλειψαν το πάτριον έδαφος. Υπό την ασφαλή προστασίαν της θαλάσσης από τας επιθέσεις του αντιπάλου, απαιτούν από όλους μας να συνεχισθή ο αγών, το μάταιον του οποίου Σεις όλοι οι παραμείναντες επί του πατρίου εδάφους έχετε κατανοήσει.
Η σκληρά πραγματικότης είναι, ότι μετά την κατάληψιν των Αθηνών υπό του γερμανικού στρατού και μετά την φυγήν των Άγγλων, δεν δύναται να γίνη ουδείς πλέον λόγος περί συνεχίσεως του αγώνος.
Κυβέρνησις που ετράπη εις φυγήν ουδέν δικαίωμα έχει να απαιτή από τον ελληνικόν λαόν θυσίας αι οποίαι ισοδυναμούν με σφαγιασμόν και αυτοκτονίαν.

Έλληνες,

Πρέπει ν’ αναλάβωμεν την τύχην της χώρας σθεναρώς εις τα χέρια μας και ν’ ατενίζωμεν κατάματα την σκληράν πραγματικότητα. Διά ν’ ανταποκριθώμεν εις ταύτα απεφάσισα από κοινού μεθ’ όλων των στρατηγών και αξιωματικών του αγωνισθέντος ελληνικού στρατού να σχηματίσω υπό την προεδρίαν μου Κυβέρνησιν, ήτις θα εξασκή την εξουσίαν της ανεξάρτητα της μέχρι τούδε Κυβερνήσεως της Ελλάδος, εδραζομένην επί μόνης κυριάρχου θελήσεως του ελληνικού λαού.
Αυτή θα είναι η μόνη νόμιμος Κυβέρνησις εν Ελλάδι και θα έχη ως εντολήν και μοναδικόν προορισμόν, τη συγκαταθέσει των δυνάμεων κατοχής, ν’ αποκαταστήση την ησυχίαν και την τάξιν εις τον δυστυχισμένον αυτόν τόπον και να χαρίση εις τον ελληνικόν λαόν την ασφάλειαν διά μιάς υπευθύνου και δραστηρίας ενεργείας, ώστε κανείς να μη αισθάνεται τον εαυτόν του εις τας σημερινάς δυσκόλους και τραγικάς στιγμάς, ως απροστάτευτον.
Καθένας από Σας θα αισθάνεται ότι υφίσταται ελληνική Κυβέρνησις ήτις στοργικώς και με όλας τας δυνάμεις θα προσπαθή να σας ανακουφίζη από το βαρύ φορτίον που επεσώρευσεν ο πόλεμος.

Έλληνες,

Με γνωρίζετε ως διοικητήν στρατευμάτων και γνωρίζετε τους λοιπούς στρατηγούς ως διοικητάς στρατευμάτων, άτινα πάντα ημύνθησαν του πατρίου εδάφους εις ηρωικούς και αιματηρούς αγώνας. Διά των αγώνων τούτων επετύχατε να κρατήσητε υψηλά την τιμήν των ελληνικών όπλων και ν’ αναδειχθήτε άξιοι απόγονοι των ηρώων αγωνιστών του Μαραθώνος, των Θερμοπυλών, της Σαλαμίνος και των Πλαταιών. Δι’ ον λόγον υπεχρεώθην τελικώς ως εναπομείνας εις το μέτωπον ανώτερος Διοικητής των στρατευμάτων να δώσω εις Σας την διαταγήν να καταθέσητε τα όπλα, διά τον ίδιον ακριβώς λόγον σας προσκαλώ σήμερον να με ακολουθήσητε, προς αναστήλωσιν της φιλτάτης Πατρίδος. Ο λόγος ούτος είναι ότι έπρεπε πλέον να σταματήση η άσκοπος αιματοχυσία.
Εφεξής δε μακράν παντός ξένου συμφέροντος και οδηγούμενοι απλώς και μόνον από το ακραιφνές ελληνικόν συμφέρον, ας προσπαθήσωμεν να ζήση η Ελλάς και να εξασφαλισθή εκ νέου εις τον λαόν της η ειρήνη και η εργασία.
Κανένας να μη διστάση.
Πάντες ας συμβάλωμεν με όλας μας τας δυνάμεις εις τούτο.
Βασίζομαι εις τον πατριωτισμόν κάθε ενός από Σας.
Κύριον μέλημα της νέας Κυβερνήσεως θα είναι:
1) Η επίλυσις του ζητήματος της θέσεως των αξιωματικών και οπλιτών οίτινες παραμένουσιν νυν ως αιχμάλωτοι.
2) Η βοήθεια των αναπήρων και παθόντων εν πολέμω και γενικώς η παροχή κοινωνικής προνοίας.
3) Η επίλυσις του ζητήματος του επισιτισμού της χώρας. Ούτος θα ανατεθή εξ ολοκλήρου εις την Αγροτικήν Τράπεζαν.
4) Η αποκατάστασις της εθνικής και ιδιωτικής οικονομίας της χώρας.
5) Η παροχή εργασίας εις πάντας και η ενίσχυσις της γεωργίας και βιομηχανίας.
6) Η αποκατάστασις του συγκοινωνιακού ζητήματος και
7) Η απόλυτος τήρησις της τάξεως και ασφαλείας».

Στρατηγός Γεώργ. Τσολάκογλου
Πρόεδρος της Κυβερνήσεως».

Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στις αθηναϊκές εφημερίδες της επομένης, όπως και η «προκήρυξη» του στρατηγού Τσολάκογλου «προς τον στρατόν και τον λαόν», από την οποία είχαν αφαιρεθεί οι αντιβασιλικοί υπαινιγμοί, ύστερα από υπόδειξη του Λούβαρι.
Η πρώτη νομοθετική πράξη του Γεωργίου Τσολάκογλου ως υπουργού  ήταν να αφαιρέσει από το προηγούμενο καθεστώς τους δύο κύριους μηχανισμούς του, στους οποίους στηριζόταν, για να ασκεί την πανελλήνια προπαγάνδα του: Το υφυπουργείο Τύπου-Τουρισμού και την ΕΟΝ.
Ο τρίτος καίριος μηχανισμός της δικτατορίας, το υφυπουργείο Ασφαλείας, δεν διαλύθηκε, διότι οι υπηρεσίες του κρίθηκαν απαραίτητες. Ωστόσο έγιναν σταδιακά και κάπως αθόρυβα μεγάλες ανακατατάξεις στην ιεραρχία των σωμάτων ασφαλείας, ιδιαίτερα στην Αστυνομία Πόλεων.
Το υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού υποκαταστάθηκε με τη σύσταση Διεύθυνσης Τύπου και Ραδιοφωνίας, η οποία τελικά αναβαθμίσθηκε σε γενική διεύθυνση. Τη νέα διεύθυνση ανέλαβε ο Νικόλαος Γιοκαρίνης, ο οποίος, εκτός από την επαγγελματική απασχόλησή του ως δημοσιογράφου, ταυτόχρονα ήταν διευθυντής Γενικών Αρχείων και Δημοσιευμάτων του Πανεπιστημίου Αθηνών. Καθώς ήταν μόνιμο στέλεχος του Πανεπιστημίου Αθηνών, αποσπάσθηκε με πρωθυπουργική απόφαση. Ο Νικόλαος Γιοκαρίνης έγινε ο παντοδύναμος άρχων του Τύπου ως διάδοχος του Νικολούδη.
Η πολυάριθμη στελέχωση του πρώην υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού μειώθηκε σημαντικά, καθώς μάλιστα η δεύτερη αρμοδιότητά του για τον τουρισμό λόγω των συνθηκών είχε καταστεί σχεδόν ανύπαρκτη.Το κύριο αντικείμενο της νέας διεύθυνσης περιοριζόταν στην παρακολούθηση του Τύπου και στην άσκηση της ελληνικής λογοκρισίας, ενώ η ξενόγλωσση λογοκρισία.
Η ραδιοφωνική υπηρεσία έμεινε ανέγγιχτη, όπως άλλωστε προβλεπόταν από την πρώτη νομοθετική πράξη, και όλοι οι εργαζόμενοι σ’ αυτήν παρέμειναν στη θέση τους, ενώ ευθύς μετά παραχωρήθηκε αύτανδρη στην Ανώνυμη Ελληνική Ραδιοφωνική Εταιρία (ΑΕΡΕ), που ανήκε κατά πλειοψηφία στη γερμανική Telefunken και στον Ιωάννη Βουλπιώτη.

Νομοθετική Πράξη υπ’ αριθ. 1

«Άρθρον μόνον

1. Το υφυπουργείον Τύπου και Τουρισμού καταργείται.
2. Ιδρύεται παρά τω Πρωθυπουργώ Διεύθυνσις Τύπου και Ραδιοφωνίας ενασκούσα απάσας τας αρμοδιότητας και δικαιοδοσίας του καταργουμένου υφυπουργείου. Εις ταύτην παραδοθήσονται διά τακτικού πρωτοκόλλου αμέσως άπαντα τα αρχεία του καταργουμένου υφυπουργείου, εργαλεία, μηχανήματα, παν περιουσιακόν στοιχείον και λογαριασμοί.
3. Της ανωτέρω διευθύνσεως προΐσταται αποφάσει του Πρωθυπουργού ανώτερος δημόσιος υπάλληλος ή ανώτερος υπάλληλος νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κατ’ απόσπασιν. Τα της αναλώσεως των εξόδων της ιδρυομένης υπηρεσίας διενεργούνται παρά της ιδίας διευθύνσεως με μόνον διατάκτην τον διευθυντήν επί τη βάσει των εγγεγραμμένων πιστώσεων εις τον προϋπολογισμόν της ραδιοφωνικής υπηρεσίας.
4. Εκ του προσωπικού του καταργουμένου υφυπουργείου διατηρούνται εις τας θέσεις των οι υπηρετούντες εις την ραδιοφωνικήν υπηρεσίαν τεχνικοί υπάλληλοι και υπηρέται, πάντων των λοιπών απολυομένων δι’ αποφάσεως του πρωθυπουργού.
5. Οι υπάλληλοι και οι υπηρέται των υπολοίπων υπηρεσιών του υφυπουργείου υφ’ οιανδήποτε υπηρετούντες σχέσιν διατηρούνται εν τη υπηρεσία εφόσον υπηρέτησαν κατά τον τελευταίον πόλεμον ως κληρωτοί ή ως έφεδροι εις την ζώνην των επιχειρήσεων, καθώς και εάν τυγχάνουν σύζυγοι, χήραι, τέκνα, γονείς ή αδελφοί, ή αδελφαί φονευθέντων ή θανόντων κατά τον τελευταίον πόλεμον.
6. Κατά την, κατά την παράγραφον 2 της παρούσης, παράδοσιν του αρχείου και λοιπών του καταργουμένου υφυπουργείου συμπράττουσιν εις ανώτερος τεχνικός υπάλληλος του υπουργείου Συγκοινωνίας οριζόμενος παρά του αρμοδίου υπουργού και εις ανώτερος υπάλληλος της γενικής διευθύνσεως δημοσίου λογιστικού οριζόμενος παρά του υπουργού Οικονομικών.
7. Η ισχύς της παρούσης νομοθετικής πράξεως άρχεται από της δημοσιεύσεώς της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».

Το δημοσιογραφικό προσωπικό της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου δεν έπαψε να υπάρχει, αλλά απομακρύνθηκαν εκείνοι που υπήρξαν ευνοούμενοι του προηγούμενου καθεστώτος. Προστέθηκαν νέα πρόσωπα, καθώς μάλιστα ήταν γνωστό ότι στα γραφεία των κατοχικών πρωθυπουργών εδράζονταν με σχέση εργασίας πολλοί δημοσιογράφοι, άλλοι γνωστοί και άλλοι όχι τόσο.
Κατά την πρωθυπουργία του προσπάθησε να διατηρήσει τη δραχμή ως κατοχικό νόμισμα, πλην όμως η δέσμευσή του από τις Αρχές κατοχής είχε ως συνέπεια τη συνεχή υποτίμηση, που οδήγησε σε ραγδαίες αυξήσεις τιμών και πείνα, ενώ η χρυσή λίρα τότε αποθησαυριζόταν. Για την κατάσταση εκείνη οι Γερμανοί επέρριψαν ακέραιη την ευθύνη στους Ιταλούς που δεν έπραξαν τίποτε, κατά αρμοδιότητα που διατηρούσαν, για να προλάβουν αυτή την οικονομική εξέλιξη, αν και εισήγαγαν στη συνέχεια τη λεγόμενη "μεσογειακή δραχμή".

Το δάνειο

Το 1942 οι γερμανικές κατοχικές δυνάμεις αποφάσισαν να πιέσουν το Ελληνικό δημόσιο να προχωρήσει στη σύναψη δανείου, με το οποίο θα καλύπτονταν τα έξοδα, κυρίως μισθοί και προμήθειες, των γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα. Η  κυβέρνηση  διέταξε την Τράπεζα της Ελλάδος, ως τον ταμία του κράτους, να προχωρήσει στη συγκεκριμένη δανειακή σύμβαση προς την Γερμανία.
Στα πλαίσια της Δημοσιονομικής Διάσκεψης Εμπειρογνωμόνων της Ρώμης, 14 Μαρτίου1942 ανάμεσα στην Ιταλία και τη Γερμανία, υπογράφηκε σχετική οικονομική συμφωνία που αφορούσε την Ελλάδα. Η συμφωνία αυτή, με την οποία εξαναγκαζόταν η Ελλάδα να δανειοδοτήσει τους κατακτητές για τις θηριωδίες εναντίον της, υπογράφηκε από τους Γκίτζι και ΄Αλτενμπουργκ, αντιπροσώπους της Ιταλίας και της Γερμανίας στην Ελλάδα.
Μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα, ο Άλτενμπουργκ μεταβίβασε την υποχρέωση αυτή στην κυβέρνηση του Γεωργίου Τσολάκογλου. Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας της κυβέρνησης Τσολάκογλου, Πλάτωνας Χατζημιχάλης, παραιτήθηκε την ίδια ημέρα, που ανακοινώθηκε η ρηματική διακοίνωση του Αλτενμπουργκ (23-3-1942) και ο Υπουργός Οικονομικών Σωτήριος Γκοτζαμάνης ανέλαβε και τα καθήκοντα του υπουργού Εθνικής Οικονομίας.
 Ο Υπουργός Οικονομικών έδωσε εντολή στην Τράπεζα της Ελλάδος να υπακούσει στις εντολές του Γερμανού Αλτενμπουργκ και να προχωρήσει στη δανειοδότηση των δυνάμεων κατοχής, ενώ η Ελληνική οικονομία ήταν ήδη στα πρόθυρα της κατάρρευσης.
Σε πρώτη φάση η κατοχική κυβέρνηση υποχρεώθηκε να καταβάλλει στις δυνάμεις κατοχής το ποσό των 1,5 δισεκατομμυρίων δραχμών ως έξοδα κατοχής. Οι δραχμικές αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος πάνω από το ποσό αυτό θα χρεώνονταν ως δάνειο προς τις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας, μετατρέποντας την Τράπεζα της Ελλάδος σε έναν κουμπαρά για τις δυνάμεις του άξονα.
Ακολούθησαν διαδοχικές τροποποιήσεις της συμφωνίας μέσα στο 1942 και με νέα συμφωνία στην οποία αναγκάστηκε να συμμετάσχει και η Ελλάδα, συμφωνήθηκε ο δανεισμός να σταματήσει την 1η Απριλίου του 1943, οπότε και θα ξεκινούσε η άτοκη αποπληρωμή του. Με βάση τις νέες συμφωνίες, οι δαπάνες κατοχής αυξήθηκαν στα 8 δισεκατομμύρια δραχμές το μήνα, ενώ το τελειωτικό χτύπημα έδωσε νέα συμφωνία που κατάργησε το μηνιαίο όριο.
Το συνολικό ύψος του δανείου που δόθηκε αναγκαστικά από το υπό κατοχή Ελληνικό κράτος μόνο στη Γερμανία του Γ’ Ράιχ ξεπέρασε το 1,5 τρις δραχμές και ανήλθε , σύμφωνα με την έκθεση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος 1947, στο ποσόν των 1.530.033.302.528.819 δραχμών , τη στιγμή που ο Ελληνικός πληθυσμός λιμοκτονούσε.
Ο Γεώργιος Τσολάκογλου παραιτήθηκε από το αξίωμά του, μετά από πολλές πιέσεις που του άσκησαν εγγράφως οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί, μεταξύ των οποίων οι Καφαντάρης, Σοφούλης, Γονατάς, Μάξιμος, Πάγκαλος, ακόμη και ο Ι. Ράλλης, αλλά και μετά από δύο ανεπιτυχείς γύρους διαπραγματεύσεων με τους Γερμανούς , στο Βερολίνο το Σεπτέμβριο του 1942 και με τους Ιταλούς στη Ρώμη τον Οκτώβριο του 1942, που αφορούσαν τα ελληνικά δημοσιονομικά. Στη συνέχεια ιδιώτευσε.
Μετά την απελευθέρωση, ο Γεώργιος Τσολάκογλου συνελήφθη και παραπέμφθηκε στο δια της Συντακτικής Πράξεως υπ'αριθμόν 6/1945 συσταθέν Ειδικό Δικαστήριο, κατηγορούμενος για παράνομη συνθηκολόγηση που είχε προβεί με τον εχθρό, χαρακτηριζόμενη ως «συνθηκολόγησιν εν ανοικτώ πεδίω» και «πριν η υπ' αυτόν στρατιωτική δύναμις εκπληρώση πάν ό,τι το στρατιωτικόν καθήκον επιβάλλει» , καθώς και για εθνική αναξιότητα για την συνεργασία του, στη συνέχεια, με τις κατοχικές Δυνάμεις, αναλαμβάνοντας Πρωθυπουργός της χώρας. Στις 31 Μαΐου του 1945, το Ειδικό αυτό Δικαστήριο τον κατεδίκασε σε θάνατο, αλλά το Συμβούλιο Χαρίτων μετέτρεψε την ποινή σε ισόβια κάθειρξη.
Έχοντας προσβληθεί από λευχαιμία, νοσηλεύθηκε επί έναν χρόνο στο Νοσηλευτικό Ίδρυμα του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, όπου πέθανε τον Μάιο του 1948. Η κηδεία του έγινε σε στενό οικογενειακό κύκλο.

Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος, 1878-1961

Ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος υπήρξε ο διαπρεπής γιατρός, δάσκαλος και θεμελιωτής της σύγχρονης Γυναικολογίας στην Ελλάδα, που όμως αμαύρωσε την ιστορία του, διότι συνεργάστηκε με τους ναζί κατακτητές κατά τη διάρκεια της Κατοχής.. Έτσι η υστεροφημία του είναι δικαίως αυτή του δοσίλογου ισοβίτη πρωθυπουργού, που επισκιάζει την εικόνα του διακεκριμένου καθηγητή και παραγράφει όλη του την προσφορά στην Επιστήμη και ιδιαίτερα στην ελληνική Γυναικολογία.
Ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1878 και μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Ελλάδα αναχώρησε για το Μόναχο όπου σπούδασε Ιατρική. Εκεί διέμενε στο σπίτι της μετέπειτα συζύγου του, όπως αναφέρεται πιο κάτω.
Μετά την αποφοίτησή του το 1903 ειδικεύτηκε στη Μαιευτική και Γυναικολογία και έγινε στην αρχή βοηθός και μετά επιμελητής (1905) στην Κλινική του Καθηγητή Amann. Στη συνέχεια αναγορεύτηκε Υφηγητής στη Β ́ Πανεπιστημιακή Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική του Μονάχου. Συγχρόνως διορίστηκε προϊστάμενος του Παθολογοανατομικού Εργαστηρίου της ίδιας Κλινικής.
Πέντε χρόνια αργότερα, το1910, επέστρεψε στην Ελλάδα.Ιδρύει ιδιωτική Χειρουργική Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική δύναμης 40 κλινών, την οποία διατηρεί μέχρι το 1925. Το 1913 όταν επέστρεψε από το πολεμικό μέτωπο παραχώρησε την κλινική του για τη δωρεάν περίθαλψη 50 αξιωματικών τραυματιών.
Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό ως χειρουργός με το βαθμό του λοχαγού-ιατρού στο Γ ́ Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και μετά στο χειρουργείο της Σκάλας Σταυρού. Απολύθηκε το 1916 αλλά το 1922 κλήθηκε πάλι να υπηρετήσει στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών. Τον Ιούλιο του 1922 εκλέγεται από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών τακτικός Καθηγητής της Γυναικολογικής Κλινικής,όταν ο οργανισμός του Πανεπιστημίου μετέβαλε την Έδρα της Μαιευτικής σε Έδρα Μαιευτικής και Γυναικολογίας και το Δημόσιο Μαιευτήριο σε Γυναικολογικό και Μαιευτικό Νοσοκομείο.Το 1927, έγινε διευθυντής στον Ευαγγελισμό, μετά την παραίτηση του Καθηγητή Σωκράτη Tσάκωνα και την άρνηση του Καθηγητή Νικολάου Λούρου, να δεχθεί την επίζηλη θέση.
Ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος διατέλεσε Κοσμήτορας της Ιατρικής Σχολής (1928-1929) και αργότερα Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών (1932-1933).Το 1924 προώθησε την οργάνωση του πρώτου κέντρου ραδιοθεραπείας στην Ελλάδα στο Αρεταίειο Νοσοκομείο για τη θεραπεία των καρκινοπαθών γυναικών, αξιοποιήσας για το σκοπό αυτό τη δωρεά 50 mg ραδίου από το Ζαχάρωφ. Εισηγήθηκε στη Σύγκλητο τη σύναψη δανείου από την Εθνική Τράπεζα για την ανέγερση ειδικής πτέρυγας Θέσεων στο Αρεταίειο για τη νοσηλεία ευπόρων επιτόκων και ασθενών. Το 1923-1925 πέτυχε τη μετατροπή του αμφιθεάτρου του Αρεταιείου στη μορφή που έχει σήμερα και το συνένωσε με το παρακείμενο χειρουργείο. Το 1938 με απόφαση της Ιατρικής Σχολής μετατέθηκε στην Α ́ Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική που στεγαζόταν τότε στο Δημόσιο Μαιευτήριο στην οδό Ακαδημίας 33. Από τη θέση του Καθηγητού συνέβαλε στην ίδρυση νέων νοσοκομειακών μονάδων. Κατά την περίοδο  της Πρυτανείας του εγκαινιάστηκαν τα Εργαστήρια της Ιατρικής Σχολής στο Γουδί καθώς και οι Πανεπιστημιακές Κλινικές στα Νοσοκομεία «Λαϊκό», «Ιπποκράτειο» «Ευαγγελισμός» και «Κρατικό». Εξάλλου θεμελιώθηκε το Δημόσιο Μαιευτήριο Αθηνών, δηλαδή το Μαιευτήριο «Αλεξάνδρα» καθώς και το Οδοντιατρικό Σχολείο.
Συνέγραψε πλήθος μελετών και συγγραμμάτων που δημοσιεύτηκαν στην ελληνική και γερμανική βιβλιογραφία και έτυχε διεθνούς αναγνώρισης. Το δίτομο σύγγραμά του «Γυναικολογία» που μεταφράστηκε και στα γερμανικά αποτελεί κλασσικό σύγγραμα για την εποχή του.Κλήθηκε από μεγάλα πανεπιστημιακά κέντρα του εξωτερικού (Παρίσι, Βερολίνο, Λειψία, Μόναχο κ.α.) να εκθέσει τις δικές του νεότερες χειρουργικές μεθόδους και τεχνικές. Για την Ελλάδα θεωρείται ο θεμελιωτής της χειρουργικής Γυναικολογίας και κυρίως των κολπικών εγχειρήσεων.Ήταν ο εισηγητής της ριζικής υστερεκτομής (εγχείρηση Wertheim) στη χώρα μας για την αντιμετώπιση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας μιας πρωτοποριακής τεχνικής για την εποχή.Μεγάλη θεωρείται η προσφορά του στην ελληνική και διεθνή Μαιευτική και Γυναικολογία με την ανακάλυψη και την εφαρμογή του “Logo-tampon”1
Το 1942 ο Λογοθετόπουλος υπογράφει διάταγμα με το οποίο ιδρύεται η δεύτερη Ιατρική Σχολή της χώρας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Κοινωνικά ανήκε στους πλούσιους μεγαλογιατρούς της εποχής του με μεγάλη περιουσία που αποτελείτο κυρίως από ακίνητα στην περιοχή της Αθήνας2. O Λογοθετόπουλος υπήρξε γιατρός της υψηλής αθηναϊκής κοινωνίας, μέλος της οποίας άλλωστε ήταν και ο ίδιος. Ανήκε στη μασονική στοά, ήταν ιδρυτικό στέλεχος του Ναυτικού Ομίλου Αθηνών, από τους ιδρυτές της Κοινότητας Καλαμακίου κ.ά. Λίγο πριν από την έναρξη του Β ́ Παγκοσμίου Πολέμου έγινε και Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Συνδέσμου.Οι πεποιθήσεις του ήσαν βαθιά ναζιστικές επηρεασμένες από το οικογενειακό του περιβάλλον. Πίστευε στην υπεροχή της Γερμανίας και στη νίκη του Άξονα
Στο πρώτο φύλλο του ναζιστικού περιοδικού «Νέα Ευρώπη» οραματίζεται το «κοινό των Ευρωπαίων» και γράφει σύντομο άρθρο σχετικά με τις αρχαίες αμφικτιονίες με τίτλο «Το ελληνικό πνεύμα δια την συνεργασία των λαών» όπου περιγράφει τις ναζιστικές αντιλήψεις σχετικά με το θέμα. Στο δίμηνο περιοδικό «Επιθεώρηση της Ευρωπαϊκής Νεολαίας» που δημοσίευαν άρθρα τους πολλοί διαπρεπείς επιστήμονες και πολιτικοί από όλες τις κατεχόμενες χώρες της Ευρώπης, ο Λογοθετόπουλος γράφει το 1943 για την έννοια της Ενωμένης Ευρώπης αλλά πάλι με τη ναζιστική άποψη, της υποταγμένης στην κυριαρχία της Γερμανίας.
Ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος είχε παντρευτεί Γερμανίδα, και μάλιστα την κόρη της οικογένειας στο σπίτι της οποίας διέμενε στο Μόναχο. Η πεθερά του ήταν αδελφή του Στρατάρχη Siegmund Wilhelm von List, Διοικητού της 12ης Στρατιάς της Wehrmacht που μετά την κατάκτηση της Γαλλίας είχε επιφορτισθεί από το Χίτλερ με την εκστρατεία στα Βαλκάνια και μάλιστα στη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα.
Στις 27 Απριλίου του 1941 ήταν από τους πρώτους που έτρεξαν να συγχαρούν το Γερμανό Πρέσβη για τις επιτυχίες της χώρας του με την ιδιότητα του Προέδρου του Ελληνογερμανικού Συνδέσμου.
Λίγες ημέρες αργότερα διορίστηκε από τα κατοχικά στρατεύματα Αντιπρόεδρος της πρώτης  κατοχικής Κυβέρνησης του Στρατηγού Γεωργίου Τσολάκογλου καθώς και Υπουργός Υγείας και Παιδείας της ίδιας Κυβέρνησης.
Από τη θέση αυτή δεν ξέχασε και τις ακαδημαϊκές του δραστηριότητες άλλες από τις οποίες εξετέλεσε με οράματα και άλλες με μικροψυχία .Έτσι το Δεκέμβριο του 1942 απονέμει στον Επιμελητή του Επικουρικό Καθηγητή τότε της Α ́ Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής Δημήτριο Αντωνόπουλο τον τίτλο του τακτικού Καθηγητή της Έδρας, που κατείχε ο ίδιος, ο οποίος όμως παραιτήθηκε μετά δύο μήνες, για να επανεκλεγεί υπό νόμιμες πια συνθήκες από την Ιατρική Σχολή το 1959.
Στράφηκε κατά του Καθηγητού Νικολάου Λούρου, ανταγωνιστή και αντιπάλου του στην ακαδημαϊκή του καριέρα, αλλά και κατά του Μαιευτηρίου «Μαρίκα Ηλιάδη». Το Δεκέμβριο του 1941 αντικαθιστά το νόμιμο ΔΣ του Μαιευτηρίου με δοτό. Η παράνομη αυτή ενέργεια ακυρώνεται με απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας και το νόμιμο ΔΣ του Ιδρύματος επανέρχεται για να εκδιωχθεί και πάλι με Νομοθετικό Διάταγμα Συνταγματικού Περιεχομένου, στις 30Αυγούστου του 1942 που αποκαθιστά εκ νέου το δοτό ΔΣ του Λογοθετόπουλου. Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1942, επιτάσσει τους χώρους του Δημοσίου Μαιευτηρίου για τις ανάγκες του Στρατού Κατοχής  και με διαταγή του αυτό εγκαθίσταται στον πρώτο όροφο του Μαιευτηρίου «Μαρίκα Ηλιάδη», που πια περιορίζεται στο ισόγειο του Κτιρίου του.
Με πίεση στο ΔΣ του «Μαρίκα Ηλιάδη» ο Κ.Λογοθετόπουλος επιχειρεί την απομάκρυνση του Καθηγητού Νικολάου Λούρου από την Επιστημονική Διεύθυνση του Μαιευτηρίου, την οποία τελικά επιτυγχάνει στις 31Μαρτίου, 1942. Τη θέση του καταλαμβάνει την αρχή ο Καθηγητής Δημ. Αντωνόπουλος (13/7/42 - 25/3/43) και μετά ο ίδιος ο Λογοθετόπουλος ύστερα από την απομάκρυνσή του από την Πρωθυπουργία (25/3/43 – 28/3/45).
Στις 2 Δεκεμβρίου του 1942, μετά την παραίτηση του Γεωργίου Τσολάκογλου από την Πρωθυπουργία ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος διορίζεται Πρωθυπουργός της ναζιστικής «Ελληνικής Πολιτείας»
Η βραχύβια πρωθυπουργία του συνδέθηκε  με τις μαζικές διαδηλώσεις και απεργίες εξαιτίας της βίαιης πολιτικής επιστράτευσης εργατικού δυναμικού για καταναγκαστική εργασία στα εργοστάσια της Γερμανίας που είχε αναγγείλει και υπογράψει.
Στις 23 Φεβρουαρίου του 1943 δημοσιεύεται στη ναζιστική εφημερίδα «Γερμανικά Νέα» η διαταγή του Στρατηγού Speidel για την πολιτική επιστράτευση των Ελλήνων. Το ίδιο βράδυ δημοσιεύεται στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» σχετικό διάταγμα με τίτλο «Περί υποχρεωτικής εργασίας του αστικού πληθυσμού της Ελλάδος» υπογραμμένο από τον Πρωθυπουργό Λογοθετόπουλο.

5 Mαρτίου 1943 Επιστράτευση

Αρχές του 1943 η πανωλεθρία των ναζί στη μάχη του Στάλινγκραντ έγειρε οριστικά την πλάστιγγα  του πολέμου στην πλευρά των συμμάχων. Οι τεράστιες απώλειες τους (πάνω από 850.000 νεκροί, αιχμάλωτοι και τραυματίες) καθιστούσαν άλυτο το ήδη οξυμένο πρόβλημα των εφεδρειών τους. Προκειμένου να το αντιμετωπίσουν, αναγκάζονται στην επιστράτευση βιομηχανικών εργατών, οι οποίοι στέλνονται στο μέτωπο. Έτσι το πρόβλημα μετατοπίζεται στην αναπλήρωση των κενών στη πολεμική τους βιομηχανία. Καθώς το πρόγραμμα «εθελοντικής» εργασίας από τις κατεχόμενες χώρες έχει αποτύχει, στρέφονται στη λύση της πολιτικής επιστράτευσης στις χώρες αυτές. Στις 19 Φεβρουάρίου ο Γκέμπελς δήλωνει: «Ο γερμανικός λαός δίνει το αίμα του, η υπόλοιπη Ευρώπη ας δώσει την εργασία της».
Οι φήμες περί επικείμενης επιστράτευσης στην Ελλάδα φουντώνουν. Ο πρωθυπουργός  Λογοθετόπουλος προκειμένου να διασκεδάσει τις φήμες δηλώνει: «Η ελληνική κυβέρνησης διαψεύδει κατηγορηματικώς τας κυκλοφορούσας φήμας σχετικώς με δήθεν μελετομένην πολιτικήν επιστράτευσιν.» Η διάψευση της διάψευσης δεν αργεί να έρθει. Στις 23 Φεβρουαρίου δημοσιεύεται η ακόλουθη διαταγή:
«Επί τη βάσει της υπό του Φύρερ και Ανωτάτου Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων χορηγηθείσης μοι εξουσιοδοτήσεως διατάσσω τα κάτωθι:
Αρθρον 1ον. Εκαστος κάτοικος της Ελλάδος, ηλικίας από 16 μέχρι 45 ετών είναι υποχρεωμένος, εάν το απαιτήσουν αι περιστάσεις, ν’ αναλάβη υποδεικνυομένην εις αυτόν εργασίαν διά γερμανικάς ή ιταλικάς υπηρεσίας. Ιδίως είναι υποχρεωμένος να παρουσιάζεται με ακρίβειαν εις την εργασίαν, να τηρή τας ώρας εργασίας και να παρέχη απόδοσιν εργασίας, ανταποκρινομένην προς τας σωματικάς του δυνάμεις. Οι άνδρες είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται έξω του τόπου της μονίμου κατοικίας των συγκεκροτημένοι εις συμβιωτικάς ομάδας στρατοπέδου, εάν απαιτηθή το τοιούτον.
Αρθρον 2ον. Η πρόσκλησις προς ανάληψιν εργασίας γίνεται υπό των γερμανικών αρχών απ’ ευθείας ή υπό των εντεταλμένων προς τούτο ελληνικών αρχών, ιδίως, Επιθεωρήσεων εργασίας, δημάρχων.
Αρθρον 3ον. Αι γερμανικαί υπηρεσίαι παρέχουν ανάλογον προς τας συνθήκας αποζημίωσιν και, εφ’ όσον τούτο είναι δυνατόν, και τροφήν.
Αρθρον 4ον. Ο μη συμμορφούμενος προς τας εκ των άρθρων 1 και 2 απορρέουσας υποχρεώσεις, τιμωρείται με: 1) χρηματικήν ποινήν απεριορίστως ή 2) φυλάκισιν ή ειρκτήν ή 3) στρατόπεδον καταναγκαστικών έργων.
Αρθρον 5ον. Η παρούσα διάταξις τίθεται εν ισχύι από της ημέρας της κοινοποιήσεως αυτής.
Δια του Διοικητού της Νοτιανατολικής Ευρώπης εντεταλμένου ταυτοχρόνως με την αρχηγίαν του στρατού Στρατηγού Σπάϊντελ».

Την επόμενη ημέρα κιόλας, ξεσπούν απεργίες και διαδηλώσεις. Σύμφωνα με μαρτυρίες των Τάσου Βουρνά και Σόλωνα Γρηγοριάδη, μια μεγάλη ομάδα διαδηλωτών εισβάλει στα Παλιά Ανάκτορα, φτάνοντας στα κυβερνητικά γραφεία. Η κυριότερη μάζα των διαδηλωτών κατευθύνεται στο Υπουργείο Εργασίας, εισβάλει στα γραφεία και καίει μέρος των αρχείων του στην προσπάθεια να σαμποταριστεί το έργο της επιστράτευσης. Αστυνομία και καραμπινιέροι ανοίγουν πυρ με αποτέλεσμα 3 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες. Ιταλική έκθεση της ίδιας μέρας αναφέρει:
«Η κατάσταση στην Ελλάδα συνεχώς χειροτερεύει…Έντονη προπαγάνδα συνεχίζει να γεμίζει τους τοίχους ενάντια στην πολιτική επιστράτευση, ενάντια στις συλλήψεις ομήρων που κάνουν οι αρχές κατοχής, ενάντια στον Άξονα γενικά, και ενάντια στην ίδια την ελληνική κυβέρνηση που κατηγορείται για υπερβολική ευπείθεια στον κατακτητή και θεωρείται η κύρια υπεύθυνη για την καταστροφική κατάσταση υποσιτισμού στη χώρα.»
Οι απεργίες και αντιδράσεις συνεχίστηκαν και τις επόμενες μέρες. Στις 25 του μήνα ξεκινά απεργία των υπαλλήλων τις Τηλεφωνικής Εταιρίας ενώ μαθητές και φοιτητές καταβαίνουν σε διαδηλώσεις. Λειτουργίες σε εκκλησίες διακόπτονται και μετατρέπονται σε διαμαρτυρίες εναντίον της επιστράτευσης. Νεότερη ιταλική έκθεση αναφέρει: «Αυτές οι διαδηλώσεις, όσο κι αν αποδίδονται στην ανάγκη οικονομικών βελτιώσεων για τους δημόσιους υπάλληλους και τους εργάτες, εχουν αφήσει σαφώς να φανεί η αντι-αξονική τους βάση.»
Προκηρύσσεται Γενική Απεργία Δημοσίων Υπαλλήλων για τις 5 του Μάρτη και το ΕΑΜ οργανώνει διαδήλωση ενάντια στην επιστράτευση για τη μέρα εκείνη. Η διαδήλωση προπαγανδίζεται πυρετωδώς, με συνθήματα στους τοίχους, πολυγραφημένες προκηρύξεις και τρικάκια. Σύμφωνα με μαρτυρία του Ν. Πλουμπίδη, τα χωνιά της νεοσύστατης ΕΠΟΝ τότε εφευρέθηκαν και τέθηκαν σε εφαρμογή.
Οι συγκρούσεις είχαν ως αποτέλεσμα τουλάχιστον 7 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες.4
Tην επόμενη ημέρα ο Λογοθετόπουλος δήλωνε:
 «Η κομμουνιστική οργάνωσις ΕΑΜ, παρασύρασα δυστυχώς και πολλούς δημοσίους υπαλλήλους και φοιτητάς, μη εισακούσαντας τας θερμάς μου συστάσεις, προκάλεσεν αναρχικάς συγκεντρώσεις ανά την πόλιν με σκοπόν να παρακωλύση την ελευθέραν κίνησιν και λειτουργίαν των δημοσίων καταστημάτων και του εμπορίου. Το αποτέλεσμα της άφρονος αυτής ενεργείας υπήρξεν η σύγκρουσις των τρομοκρατικών ομάδων με τα όργανα της τάξεως, τα οποία εκτελούντα τας δοθείσας αυστηράς εντολάς της κυβερνήσεως επανέφερον την τάξιν. Υπάρχουν, δυστυχώς, θύματα και πολλοί τραυματίαι. Διεπιστώθη ότι οι προκαλέσαντες τας χθεσινάς ταραχάς λεηλάτησαν καταστήματα, εισέδυσαν μέχρι και ιδιωτικών κατοικιών, τρομοκρατήσαντες τους ενοίκους με σκοπόν την λεηλασίαν και  επυροβόλησαν τους αντιστάντας εις την οργιαστικήν ταύτην επιδρομήν των βανδάλων. Αι αναρχικαί αυταί συγκεντρώσεις και οι βανδαλισμοί οργανώθησαν με την πρόφασιν διαμαρτυρίας εναντίον της πολιτικής επιστρατεύσεως. Εδήλωσα ήδη επισήμως προς τον ελληνικόν λαόν οτι η επιστράτευσις δεν πρόκειται να γίνει και οι οποιοιδήποτε εργαζόμενοι εις την υπηρεσίαν των στρατιωτικών αρχών κατοχής δεν θα αποσταλούν προς εργασίαν έξω της Ελλάδος»
Ό, τι όμως δεν πέτυχε ο Λογοθετόπουλος με την πολιτική επιστράτευση το κατόρθωσε με ανάλογη προσπάθεια στους γιατρούς: Η Γερμανία και οι κατεχόμενες χώρες είχαν ανάγκη να επανδρώσουν τα Νοσοκομεία τους με ιατρικό προσωπικό λόγω ελλείψεων από τη στράτευση των γιατρών τους και απασχόλησής τους στα διάφορα πολεμικά μέτωπα. Με διαταγή, λοιπόν, της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης, ο Κ. Λογοθετόπουλος έπεισε ομάδες γιατρών κυρίως απασχολούμενους στην Κλινική του να μεταβούν στη Γερμανία ή την Αυστρία με πρόφαση την μετεκπαίδευσή τους, αλλά στην πράξη για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του άξονα (Gastarzte)3.
Μετά την παραίτησή του από την πρωθυπουργία την άνοιξη του 1943 ο Λογοθετόπουλος ιδιώτευσε και παρέμεινε Διευθυντής του Δημοσίου Μαιευτηρίου και Καθηγητής της Α ́ Έδρας της Μαιευτικής και Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (25/3/43 – 283/45).
Με την αποχώρηση των Γερμανών κατακτητών το Σεπτέμβρη του 1944 ακολούθησε τα στρατεύματα κατοχής και διέφυγε στη Γερμανία. Εκεί αργότερα συνελήφθη ( κατά τον ίδιο παραδόθηκε) από τον Αμερικανικό Στρατό και το 1946 μεταφέρθηκε με αμερικανικό μεταγωγικό αεροπλάνο στη Θεσσαλονίκη και παραδόθηκε στις Ελληνικές Αρχές. Στο μεταξύ το Μάιο του 1945 είχε δικασθεί ερήμην από το Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων και είχε καταδικασθεί σε ισόβια κάθειρξη και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για τη συνεργασία του με τους Γερμανούς.
Το Φεβρουάριο του 1946 φυλακίζεται. Στις 3 Ιανουαρίου του 1951 αποφυλακίζεται μετά από απονομή χάριτος λόγω ανηκέστου βλάβης της υγείας του. Έκτοτε παραμένει έγκλειστος στο κτήμα του στο Καλαμάκι.
Το 1948 κυκλοφορεί βιβλίο με τίτλο «Ιδού η αλήθεια» για να υπερασπισθεί τον εαυτό του, την πολιτική του και τις πράξεις του. Εκεί περιγράφει τη δράση του κατά την Κατοχή και υπερτονίζει ότι εκδιώχθηκε πρόωρα από την πρωθυπουργία μετά από σύντομη θητεία μόλις 5 μηνών λόγω της επικριτικής του στάσης απέναντι στα στρατεύματα κατοχής και της αντίθεσής του σε μέτρα που έλαβαν ή προτίθονταν να λάβουν κατά του ελληνικού λαού.
Στις 8 Ιουλίου του 1961, ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος  πεθαίνει από καρκίνο στο κτήμα του στο Καλαμάκι απομονωμένος, περιφρονημένος και απαξιωμένος παρά τη λαμπρή επιστημονική και ακαδημαϊκή διαδρομή του.
Οι δυνάμεις κατοχής επιλέγουν ένα σοβαρότερο υποψήφιο, τον Ιωάννη Ράλλη, γόνο παλαιάς πολιτικής οικογένειας. Ο Ιωάννης Ράλλης διαθέτει σημαντικό κύρος, ιδίως στη συντηρητική πτέρυγα του Λαϊκού Κόμματος, αλλά επίσης έχει διασυνδέσεις και με δημοκρατικούς κύκλους. Συνεπώς, φαίνεται πως μπορεί να ενσαρκώσει την παλαιά επιθυμία, ιδιαίτερα των Γερμανών, για αναμόρφωση του καθεστώτος της Αθήνα, ώστε να γίνει πιο αντιπροσωπευτικό και με μεγαλύτερη λαϊκή βάση, πρόβλημα που, κατά ειρωνικό τρόπο, επίσης βασάνιζε τους Βρετανούς όσον αφορούσε την εξόριστη κυβέρνηση.
Στο τέλος Μαρτίου, εκπρόσωποι και των δύο δυνάμεων κατοχής συναινούν, στη Ρώμη, υπέρ της λύσης Ράλλη, αφού, προσέτι, εκείνος παρείχε στον Άξονα εγγυήσεις για την «πλέον εκτεταμένη υποστήριξη» πολιτική και οικονομική.
Στις 4 Απριλίου, έρχονται σε επαφή με τον Ιωάννη Ράλλη στον οποίο, σύμφωνα με όσα είχαν προκαθορισθεί, παρέχουν τα ακόλουθα δικαιώματα: ελεύθερη επιλογή υπουργών, με γερμανοϊταλικό δικαίωμα βέτο, μια ανακτορική φρουρά, περιορισμένη αριθμητικά τους ευζώνους, καθώς και το δικαίωμα για τακτικές δηλώσεις μέσω του ραδιοφώνου και του Τύπου, που, όμως, θα υπέκειντο στη γενικότερη λογοκρισία. Μετά τη συναίνεση του Ιωάννη Ράλλη, ενημερώνεται ο Λογοθετόπουλος ότι η παραίτηση του πρέπει να υποβληθεί στις 6 Απριλίου. Τελικώς, σε διάστημα μικρότερο των 24 ωρών, ορκίζεται η νέα κυβέρνηση, η οποία περιλαμβάνει ικανότερα στελέχη από την προκάτοχο της, αν και ορισμένα προέρχονται από εκείνη.
Από τα μέλη της αξίζει να αναφερθούν ο βενιζελογενής υπουργός των Εσωτερικών, Αντώνιος Ταβουλάρης, άνθρωπος της εμπιστοσύνης του δικτάτορα Θ. Πάγκαλου, ο υπουργός Οικονομικών, Έκτωρ Τσιρονίκος, Έλληνας από τη Ρωσία, που σύντομα αναδεικνύεται σε υπερυπουργό στη θέση του Γκοτζαμάνη, καθώς ελέγχει πέντε από τα δώδεκα χαρτοφυλάκια. Επίσης, ο υπουργός Εργασίας, Ν. Καλύβας, παλαιός συνδικαλιστής και σοσιαλιστής, τον οποίο, στις 27 Ιανουαρίου 1944, μια ομάδα κρούσης της ΟΠΛΑ εκτελεί στον δρόμο ως προδότη. Η πλέον πνευματική προσωπικότητα είναι ο υπουργός Παιδείας, Νικόλαος Λούβαρις, ο οποίος, ενώ πριν από δύο χρόνια, την τελευταία στιγμή είχε παραιτηθεί της ευθύνης, τώρα, μετά από πιέσεις του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, αποφασίζει να συνεργασθεί.
Το υπουργικό συμβούλιο αποτελείται συνολικά από πολιτικές προσωπικότητες, όχι βέβαια πρώτου μεγέθους, πράγμα όμως που συντελεί στην «ιδιαίτερη εμπιστοσύνη» την οποία εκδηλώνουν προς τον Ιωάννη Ράλλη οι περισσότεροι κομματάρχες.

Ιωάννης Δ. Ράλλης, 1878 - 1946

Ο Ιωάννης Ράλλης ήταν γόνος της ομώνυμης αθηναϊκής οικογένειας πολιτικών και νομομαθών, με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Ο παππούς του, Γεώργιος Ράλλης (1805-1883), υπήρξε διακεκριμένος νομοδιδάσκαλος (από τους πρώτους καθηγητές της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών) και πολιτικός, ο πεθερός του Γεώργιος Θεοτόκης (1844-1916) διετέλεσε επανειλημμένα πρωθυπουργός, όπως και ο πατέρας του Δημήτριος Ράλλης (1844-1921), ο επονομαζόμενος και «Αττικάρχης», λόγω της μεγάλης του επιρροής στα πολιτικά πράγματα της Αττικής.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Γαλλία και τη Γερμανία. Μετά την επάνοδό του στην Ελλάδα άσκησε τη δικηγορία στην Αθήνα.
Το 1905 αναμείχθηκε στην πολιτική και εξελέγη πρώτα βουλευτής Μεγαρίδος, κατά τις εκλογές της 20ης Φεβρουαρίου. Έκτοτε εκλεγόταν σχεδόν σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις έως το 1936, βουλευτής, είτε Αττικής, είτε Αθηνών. Υπουργικό χαρτοφυλάκιο ανέλαβε για πρώτη φορά στην κυβέρνηση του πατέρα του (4 Νοεμβρίου 1920 - 24 Ιανουαρίου 1921), με τον διορισμό του ως Υπουργός Ναυτικών. Μετά την παραίτηση του πατέρα του, με τον οποίο είχε διαφωνήσει, ανέλαβε το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας στην κυβέρνηση του Δημητρίου Γούναρη (26 Μαρτίου 1921 - 2 Μαρτίου 1922). Μετά τις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου 1932, έγινε υπουργός Εξωτερικών στη βραχύβια κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη (4 Νοεμβρίου 1932 - 16 Ιανουαρίου 1933).
Το 1933 ανέλαβε το Υπουργείο Συγκοινωνιών, μετά τη νίκη του Λαϊκού Κόμματος στις εκλογές της 5ης Μαρτίου στην κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη. Τρεις ημέρες αργότερα παραιτήθηκε από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και ανέλαβε και το Υπουργείο Εσωτερικών (13 Μαρτίου 1933), ενώ αργότερα παρέμεινε μόνο Υπουργός Αεροπορίας (9 Αυγούστου 1933 - 3 Ιανουαρίου 1934).
Μετά το φιλοβενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935, διαφώνησε με τον Παναγή Τσαλδάρη για το πολιτειακό ζήτημα, εκτιμώντας ότι έπρεπε να τεθεί θέμα επαναφοράς της βασιλείας με δημοψήφισμα. Στις εκλογές που ακολούθησαν στις 9 Ιουνίου,κατάρτισε συνδυασμούς με τη συμμετοχή των Ιωάννη Μεταξά και Γεωργίου Στράτου, Ένωσις Βασιλοφρόνων, αλλά δεν εξελέγη βουλευτής. Επανήλθε στη Βουλή μετά τις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936, όταν συνεργάστηκε με τους Γεώργιο Κονδύλη και Ιωάννη Θεοτόκη,με την παράταξη Γενική Λαϊκή Ριζοσπαστική Ενώσις. Παρά τους στενούς δεσμούς του με τον Ιωάννη Μεταξά, διαφώνησε μαζί του, όταν κηρύχθηκε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 και αντιτάχθηκε σ' αυτή.

Η επιλογή του Ιωάννη Ράλλη

Τα συνθήματα για οριστική «αντικατάσταση» του σοσιαλισμού από τον εθνικοσοσιαλισμό δεν επιφέρουν την προσδοκώμενη συρροή εργατών και, στο τέλος του 1942, οι δυνάμεις κατοχής επιλέγουν ένα σοβαρότερο υποψήφιο, τον Ιωάννη Ράλλη, γόνο παλαιάς πολιτικής οικογένειας.
Ο Ιωάννης  Ράλλης διαθέτει σημαντικό κύρος, ιδίως στη συντηρητική πτέρυγα του Λαϊκού Κόμματος, αλλά επίσης έχει διασυνδέσεις και με δημοκρατικούς κύκλους. Συνεπώς, φαίνεται πως μπορεί να ενσαρκώσει την παλαιά επιθυμία -ιδιαίτερα των Γερμανών- αναμόρφωσης του δοσίλογου καθεστώτος της Αθήνας ώστε να γίνει πιο αντιπροσωπευτικό και με μεγαλύτερη λαϊκή βάση, πρόβλημα που, κατά ειρωνικό τρόπο, επίσης βασάνιζε τους Βρετανούς όσον αφορούσε την εξόριστη κυβέρνηση.
Ο Ιωάννης Ράλλης, στις επαφές με τους πρέσβεις Τσίγκι και Άλτενμπουργκ προθυμοποιείται να διαδεχθεί τον Τσολάκογλου, αλλά με ορισμένους όρους, τους οποίους επιμένει να προβάλει και στις στρατιωτικές διοικήσεις των Τζελόζο και Λαιρ, πράγμα που συντελεί στην παράταση των διαπραγματεύσεων ως τον Νοέμβριο. Αλλά η έκβαση της μάχης του Ελ-Αλαμέιν σε βάρος του Ρόμελ έχει αντίκτυπο και πέραν της Μεσογείου. Έτσι, αν τον προηγούμενο μήνα «συνωστίζονταν ακόμη ευυπόληπτοι πολιτικοί» για να αναλάβουν κάποιο χαρτοφυλάκιο, τώρα αρχίζει να επικρατεί επιφυλακτικότητα. Ο Ιωάννης Ράλλης, βέβαια, δεν έχει μεταβάλλει διαθέσεις, αλλά οι όροι του για «ορισμένες ηθικές και υλικές παραχωρήσεις» δεν συζητώνται πλέον από τον κατακτητή, αφού, μετά τις εξελίξεις στην Αφρική, η οποιαδήποτε υποχώρηση δεν θα ερμηνευόταν ως «μεγαλοθυμία» αλλά μάλλον ως ένδειξη αδυναμίας.
Από την άλλη πλευρά, ο Γεώργιος Τσολάκογλου θέλει να επωφεληθεί από την κατάσταση ή, το πιθανότερο, να συγκαλύψει τη γενικότερη κούραση του με τον μανδύα της «ηρωικής» αποχώρησης. Στις 12 Νοεμβρίου δηλώνει στον Άλτενμπουργκ ότι αρνείται να χρησιμεύσει «ως νεκροθάπτης της πατρίδος». Συνεπώς, αξιώνει άμεση απομάκρυνση του Γκοτζαμάνη, πλήρη ελευθερία όσον αφορά τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης και την αναδιάρθρωση του διοικητικού μηχανισμού, μείωση των δαπανών κατοχής, αναστολή της βουλγαρικής προπαγάνδας στη Δυτική Μακεδονία, λήψη μέτρων κατά της βουλγαρικής τρομοκρατίας στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, και γενικώς «να σταματήσουν οι αυθαιρεσίες» των δυνάμεων κατοχής. Ωστόσο, τονίζει ότι ακόμα και αν εκπληρώνονταν όλοι αυτοί οι όροι, ο ίδιος μόνο δοκιμαστικώς θα παρέμενε στην εξουσία.
Το απροσδόκητο αυτό τελεσίγραφο ανοίγει τον δρόμο για τον Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο που προωθείται ως προσωρινή εναλλακτική λύση. Αυτός στις 17 Νοεμβρίου αναλαμβάνει τα κυβερνητικά καθήκοντα, τυπικά δε στις 2 Δεκεμβρίου, αφού είχε προηγηθεί η παραίτηση του Τσολάκογλου, τελικώς για «λόγους υγείας»... Ο Γκοτζαμάνης παραμένει ο ισχυρός άνδρας. Βέβαια, οι Γερμανοί γνωρίζουν ότι «η νέα αυτή διευθέτηση θεωρείται από το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λαού ανυπόφορη, γιατί ο Λογοθετόπουλος είναι αδρανής και μη ειδήμονας και ο Γκοτζαμάνης εξουσιάζεται τελείως από τους Ιταλούς, τους οποίους προσπαθεί να προωθήσει προς κάθε κατεύθυνση».
Ο Λογοθετόπουλος, στο πρώτο του διάγγελμα «προς τον ελληνικόν λαόν», καταγγέλλει τον «νόθον αυτόν πατριωτισμόν», τον οποίο προπαγανδίζουν οι «άνθρωποι του σκότους, οι ασυνείδητοι και οι ταραξίαι, οι κομμουνισταί, διά να εξασφαλίσουν εν ονόματι του πατριωτισμού, την προσφιλή δι' αυτούς εικόνα της αναρχίας, της λεηλασίας και της αρπαγής». Μάλιστα, για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση τους, προτείνει την αναδιοργάνωση της διεφθαρμένης αστυνομίας που, όμως, προσκρούει στην αντίδραση των Ιταλών. Ο καθηγητής της γυναικολογίας επιδεικνύει κάποιες ικανότητες στα υπουργεία που σχετίζονται με την επιστήμη του (Παιδείας, Προνοίας και Υγείας), αλλά είναι εντελώς ανεπαρκής για το αξίωμα του πρωθυπουργού. Στο διάστημα της πρωθυπουργίας του, μόνο λιγοστές θετικές ενέργειες κατανέμονται στη δραστηριότητα του: ευκαιριακές διαμαρτυρίες κατά βουλγαρικών αυθαιρεσιών -συγκεκαλυμμένα και κατά ιταλογερμανικών- προσπάθειες για μείωση των δαπανών κατοχής κ.λπ. Ο Λογοθετόπουλος, μετά τον πόλεμο, υποστήριζε ότι η αντικατάσταση του οφειλόταν στην επικριτική του στάση προς τους κατακτητές, στην πραγματικότητα, όμως, εκείνοι, περίπου από τη στιγμή της ορκωμοσίας του, αναζητούσαν αποτελεσματικότερη λύση. Έτσι, ο Τσίγκι επανέρχεται σε παλαιότερη πρόταση του, να ανατεθούν, δηλαδή, οι κυβερνητικές ευθύνες σε έναν Ιταλό ύπατο αρμοστή, λύση την οποία απορρίπτουν ο Λαιρ και ο Άλτενμπουργκ. Ως «τελευταία διέξοδος» μελετάται η περίπτωση να μοιρασθούν την κυβερνητική ευθύνη εκπρόσωποι και των δύο δυνάμεων κατοχής, αλλά ως τότε θα έπρεπε να διατηρηθεί μια ελληνική κυβέρνηση.
Οι Ιταλοί προτείνουν ή να παραμείνει τυπικά ως πρωθυπουργός ο Λογοθετόπουλος και να δοθούν τα ηνία σε μια «πιο ισχυρή προσωπικότητα» (δηλαδή στον Γκοτζαμάνη) ως αντιπρόεδρο και υπουργό των Εξωτερικών ή, καλύτερα, να αναλάβει ο τελευταίος απευθείας τα κυβερνητικά καθήκοντα. Όμως και οι δύο αυτές λύσεις «αποκρούονται δριμύτατα» από τον Άλτενμπουργκ όπως και από τη Στρατιωτική Διοίκηση στη Θεσσαλονίκη, γιατί ο Γκοτζαμάνης αποτελούσε «κόκκινο πανί» για τους Έλληνες. Πράγματι, ολόκληρος ο παράνομος Τύπος επιτίθεται έντονα κατά του «διεφθαρμένου τσανακογλύφτη» των Ιταλών, του «Γκοτζαμάνωφ», όπως τον αποκαλούν, επειδή, εκτός των άλλων, του καταλογίζουν πως σαν «σλαβόσπορος», έτρεφε συμπάθειες προς τους Βούλγαρους και τις εδαφικές τους βλέψεις. Ακόμα και ο Σουηδός πρεσβευτής επιβεβαιώνει ότι ο υπουργός αυτός «είναι αντικείμενο μίσους και απέχθειας περισσότερο» από οποιοδήποτε άλλο δοσίλογο.
Στο τέλος Μαρτίου, εκπρόσωποι και των δύο δυνάμεων κατοχής συναινούν, στη Ρώμη, υπέρ της λύσης Ράλλη, αφού, προσέτι, εκείνος παρείχε στον Άξονα εγγυήσεις για την «πλέον εκτεταμένη υποστήριξη» πολιτική και οικονομική. Στις 4 Απριλίου, έρχονται σε επαφή με τον Ράλλη στον οποίο, σύμφωνα με όσα είχαν προκαθορισθεί, παρέχουν τα ακόλουθα δικαιώματα: ελεύθερη επιλογή υπουργών (με γερμανοϊταλικό δικαίωμα βέτο), μια ανακτορική φρουρά, περιορισμένη αριθμητικά (εύζωνοι), καθώς και το δικαίωμα για τακτικές δηλώσεις μέσω του ραδιοφώνου και του Τύπου, που, όμως, θα υπέκειντο στη γενικότερη λογοκρισία. Μετά τη συναίνεση του Ράλλη, ενημερώνεται ο Λογοθετόπουλος ότι η παραίτηση του πρέπει να υποβληθεί στις 6 Απριλίου. Τελικώς, σε διάστημα μικρότερο των 24 ωρών, ορκίζεται η νέα κυβέρνηση, η οποία περιλαμβάνει ικανότερα στελέχη από την προκάτοχο της, αν και ορισμένα προέρχονται από εκείνη.
Από τα μέλη της αξίζει να αναφερθούν ο βενιζελογενής υπουργός των Εσωτερικών, Αντ. Ταβουλάρης, άνθρωπος της εμπιστοσύνης του δικτάτορα Θ. Πάγκαλου, ο υπουργός Οικονομικών, Έκτωρ Τσιρονίκος, Έλληνας από τη Ρωσία, που σύντομα αναδεικνύεται σε υπερυπουργό στη θέση του Γκοτζαμάνη, καθώς ελέγχει πέντε από τα δώδεκα χαρτοφυλάκια. Επίσης, ο υπουργός Εργασίας, Ν. Καλύβας, παλαιός συνδικαλιστής και σοσιαλιστής, τον οποίο, στις 27-1-1944, μια ομάδα κρούσης της ΟΠΛΑ εκτελεί στον δρόμο ως προδότη. Η πλέον πνευματική προσωπικότητα είναι ο υπουργός Παιδείας, Νικόλαος Λούβαρης, που, ενώ πριν από δύο χρόνια, την τελευταία στιγμή είχε παραιτηθεί της ευθύνης, τώρα, μετά από πιέσεις του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, αποφασίζει να συνεργασθεί. Ως προς τις πολιτικές του πεποιθήσεις, οι γερμανικές υπηρεσίες τον χαρακτηρίζουν μετριοπαθή αριστερό.
Το υπουργικό συμβούλιο αποτελείται συνολικά από πολιτικές προσωπικότητες, όχι βέβαια πρώτου μεγέθους, πράγμα όμως που συντελεί στην «ιδιαίτερη εμπιστοσύνη» την οποία εκδηλώνουν προς τον Ράλλη οι περισσότεροι κομματάρχες. Αυτός, μάλιστα, αναφέρεται στη «συνεννόηση» αυτή σε δημόσιες δηλώσεις και, παρά τις επίμονες ερωτήσεις του παράνομου Τύπου, δεν γίνεται καμιά διάψευση από την πλευρά των πολιτικών. Έτσι, η κατεστημένη πολιτική ηγεσία βυθίζεται εκούσια σε πλήρη σχεδόν απομόνωση από κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ως Αντίσταση. Τις δυσάρεστες συνέπειες αυτής της στάσης θα συναντήσουμε συχνά στο μέλλον.
Η κυβέρνηση Ράλλη ορκίστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό στις 7 Απριλίου 1943.Υπήρξε η μακροβιότερη των κατοχικών κυβερνήσεων και έμεινε έως την Απελευθέρωση το 1944.
Η πρώτη  Πράξη της ήταν το Διάγγελμα του Προέδρου της στους Αντάρτες του ΕΛΑΣ να παραδώσουν τα όπλα, με την υπόσχεση αμνηστίας. Φέρει ημερομηνία 5 Μαΐου 1943. Και με κεφαλαία το όνομα του Ιωάννη Ράλλη. Δημοσιεύτηκε στον αθηναϊκό Τύπο αυθημερόν μαζί με ανακοινώσεις της Ανωτάτης Γερμανικής και Ιταλικής Διοίκησης, εν όψει της έναρξης των μεγαλύτερων Εκκαθαριστικών Επιχειρήσεων που έγιναν στον ορεινό όγκο της Πίνδου με στόχο την εξόντωση των Ανταρτών του ΕΛΑΣ. Ταυτόχρονα αεροπλάνα με μορφή προκήρυξης σκόρπισαν το «Διάγγελμα» στα βουνά και στην ύπαιθρο.

ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΑΟΝ

Έλληνες,

Αι δυνάμεις του Αξονος απεφάσισαν την διά συντόνου και μεγάλης ολκής στρατιωτικής δράσεως εκκαθάρισιν της χώρας μας από τας λυμαινομένας αυτήν συμμορίας, αι οποίαι καθοδηγούνται και χρηματοδοτούνται είτε από υπούλους και εχθρικάς ξένας προπαγάνδας, είτε από επικινδύνους υπονομευτάς του διέποντος ημάς κοινωνικού καθεστώτος, είτε από κοινούς κακοποιούς, είτε ακόμη από άφρονάς τινας ανευθύνους παράγοντας παρασυρθέντας και εμπνεομένους από εκείνους οι οποίοι, εν ευμαρεία και ασφαλεία ζώντες, αδιαφορούν διά τον όλεθρον που επαπειλεί ανά παν λεπτόν τους ελληνικούς πληθυσμούς και συνεπώς αυτήν ταύτην την ελληνικήν φυλήν.
Παν ό,τι απέμεινεν εκ του πλούτου της Ελλάδος μετά ένα αδικαιολόγητον πόλεμον, καταστρέφεται ανοικτιρμόνως. Δημόσια γραφεία, δικαστήρια, ταμεία, εφορείαι, σταθμοί Χωροφυλακής μεθ' όλων των αρχείων των, εγκληματικώς πυρπολούνται.
Δεκάδες εκατομμυρίων του Δημοσίου, των Τραπεζών, των ιδιωτών ληστεύονται υπό ενόπλων συμμοριών. Τρόφιμα στελλόμενα κατόπιν ατρήτων κόπων και θυσιών, εις την ύπαιθρον προς τροφοδοσίαν του πεινόντος ελληνικού λαού δημεύονται και διαρπάζονται.
Αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και άνδρες ιδία της Χωροφυλακής, δημόσιοι υπάλληλοι, δήμαρχοι και πρόεδροι κοινοτήτων αγρίως δολοφονούνται.
Βιομηχανικαί εγκαταστάσεις, Σιδηροδρομικαί συγκοινωνίαι, σιδηροδρομικόν υλικόν, γέφυραι και ολόκληρα ακόμη οδικά δίκτυα, ανατινάσσονται εις τον αέρα.
Ουδεμία καλλιέργεια της γης δύναται να γίνη, των γεωργών δικαίως διατελούντων εν απογνώσει συνεπεία της αναρχίας.
Φιλήσυχοι αγρόται, μη εξαιρουμένων των γυναικών και των παίδων, απανθρώπως κρεουργούνται. Τέλος ολόκληρα χωρία, χθες ακόμη εν γαλήνη διαβιούντα, μεταβάλλονται προς χάριν των ενόπλων αυτών εις τέφραν και ερείπια, οι δε κάτοικοί των φεύγουν έξαλλοι εκ τρόμου προς τα όρη, όπου ευρίσκουν τρομερόν εκ κακουχιών και πείνης θάνατον. Ιδού το έργον της Ε.Α.Μ. και των συγγενών της οργανώσεων.
Εχων πλήρη αντίληψιν των τρομακτικών κινδύνων εις τους οποίους είναι εκτεθειμένοι οι αγροτικοί πληθυσμοί μας μετά τη δημιουργηθείσαν τοιαύτην κατάστασιν και την απόφασιν των στρατευμάτων κατοχής να θέσουν δι' αμέσου ενεργείας οριστικόν τέρμα εις αυτήν, εθεώρησα επιβεβλημένον εις εμέ καθήκον να προέλθω εις συνεννοήσεις μετά των Αρχών των Δυνάμεων του Αξονος, όπως αι συνέπειαι της εκκαθαριστικής δράσεως μη πλήξουν τους τόσον ήδη δοκιμαζόμενους φιλήσυχους, αλλά δυστυχείς κατοίκους της υπαίθρου.
Αι Δυνάμεις του Αξονος, καίτοι δεινόν διεξάγουν πόλεμον, δεν εδίστασαν νέον να δώσουν δείγμα της προς τον νομιμόφρονα και φιλήσυχον ελληνικόν λαόν συμπαθείας των και να παράσχουν μεγαλοφρόνως αμνηστείαν, εις εκείνους οι οποίοι εντός δέκα πέντε ημερών από σήμερον, ήτοι μέχρι της 24ης ώρας της 20ής Μαΐου 1943, θέλουν υπακούσει εις την πρόσκλησιν των στρατευμάτων κατοχής.
Καλώ συνεπώς τον λαόν της υπαίθρου να συμμορφωθή προς τους εις τας προκηρύξεις των Αρχηγών των στρατευμάτων Κατοχής τιθεμένους όρους και υπευθύνως δηλώ ότι εφ' όσον θέλουν γίνει σεβαστοί οι όροι ούτοι, ουδένα απολύτως κίνδυνον θα διατρέξη.
Οι ένοπλοι, οι οποίοι εντός της ταχθείσης προθεσμίας θα προσέλθουν και θα παραδώσουν τα όπλα των, θα τύχουν ανεπιφυλάκτως αμνηστείας.
Οι κάτοικοι των πόλεων, των κωμών και των χωρίων της υπαίθρου, οι οποίοι θα επανέλθουν εις τας εστίας των, εκείνοι οι οποίοι δε θα εγκαταλείψουν αυτάς κατανοούντες ότι τα Στρατεύματα Κατοχής εκτελούν απολύτως έργον προστασίας αυτών έναντι των εγκληματικώς, κατ' αυτών κυρίως δρώντων ενόπλων, ουδέν έχουν να πάθουν.
Υπόσχομαι ακόμη ότι, εάν τηρηθούν πιστώς οι όροι τους οποίους θέτουν αι δυνάμεις του Αξονος, θα δυνηθώμεν τη βοηθεία αυτών να επισιτίσωμεν τους πεινώντας αγροτικούς πληθυσμούς και να παράσχωμεν πάσαν περίθαλψιν εις τους αστέγους και τους πάσχοντας εξ αυτών και ότι οι αγρόται τη προστασία των Στρατευμάτων Κατοχής θα δυνηθούν εν ασφαλεία να συνεχίσουν την διακοπείσαν ήδη καλλιέργειαν των αγρών των και να επανέλθουν εις τα ειρηνικά των έργα εν γένει.

Ελληνες,

Υπενθυμίζω εις υμάς ότι αι Δυνάμεις του Αξονος, καίτοι έχουσαι να αντιμετωπίσουν όλας τας συνεπείας και τας βαρείας υποχρεώσεις του πρωτοφανούς εις έκτασιν πολέμου επέδειξαν εις πάσαν ευκαιρίαν την προς τον ελληνικόν λαόν συμπάθειάν των.
Μη λησμονείτε ότι διά γενναίας χειρονομίας των ηγετών της Γερμανίας και Ιταλίας ο ελληνικός στρατός αφέθη ελεύθερος, μη θεωρηθείς αιχμάλωτος πολέμου.
Μη λησμονείτε ότι ο ελληνικός λαός τελείως εγκαταλελειμμένος και αποκεκλεισμένος πανταχόθεν, θα κατεδικάζετο εις ομαδικόν εξ ασιτίας θάνατον, αν μη, παρ' όλας τας τρομακτικάς δυσχερείας και παρ' όλα τα εγκληματικά σαμποτάζ, επεσιτίζετο η χώρα μας, εκ του υστερήματός των, υπό των Δυνάμεων του Αξονος ως και αν δεν διευκόλυνον αύται τη μεταφοράν δι' ουδετέρων ατμοπλοίων, φορτίων απαραιτήτου διά την Ελλάδα σίτου και άλλων ειδών.
Μη λησμονείτε ότι δεν εδίστασαν αύται και εμπειρογνώμονας ακόμη να στείλουν εις τη χωράν μας, διά να σώσουν τον ελληνικόν λαόν από τον εκφυλισμόν εκ της πείνης, ότε είδον την τρομεράν τραγωδίαν του χειμώνος του 1941.

Ελληνες,

Εις χείρας μας έγκειται η σωτηρία μας. Μη ακούετε την ύπουλον φωνήν των επικινδύνων εχθρών μας, των λύκων οι οποίοι έρχονται εν σχήματι προβάτων.
Ακούσατε την φωνήν μου, φωνήν ειλικρινούς πατριωτισμού, φωνήν τιμίας ελληνικής συνειδήσεως και βοηθήσατε να σώσωμεν όλοι μαζί την Μεγάλην και Αγαπητήν μας Πατρίδα και την Ελληνικήν Φυλήν.

Εν Αθήναις τη 5 Μαΐου 1943.

ΙΩΑΝΝΗΣ Δ. ΡΑΛΛΗΣ.

Στις 19 Δεκεμβρίου 1943 σε έγγραφη διαμαρτυρία προς τον στρατιωτικό διοικητή της Ελλάδας Σπάιντελ, για τις ομαδικές εκτελέσεις ως μέτρο αντιποίνων, μεταξύ άλλων γράφει:
Γνωρίζετε εξοχώτατε, ότι η Κυβέρνησίς μου με θάρρος ανέλαβε τον αγώνα εναντίον της κινήσεως των κομμουνιστών επαναστατών και αι συνεχιζόμεναι προσπάθειαί μου διά την συγκρότησιν και εξοπλισμόν νομιμοφρόνων τμημάτων σωμάτων ασφαλείας, τα οποία ήδη ετοποθετήθησαν εις την Πρωτεύουσαν εναντίον των κομμουνιστών, δεν Σας είναι άγνωστοι. Ο σκοπός και η επιθυμία μου είναι η αύξησις και η επέκτασις της πίστης αυτής προς το υφιστάμενον καθεστώς και τάξιν δυνάμεως με την βοήθειαν των Γερμανικών στρατιωτικών αρχών, διά να αναλάβη αύτη τον αγώνα κατά της κομμουνιστικής κινήσεως εις τας επαρχίας. Εν συνεχεία η Κυβέρνησίς μου δεν θα παραλείψη να χρησιμοποιήση και τα σκληρότερα μέτρα εναντίον των εξωπλισμένων αυτών αναρχικών κομμουνιστικών στοιχείων, άτινα νομίζουν, ότι εύρον την ευκαιρίαν να επιβάλουν διά μιας αιματηράς δολοφονικής δράσεως τας βδελυράς αρχάς των εις την δύστυχον και πάσχουσαν Ελληνικήν ολότητα και να καταστρέψουν κατά τον βαρβαρώτερον τρόπον τον Ευρωπαϊκόν πολιτισμόν. [...]
Ανεξαρτήτως όμως αυτού η εκ των γεγονότων τούτων δημιουργουμένη ατμόσφαιρα προκαλεί μέγα ψυχολογικόν εμπόδιον εις την παρά της Κυβερνήσεως δημιουργίαν ενόπλου αντιστάσεως εναντίον του κομμουνισμού ακριβώς κατά την στιγμήν, κατά την οποίαν η κοινή γνώμη έχει αρχίσει να διάκειται συμπαθώς προς τον υμέτερον και τον ιδικόν μας αγώνα εναντίον του κομμουνισμού.[...]
Όπως έλαβα την τιμήν κατ’ επανάληψιν να Σας γνωρίσω, πιστεύω αδιστάκτως, ότι το ζήτημα της καταδιώξεως των κομμουνιστικών συμμοριών δύναται να λυθή ταχέως και ικανοποιητικώς, εφόσον η καταδίωξις των ενόπλων γίνη συστηματικώς και ακόμη μεταξύ των εν εφεδρία διατελούντων κομμουνιστών και των πραγματικών αυτών συνεργατών, ασχέτως αν ούτοι δρουν εις την πρωτεύουσαν ή εις την ύπαιθρον. Καθημερινώς εκδηλούται εις την πρωτεύουσαν αγωνιστική διάθεσις των δυνάμεων ασφαλείας και η ειλικρινής επιθυμία καταπολεμήσεως των επαναστατικών οργανώσεων. Ακριβώς το ίδιον συμβαίνει και εις τας Επαρχίας, ούτως ώστε καθίσταται δυνατόν να οργανωθούν τα διά την τάξιν και νομιμότητα προσληφθέντα στοιχεία, άτινα βεβαίως Στρατηγέ μου αποτελούν την πλειονότητα τον πληθυσμού. 
Πιστεύω λοιπόν, ότι η Ηγεσία του Γερμανικού Στρατού θα θεωρήση ως ιδικήν της την άποψιν ταύτην και θα παράσχη την υποστήριξίν της εις την Κυβέρνησιν προς συμπλήρωσιν της οργανώσεως των Ελληνικών Σωμάτων Ασφαλείας.[...]
Με την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, ο Ιωάννης Ράλλης παραιτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1944, με διάγγελμα προς τον λαό:

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΑΟΝ

Την 7ην Απριλίου 1943 εθεώρησα ότι είχον επιβεβλημένον καθήκον να καταλάβω την Αρχήν, μη υπαρχούσης κυβερνήσεως και συνεπώς μη υφισταμένου ουδενός δυναμένου να αγωνίζηται έναντι των αρχών κατοχής δια την μείωσιν της δυστυχίας του Ελληνικού Λαού.Απηύθυνα τότε διάγγελμα προς τον Λαόν, προς όν εξήγουν, εφ'όσον τούτο ήτο επιυετραμμένον εκ της υπαρχούσης πραγματικής καταστάσεως, ήτοι της κατοχής της Χώρας μας υπό της Γερμανίας και Ιταλίας και ελληνικοτάτων και σπουδαιοτάτων τμημάτων της Βορείου Ελλάδος, αναποσπάστως συνδεδεμένων μετά της Ελληνικής ιστορίας και του αίματος του Ελληνικού Γένους υπό του βουλγαρικού στρατού, τους λόγους δι'ούς εθεώρησα καθήκον ιερόν έναντι της Πατρίδος να πράξω τούτο.
Υπισχνούμην συνάμα ότι η κυβέρνησίς μου θα περιέβαλε δι' αληθούς πατρικής στοργής άπαντας τους πειθαρχούντας πολίτας εις την δυσχερεστάτην προσπάθειαν της κυβερνήσεως προς παγίωσιν της τάξεως και βελτίωσιν των βιωτικών συνθηκών των Ελλήνων, της δυστυχίας και τον πόνον των οποίων είχον,ως έλεγον σαφεστάτην επίγνωσιν.
Υπισχνούμην επί πλέον προς τους δημοσίους υπαλλήλους ως αποτελούντας αυτήν ταύτην την κρατικήν μηχανήν και προς τους αναπήρους των πολέμων, οίτινες όντως είναι εθνικόν κόσμημα, ότι δεν θα εδίσταζον να υποβάλω το Κράτος εις πάσαν δυνατήν θυσίαν προς βελτίωσιν της θέσεως αυτών.
Τας υποσχέσεις μου αυτάς, τήρησα απαρεγκλίτως εν τω μέτρω των δυνατοτήτων κυβερνήτου κατά το διάστημα ξενικής κατοχής, πάντως όμως όχι κυβερνήτου της κατοχής,διότι ποτέ δεν εδέχθην να συγκροτήσω κυβέρνησιν της κατοχής.
Εν τω διαγγέλματί μου εκείνω εξέφραζον την πεποίθησιν ότι η Ελληνική Φυλή, διά της διακρινούσης αυτήν συνενέσεως και φιλοπατρίας ήθελεν επιτύχη μίαν ημέραν να οδηγήση εις υπήνεμον λιμένα την εθνικήν κιβωτόν. Η πρόρρησίς μου αύτη, την οποίαν πας Έλλην γνωρίζων τήν ένδοξον ιστορίαν μας θα ηδύνατο να κάμη ασφαλώς, εισήλθε πλέον εις την οδόν της πραγματοποιήσεως.Τα ζοφερά νέφη της δουλείας ήρχισαν να διαλύωνται υπό του ανατέλλοντος ηλίου της ελευθερίας.
Ευτυχής διότι υπό αισίους οιωνούς λήγει η μαρτυρική αποστολή μου και με ήσυχον την συνείδησιν ότι εξετέλεσα πιστώς το καθήκον μου, επανέρχομαι εις τον ιδιωτικόν βίον,έτοιμος να λογοδοτήσω ενώπιον παντός αρμοδίου.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΑΛΛΗΣ
Αθήναι, τη 12 Οκτωβρίου 1944

Συνελήφθη για να δικαστεί από το Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων Αθηνών. Μετέφερε μαζί του από φυλακή σε φυλακή δύο βαλίτσες,  απειλώντας ότι όποιος θελήσει να τον πάει στο δικαστήριο, ας το κάνει και θα ακουστούν συνταρακτικές αποκαλύψεις.
Στο δικαστήριο ακούστηκαν πολλά απίστευτα και, κατά τους ιστορικούς της εποχής, ο Ιωάννης Ράλλης από κατηγορούμενος μετετράπη σε κατήγορο αποκαλώντας τους δικαστές, όπως και ο Τσολάκογλου, φαύλους και ανίκανους να τον δικάσουν.
Στην απολογία του ο Ιωάννης Ράλλης, με απερίγραπτο θράσος, προκαλούσε τους δικαστές να παραιτηθούν αναγνωρίζοντας ότι τα Τάγματα Ασφαλείας προσέφεραν εθνική υπηρεσία με την δίωξη των κομμουνιστών που ήταν ο κοινός εχθρός. Απευθυνόμενος στους δικαστές είπε:
"Δεν είστε εις θέσιν να δικάσετε εμένα και τα Τάγματα Ασφαλείας διότι αυτοί έσωσαν το τομάρι σας από τους κομμουνιστάς".
Στις 21 Φεβρουαρίου του 1945 προσήχθη σε δίκη ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου Δοσιλόγων Αθηνών, μαζί με άλλους επιφανείς συνεργάτες των Γερμανών, κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Μαζί με τον Ιωάννη Ράλλη κατηγορούνταν και 8 υπουργοί.  Οι περισσότεροι αθωώθηκαν, ενώ κάποιοι δικάστηκαν σε  φυλάκιση ολίγων μηνών.
Ο Ιωάννης Ράλλης επικαλέστηκε ως μάρτυρες Γεώργιο Παπανδρέου, Παναγιώτη  Κανελλόπουλο, Θεμιστοκλή Τσάτσο οι οποίοι βεβαίωσαν ότι: «δεχθέντες να σχηματίσωμεν κυβέρνησιν χωρίς να έχωμεν δόλον». Ευχαρίστησε και τον «πάντοτε αντίπαλόν του αλλ' εξόχου καλής πίστεως άνδρα, τον σεβαστόν πρόεδρον κ. Σοφούλην, βεβαιώσαντα ότι εθνικώς κατά την πρωθυπουργίαν μου επολιτεύθην»! Επιστράτευσε και τον Τσόρτσιλ, πλέκοντας το εγκώμιό του, γιατί στη Βουλή των Κοινοτήτων με ειλικρίνεια διακήρυξε: «Ως προς την εν Ελλάδι κατάστασιν η κοινή γνώμη των συμμάχων ήτο ψευδώς πληροφορημένη»!
Στη δίκη προσήλθαν ως μάρτυρες υπερασπίσεως περίπου 300 παράγοντες. Όλοι σχεδόν κατέθεσαν ότι ήταν απαραίτητες οι κατοχικές κυβερνήσεις.
Μάρτυρες υπερασπίσεως του Ιωάννη Ράλλη ήταν μεγάλα στελέχη των αστικών κομμάτων, όπως ο Στυλιανός Γονατάς, ο Τσακαλώτος, στρατηγός της 9ης Μεραρχίας στον εμφύλιο και ο Άγγελος Έβερτ, ο οποίος ήταν  αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων. Όλοι είχαν απερίγραπτες μαρτυρίες πατριωτισμού για τον Ιωάννη Ράλλη.
Ο μάρτυρας υπερασπίσεως και δικτάτορας του 1928, Θεόδωρος Πάγκαλος, κατέθεσε και αυτός ότι κοινός εχθρός ήταν ο κομμουνισμός, ''δι' αυτό Έλληνας πατριώτης είναι όποιος τον πολεμάει: αυτή ήταν η αποστολή των Ταγμάτων Ασφαλείας''.
Συνήγοροι υπεράσπισής του ήταν ο γιος του Γεώργιος Ράλλης, ο πολιτικός της ΕΡΕ και εν συνεχεία της Νέας Δημοκρατίας και ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, πατέρας του Ιωάννη Βαρβιτσιώτη και παππούς του Μιλτιάδη Έβερτ, επίσης πολιτικού της δεξιάς.
Οι δύο υπερασπιστές του ισχυρίσθηκαν ότι «ο Ιωάννης Ράλλης προσέφερε τεράστιες εθνικές υπηρεσίες κατά την Κατοχή ενόσω ήταν πρωθυπουργός με το να αποσοβήσει τον λιμό των Ελλήνων, δίδοντας καθημερινά ένα μισθό, ενώ έσωσε επίσης πολλούς πατριώτες από το εκτελεστικό απόσπασμα των Γερμανών και ακόμη διευκολύνοντας τη διαφυγή πολλών πολιτικών και σημαινόντων πολιτών στη Μέση Ανατολή». Στη δίκη εξετάστηκαν περισσότεροι από 300 μάρτυρες υπερασπίσεως, μεταξύ αυτών ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος και ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, οι οποίοι κατέθεσαν ότι ο Ιωάννης Ράλλης σχημάτισε κυβέρνηση δίχως δόλο και αποκλειστικά και μόνο για την ανακούφιση του ελληνικού λαού, ενώ ο ίδιος στην απολογία του είπε: «...Ούτε προδόται των εθνικών ή των συμμαχικών συμφερόντων πολιτικοί ή στρατιωτικοί υπήρξαν εν Ελλάδι, ούτε Κουίσλιγκς...».
Στις 31 Μαΐου 1945 το δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του και τον καταδίκασε σε ισόβια δεσμά.
Ο Ιωάννης Ράλλης μετά την καταδίκη του από το Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων, εγκλείσθηκε στις φυλακές Αβέρωφ3 κι ένα χρόνο αργότερα, στις 26 Οκτωβρίου 1946, πέθανε από καρκίνο των πνευμόνων, σε ηλικία 68 ετών


ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ
(Κατά την διάρκειαν της Εχθρικής Κατοχής της Χώρας)
Από 30.4.1941 έως 10.10.1944
ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
Από 30.4.1941 έως 2.12.1942
30 Απριλίου 1941: Διορισμός:

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
Προέδρου Υπουργικου Συμβουλίου
ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΛΙΒΙΕΡΑΤΟΥ
Υπουργού Δικαιοσύνης και προσωρινώς Αγορανομίας
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΕΜΕΣΤΙΧΑ
Υπουργού Εσωτερικών
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗ
Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και προσωρινώς Οικονομικών
ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΜΟΥΤΟΥΣΗ
Υπουργού Σιδηροδρόμων και Αυτοκινήτων και προσωρινώς Συγκοινωνίας
ΚΩΝ/ΝΟΥ ΜΠΑΚΟΥ
Υπουργού Εθνικής Αμύνης (Στατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορίας)
ΚΩΝ/ΝΟΥ  ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΥ
Υπουργού Προνοίας και προσωρινώς Παιδείας
Χ. ΚΑΤΣΙΜΗΤΡΟΥ
Υπουργού Εργασίας και προσωρινώς Γεωργίας
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΑΡΚΟΥ
Υφυπουργού Δημοσίας  Ασφαλείας

1 Μαϊου 1941: Διορισμός:
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΡΑΓΚΑΒΗ
Υπουργού Γενικού Διοικητού Μακεδονίας

5 Μαϊου 1941: Διορισμός:
Κ. ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΥ
Αντιπροέδρου Υπουργικού  Συμβουλίου, Υπουργού Εθνικής Προνοίας και προσωρινώς Παιδείας

6 Μαϊου 1941: Διορισμός:
Δ. ΠΟΛΥΖΟΥ
Υπουργού Αγορανομίας

8 Μαϊου 1941: Διορισμός:
Α. ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
Υπουργού Εργασίας
Ι. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας

26 Μαϊου 1941: Διορισμός:
ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΓΚΟΤΖΑΜΑΝΗ
Υπουργού Οικονομικών

25 Ιουνίου 1941: Παραίτησις:
Α. ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
Υπουργού Εργασίας

25 Ιουνίου 1941:Διορισμός:
Α. ΛΙΒΙΕΡΑΤΟΥ
Υπουργού Δικαιοσύνης και προσωρινώς Εργασίας

29 Ιουνίου 1941: Παραίτησις:
Δ. ΠΟΛΥΖΟΥ
Υπουργού  Επισιτισμού


21 Οκτωμβρίου 1941: Διορισμός:
Α. ΤΣΙΡΙΓΩΤΗ
Υφυπουργού παρά τη Γενική Διοικήσει Μακεδονίας

22 Νοεμβρίου 1941: Παραίτησις:
Ι. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Υπουργού Εσωτερικών και προσωρινώς Δημοσίας Ασφαλείας

22 Νοεμβρίου 1941: Ενάσκησις παρά:
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
(Προέδρου  Υπουργικου Συμβουλίου)  καθηκόντων  Υπουργού Εσωτερικών και Δημοσίας  Ασφαλείας

12/16 Δεκεμβρίου 1941: Παραίτησις:
Ν. ΡΑΓΚΑΒΗ
Υπουργού Γενικού  Διοικητού Μακεδονίας

13/17 Δεκεμβρίου 1941: Ενάσκησις παρά:
Λ. ΤΣΙΡΙΓΩΤΗ
(Υφυπουργού παρά τη Γενική Διοικήσει Μακεδονίας προσωρινώς καθηκόντων Υπουργού Εσωτερικών

23/24 Μαρτίου 1942: Παραίτησις:
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗ
Υπουργού Εθνικής Οικονομίας
Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΟΥ
Υπουργού Γεωργίας και προσωρινώς Επισιτισμού

2 Απριλίου 1942: Παραίτησις:
ΑΝΤΩΝΙΟΥ  ΛΙΒΙΕΡΑΤΟΥ
Υπουργού  Δικαιοσύνης

2 Απριλίου 1942: Ενασκησις υπό:
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
(Προέδρου  Υπουργικού Συμβουλίου)  προσωρινώς καθηκόντων  Υπουργού  Δικαιοσύνης

16 Απριλίου 1942: Διορισμός:
ΛΕΩΝΙΔΑ  ΤΣΙΡΙΓΩΤΗ
Υφυπουργού παρά  τω Προέδρω της Κυβερνήσεως

17 Σεπτεμβρίου 1942: Ενάσκησις παρα:
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
(Προέδρου  Υπουργικού Συμβουλίου)  προσωρινώς ενασκήσεως των καθηκόντων  τουν Υπουργού  Οικονομικών Σ. Γκοτζαμάνη

2 Δεκεμβρίου 1942: Παραίτησις:
Στρατηγού Γ. ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
Προέδρου  Υπουργικού Συμβουλίου

ΑΝΑΘΕΣΕΙΣ
29 Ιουνίου 1941:Ανάθεσις εις:

Γ. ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
(Πρόεδρον  Υπουργικου Συμβουλίου) προσωρινώς καθηκόντων Επισιτισμού

22 Σεπτεμβρίου 19411: Ανάθεσις είς:
Α. ΛΙΒΙΕΡΑΤΟΝ
(Υπουργόν Δικαιοσύνης) και προσωρινώς Εργασίας, προσωρινώς καθηκόντων Υπουργού Εθνικής Οικονομίας

27 Νοεμβρίου 1941: Ανάθεσις εις:
Σ. ΓΚΟΤΖΑΜΑΝΗΝ
Υπουργόν  Οικονομικών προσωρινώς καθηκόντων Υπουργού Εθνικής  Προνοίας  και  Παιδείας

18 Ιανουαρίου 1942: Αναπλήρωσις υπό:
Γ. ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
(Προέδρου  Υπουργικου Συμβουλίου) από του Κ. Λογοθετόπουλου Υπουργού Εθνικής Προνοίας και προσωρινώς Εθνικής  Παιδείας και Θρησκευμάτων

4 Ιουνίου 1942: Αναθεσις εις:
Γ. ΜΠΑΚΟΝ
(Υπουργόν Εθνικής Αμύνης) προσωρινώς καθηκόντων Υπουργου Εσωτερικών

5 Ιουνίου 1942: Αναθεσις εις:
Κ. ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΝ
(Αντιπρόεδρον Κυβερνήσεως) της Προεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου.

4 Ιουλίου 1942: Αναθεσις εις:
Κ. ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΝ
(Αντιπρόεδρον Κυβερνήσεως) προσωρινώς της Προεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου.
Γ. ΜΠΑΚΟΝ
(Υπουργόν Εθνικής Αμύνης) προσωρινώς καθηκόντων Υπουργου Εσωτερικών
ΛΕΩΝΙΔΑ ΤΣΙΡΙΓΩΤΗΝ
(Υφυπουργόν παρά  τω Πρωθυπουργώ) προσωρινώς καθηκόντων Υπουργού Δικαιοσύνης

9 Αυγούστου 1942: Ανάθεσις εις:
Κ. ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΝ
(Αντιπρόεδρον Κυβερνήσεως) της Προεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου.
Γ. ΜΠΑΚΟΝ
(Υπουργόν Εθνικής Αμύνης) προσωρινώς καθηκόντων Υπουργου Εσωτερικών
ΛΕΩΝΙΔΑ  ΤΣΙΡΙΓΩΤΗΝ
(Υφυπουργόν παρά  τω Πρωθυπουργώ) προσωρινώς καθηκόντων Υπουργού Δικαιοσύνης

17 Νοεμβρίου 1942: Ανάθεσις εις:
Κ. ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΝ
(Αντιπρόεδρον Υπουργικού Συμβουλίου) της Προεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου.

ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΥ
Από 2.12.1942 έως 7.4.1943

2 Δεκεμβρίου 1942: Διορισμός:
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΥ
Προέδρου  Υπουργικού Συμβουλίου
Α. ΤΑΒΟΥΛΑΡΗ
Υπουργού Εσωτερικών
ΕΚΤΟΡΟΣ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΥ
Υπουργού Γεωργίας και προσωρινώς Επισιτισμού
Ν. ΜΑΡΚΟΥ
Υπουργού Δικαιοσύνης
Ν.ΚΑΛΥΒΑ
Υφυπουργού Εργασίας
26 Ιανουαρίου 1943: Παραίτησις:
Ε. ΛΟΥΛΑΚΑΚΗ
Υπουργού Γενικού  Διοικητού Κρήτης
26  Ιανουαρίου 1943:Διορισμός:
ΙΩΑΝΝΟΥ  ΠΑΣΣΑΔΑΚΗ
Υπουργού Γενικού Διοικητού Κρήτης
1 Απριλίου  1943: Παραίτησις:
ΛΕΩΝΙΔΑ ΤΣΙΡΙΓΩΤΗ
Υφυπουργού παρά  τω Προέδρω της Κυβερνήσεως

7 Απριλίου 1943: Παραίτησις:
ΚΩΝ. ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΥ
Προέδρου Κυβερνήσεως και Υπουργού Εθνικής Προνοίας και  προσωρινώς  Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας
ΝΙΚΟΛΑΟΥ  ΜΑΡΚΟΥ
Υπουργού Δικαιοσύνης
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΤΑΒΟΥΛΑΡΗ
Υπουργού Εσωτερικών
ΣΩΤΗΡΙΟΥ  ΜΟΥΤΟΥΣΗ
Υπουργού Συγκοινωνίας και προσωρινώς Εμπορικής Ναυτιλίας
ΣΩΤΗΡΙΟΥ  ΓΚΟΤΖΑΜΑΝΗΝ
Υπουργού  Οικονομικών προσωρινώς καθηκόντων Υπουργού Εθνικής Οικονομίας
ΓΕΩΡΓΙΟΥ  ΜΠΑΚΟΥ
Υπουργού Εθνικής Αμύνης
ΕΚΤΟΡΟΣ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΥ
Υπουργού Γεωργίας και προσωρινώς Επισιτισμού
Ν. ΚΑΛΥΒΑ
Υφυπουργού Εργασίας

ΑΝΑΘΕΣΕΙΣ
2 Δεκεμβρίου 1942: Ανάθεσις εις:
Σ. ΓΚΟΤΖΑΜΑΝΗΝ
(Υπουργόν  Οικονομικών) προσωρινώς καθηκόντων Υπουργού Εθνικής Οικονομίας

ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ Δ. ΡΑΛΛΗ
Από 7.4.1943 έως 12.10.1944

7 Απριλίου 1943:Διορισμός:
ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΑΛΛΗ
Προέδρου Υπουργικού Συμβουλίου και προσωρινώς Υπουργού Γεωργίας, Επισιτισμού και Εθνικής Αμύνης
Κ. ΠΟΥΡΝΑΡΑ
Υπουργού  Δικαιοσύνης και προσωρινώς Εθνικής Οικονομίας και προσωρινώς Υφυπουργού Εργασίας
Α. ΤΑΒΟΥΛΑΡΗ
Υπουργού Εσωτερικών και προσωρινώς Εμπορικής Ναυτιλίας και Συγκοινωνίας
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΛΟΥΒΑΡΗ
Υπουργού Θρησκευμάτων και προσωρινώς Υπουργού Εθνικής Προνοίας
ΕΚΤΟΡΟΣ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΥ
Υπουργού Οικονομικών

12 Απριλίου 1943: Διορισμός:
ΑΓΗΣΙΛΑΟΥ Π. ΓΕΡΟΝΤΑ
Υπουργού Συγκοινωνίας και προσωρινώς Εμπορικής  Ναυτιλίας

15 Απριλίου 1943: Διορισμός:
ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΑΛΛΗ
Προέδρου Υπουργικού Συμβουλίου  ώς Υπουργού  Εθνικής  Αμύνης

17 Απριλίου 1943: Διορισμός:
ΕΚΤΟΡΟΣ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΥ
(Υπουργόν Οικονομικών) προσωρινώς ως Υπουργού Επισιτισμού
Ι. ΓΡΗΓΟΡΑΚΗ
Υπουργού Εργασίας

22 Απριλίου 1943: Διορισμός:
Γ. ΠΑΜΠΟΥΚΑ
Υπηρεσιακού Υφυπουργού  παρά  τω Υπουργείω Γεωργίας

29 Απριλίου 1943: Διορισμός:
ΒΑΣ. ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ
Υπουργού Εθνικής Προνοίας

14 Μαϊου 1943: Παραίτησις:
ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΑΣΑΔΑΚΗ
Υπουργού Γενικού  Διοικητού Κρήτης
15 Μαϊου 1943: Διορισμός:
ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΑΣΑΔΑΚΗ
Υπουργού Γενικού  Διοικητού Κρήτης

16 Ιουνίου 1943: Διορισμός:
ΕΚΤΟΡΟΣ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΥ
(Υπουργόν Οικονομικών) προσωρινώς  Υπουργού Εθνικής Οικονομίας

5 Ιουλίου 1943: Παραίτησις:
Ι. ΓΡΗΓΟΡΑΚΗ
Υπουργού Εργασίας

17 Ιουλίου 1943: Διορισμός:
Δ. ΔΙΑΛΕΤΗ
Υπηρεσιακού Υφυπουργού παρά τω Υπουργείω Εθνικής Αμύνης

1 Δεκεμβρίου 1943: Ενάσκησις παρά:
ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΑΛΛΗ
(Προέδρου Κυβερνήσεως), καθηκόντων Υπουργου Εργασίας

1 Δεκεμβρίου 1943: Διορισμός:
Ν. ΚΑΛΥΒΑ
Υφυπουργού Εργασίας

4 Φεβρουαρίου 1944: Διορισμός:
Ε. ΚΑΝΑΚΟΥΣΑΚΗ
Υπηρεσιακού Υφυπουργού παρά τω Υπουργείω Εργασίας

1 Μαρτίου 1944: Διορισμός:
ΕΚΤΟΡΟΣ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΥ
(Υπουργού Οικονομικών) Αντιπροέδρου Κυβερνήσεως

4 Απριλίου 1944: Παραίτησις:
Δ. ΠΑΜΠΟΥΚΑ
Υπηρεσιακού Υφυπουργου Γεωργίας

29 Μαΐου 1944: Παραίτησις:
Α. ΤΑΒΟΥΛΑΡΗ
Υπουργού Εσωτερικών

28 Μαϊου 1944: Ενάσκησις παρά:
Ι. ΡΑΛΛΗ
(Προέδρου της Κυβερνήσεως), καθηκόντων Υπουργού Εσωτερικών

29 Μαΐου 1944: Διορισμός:
Α. ΤΑΒΟΥΛΑΡΗ
Υπουργού Ανευ Χαρτοφυλακίου

15 Ιουνίου 1944: Παραίτησις:
Β. ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ
Υπουργού Εθνικής Προνοίας

28 Ιουνίου 1944: Διορισμός:
Ε. ΚΑΝΑΚΟΥΣΑΚΗ
Υφυπουργου παρά τω Υπουργείω Εργασίας

21 Ιουλίου 1944:Διορισμός:
Δ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
Υφυπουργου παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών

7 Οκτωβρίου  1944: Παραίτησις:
Ε. ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΥ
Αντιπροέδρου  Κυβερνήσεως, Υπουργού Οικονομικών και προσωρινώς Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, Γεωργίας, Επισιτισμού, Εθνικής Προνοίας

10 Οκτωβρίου 1944: Παραίτησις:
Ι. ΠΑΣΣΑΔΑΚΗ
Υπουργού Γενικού Διοικητού Κρήτης

12 Οκτωβρίου 1944: Παραίτησις:
ΙΩΑΝΝΟΥ  Δ. ΡΑΛΛΗ
Προέδρου Υπουργικού Συμβουλίου

ΑΝΑΘΕΣΕΙΣ
5 Ιουλίου 1943: Ανάθεσις εις:
Α. ΤΑΒΟΥΛΑΡΗΝ
(Υπουργόν Εσωτερικών) προσωρινώς καθηκόντων Υπουργού Εργασίας

29 Δεκεμβρίου 1943: Ανάπληρωσις παρα:
Ι. ΡΑΛΛΗ
(Προέδρου Κυβερνήσεως), προσωρινώς Α. Γέροντα Υπουργού Συγκοινωνίας και προσωρινώς Εμπορικής Ναυτιλίας

4 Απριλίου 1944: Ανάθεσις εις:
Ε. ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΝ
(Αντιπρόεδρον  Κυβερνήσεως, Υπουργόν Οικονομικών), της Διοικήσεως Υπουργείου Γεωργίας

13 Απριλίου 1944:Αναπλήρωσις υπό:
Ι. ΡΑΛΛΗ
(Προέδρου της Κυβερνήσεως), προσωρινώς του Ν. ΛούβαρηΥπουργού Θρησκευμάτων και Παιδείας

15 Ιουνίου 1944: Ανάθεσις εις:
Ε. ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΝ
(Αντιπρ. Κυβερνήσεως, Υπουργόν Οικονομικών), της Διοικήσεως Υπουργείου Εθνικής Προνοίας

1  Σεπτεμβρίου 1944: Αναπλήρωσις:
Ε. ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΥ
Υπουργού Οικονομικών και προσωρινώς Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, Επισιτισμού, Γεωργίας, Εθνικής Προνοίας, ως προς τα καθήκοντα Υπουργού Οικονομικών, Γεωργίας, Επισιτισμού υπό του Προέδρου Κυβερνήσεως, ως πρός τα καθήκοντα Υπουργού Εθνικής Οικονομίας υπό Κ. Πουρνάρα Υπουργού Δικαιοσύνης, ως πρός τα καθήκοντα Υπουργού Εθνικής Προνοίας υπό του Ν. Λούβαρη Υπουργού Θρησκευμάτων και Παιδείας

Σημειώσεις - Κείμενα

* Γ. Τσολάκογλου Πέθανε στις 22 Μαΐου του 1948, στερημένος σύνταξης και πάμπτωχος. Η κηδεία του έγινε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών σε στενό οικογενειακό κύκλο. To 1960 τα οστά του μεταφέρθηκαν σε άλλο τάφο που διέθεσε ο τότε δήμαρχος Αθηναίων Παυσανίας Κατσώτας.
Τα "Απομνημονεύματα" Γ. Τσολάκογλου δημοσιεύτηκαν 11 χρόνια μετά τον θάνατό του, 1959, υπό την επιμέλεια της συζύγου του Αικατερίνης.

1. Logo-tampon Η μέθοδος αυτή αναφέρεται και περιγράφεται σε όλα τα κλασσικά συγγράμματα της εποχής. Εφαρμόστηκε για την αντιμετώπιση των σοβαρών αιμορραγιών του τρίτου σταδίου του τοκετού (ατονία μήτρας) αλλά και των μετεγχειρητικών αιμορραγιών από τη μικρή πύελο μετά από κολπικές κυρίως εγχειρήσεις. Η μέθοδος συνίστατο στην εισαγωγή μέσα στη μήτρα ή στην πύελο μιας μεγάλης τετράγωνης κομπρέσας, που έπαιρνε τη μορφή άδειας σακούλας, το παραγέμισμά της με ένα πολύ μακρύ tampon ώστε να σχηματισθεί ένα τεράστιο μανιτάρι και μετά την έλξη των τεσσάρων άκρων της κομπρέσας ασκώντας έτσι πίεση στα μεγάλα πυελικά αγγεία.

2 Πολυκατοικία Λογοθετόπουλου - Οδός Μπουμπουλίνας 20-22
Σπουδαίο μνημείο της αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου. Χτίστηκε το 1932 σε σχέδια του αρχιτέκτονα, Κυπριανού Μπίρη, μετέπειτα καθηγητή στο ΕΜΠ. Το πενταώροφο κτίριο θεωρείται υπόδειγμα «πρώιμου μοντερνισμού», με δύο στοές και τρία εσωτερικά αίθρια για τον επαρκή φωτισμό και αερισμό των 46 διαμερισμάτων του. Καταλαμβάνει το τετράγωνο μεταξύ των οδών Μπουμπουλίνας, Κουντουριώτη και Ζαΐμη.
Ο πρώτος του ιδιοκτήτης, ο γιατρός Κ. Λογοθετόπουλος, συνδέει το όνομά του με τις δοσιλογικές κατοχικές κυβερνήσεις. Τη δεκαετία του ’50 στο κτίριο στεγάζεται η διαβόητη ΚΥΠ.
Την περίοδο της δικτατορίας η γειτονιά ανατριχιάζει από τις οιμωγές των αντιστασιακών που κρατούνται στη Μπουμπουλίνας 18, έδρα της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας και άντρο του Μάλλιου, του Μπάμπαλη, του Λάμπρου.
Στα μέσα του ’80, το ΚΚΕ αναζητεί κτίριο για να στεγάσει την Κομματική Οργάνωση Αθήνας. Η ΚΥΠ έχει μετακομίσει ωστόσο στην οδό Κατεχάκη και η πολυκατοικία μοιάζει ερείπιο. Οι τότε ιδιοκτήτες της τη βγάζουν κυριολεκτικά στο σφυρί. Η ταμπέλα «δίδεται αντιπαροχή» επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.«Αγοράσαμε το κτίριο περίπου 100 εκατ. δρχ. και ξοδέψαμε άλλα 200 εκατ. για την ανακαίνισή του», θυμάται ο γραμματέας της Κ.Ε. του ΣΥΝ, Ν. Χουντής, τότε γραμματέας της ΚΟΑ του ΚΚΕ.Την ανακαίνιση εκείνη επιβλέπει ο πολιτικός μηχανικός, Δημ. Σκαμπάς, μέλος του κόμματος και πρώην δήμαρχος Χαϊδαρίου.
Το 1992, με πρωθυπουργό τον Κ. Μητσοτάκη, η Ντόρα Μπακογιάννη προτείνει στο ΚΚΕ να πουλήσει το κτίσμα στο υπουργείο Πολιτισμού, προκειμένου να στεγαστούν εκεί οι κεντρικές του υπηρεσίες. Η συμφωνία κλείνει γρήγορα, με τίμημα το οποίο αλλεπάλληλα δημοσιεύματα της εποχής θεωρούν σκανδαλώδες. Πάντως στην επιτροπή της Βουλής που εγκρίνει τους ισολογισμούς των κομμάτων για τα έξοδα των εκλογών του 1993, το ΚΚΕ αναφέρει ότι εισέπραξε από την πώληση του κτιρίου 1,17 δισ. δρχ.
3. Κατά άλλη μαρτυρία ο Ιωάννης Ράλλης μετά την καταδίκη του από το Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων, δεν μεταφέρθηκε σε κάποια φυλακή, αλλά σε ειδικά διαμορφωμένο μέγαρο επί της οδού Πατησίων, στο οποίο εκρατούντο υψηλά πρόσωπα, τα οποία είχαν απασχολήσει τη δικαιοσύνη. Πέθανε από καρκίνο των πνευμόνων στις 26 Οκτωβρίου του 1946 εν μέσω συγγενών και φίλων.

Δημήτρη Ψαθά, «Μια διαφορετική απεργία», Η Αντίσταση

Μάρτιος του 1943.

Ανάστατη είναι η Αθήνα από μια είδηση. Οι Γερμανοί αποφάσισαν να κηρύξουν επιστράτευση πολιτική. Όλοι οι άνδρες από 16 θα επιστρατευθούν για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον Άξονα. Πρόσωπα ανήσυχα ολούθε.
-Τα 'μαθες; Επιστράτευση!
Ο κόσμος τρομάζει με τούτη την καινούρια συμφορά που ζυγώνει την Ελλάδα. Μάνες τρέμουν για τα παιδιά τους, γυναίκες για τους άντρες, παιδιά για τους πατεράδες. Κι ο φόβος γίνεται αναβρασμός. Κι ο αναβρασμός, μια θέληση. Κι η θέληση, μια κραυγή που τη βροντοφωνά ο τοίχος: ΚΑΤΩ Η ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ. Την παίρνει το χωνί και τη διαλαλά στις γειτονιές.   Κάτω η επιστράτευση!
Τυπώνουν τα μυστικά τυπογραφεία προκηρύξεις. Κάτω η επιστράτευση. Κυκλοφορούν οι μυστικές εφημερίδες: Κάτω η επιστράτευση. Γεμίζουν οι δρόμοι μ' αμέτρητα χαρτάκια: Κάτω η επιστράτευση. Κι όλος αυτός ο αναβρασμός φουσκώνει στα στήθια του λαού για να ξεσπάσει σ’ ένα απ’ τα πιο μεγάλα κι απίστευτα συλλαλητήρια που βλέπει η Αθήνα.

5 Μαρτίου.

Είναι η μέρα που όρισε το ΕΑΜ για το συλλαλητήριο. Ο τρόπος κι ο μηχανισμός του ο ίδιος, όπως πάντα. Σε μικρές ομάδες θα ξεχυθεί ο κόσμος προς το κέντρο. Σε μικρές ομάδες θα πιάσει τις παρόδους. Κρυμμένες θα είναι οι σημαίες κάτω απ' τα σακάκια, τα φουστάνια, κρυμμένες κι οι ταμπέλες με τις επιγραφές. Κι όταν δοθεί το σύνθημα την ορισμένη ώρα, τότε θα χυθεί ο λαός στον κεντρικό δρόμο που ορίστηκε για το συλλαλητήριο. Ας χτυπήσουν. Το μόνο που δεν λογαριάζουν ως την ώρα που θα πέσουν τα κορμιά. Δεκαπέντε μέρες τώρα απεργίες, διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες. Ο συνετός βλέπει τα συλλαλητήρια -τ' ακούει δηλαδή- και λέει πως τούτοι οι άνθρωποι σίγουρα είναι τρελοί. Τρελοί όμως ήταν κι όσοι πολέμησαν στον Μαραθώνα. Τρελοί όσοι σκοτώθηκαν στις Θερμοπύλες. Τρελοί ήταν η φούχτα των ανθρώπων που ξεσηκώθηκε το '21. Τρελοί ήταν αυτοί που χύμηξαν στην Πίνδο. Η ιστορία της Ελλάδας για την οποίαν πολύ καυχιέσαι, συνετέ, είναι μια αλυσίδα από τρέλες.[…]
Το σκέφτονται οι Γερμανοί… Πώς να τον επιστρατεύσεις τούτον τον λαό; Και τι υπηρεσίες μπορεί να σου προσφέρει; Απ' τη στιγμή που μαθεύτηκαν τα σχέδιά τους, βλέπουν ολούθε τον αναβρασμό. Ολούθε συγκεντρώσεις. Ολούθε ομιλίες. Στις γειτονιές, στις λαϊκές αγορές, στις εκκλησίες. Ζητούν τρόπους κατευνασμού. Ο Λογοθετόπουλος δημοσιεύει ανακοίνωση ότι δεν πρόκειται να γίνει η επιστράτευση κι ότι κάθε συγκέντρωση θα χτυπηθεί με όπλα. Ο δήμαρχος της Αθήνας Γεωργάτος ζητά με το καλό 3.000 εργάτες για τα οχυρωματικά έργα των Γερμανών και βεβαιώνει ότι δεν θα βγουν όξω απ’ την Αθήνα. Ο μυστικός τύπος λυσσά: Όσοι παρουσιάστηκαν στην πρόσκληση έχουν σταλεί στη Γερμανία. Στη Θεσσαλονίκη κηρύχθηκε η επιστράτευση "εν ονόματι του Φύρερ". Κοχλάζει η Αθήνα. Αστυνομία, χωροφυλακή στο πόδι. Ισχυρές δυνάμεις Γερμανών κι Ιταλών έχουν διαταγή να χτυπήσουν κάθε συγκέντρωση στους δρόμους. Και φτάνει η μέρα. Ξεσπάει η απεργία.
Τράπεζες, δημόσια γραφεία, ταχυδρομεία, τηλεγραφεία, μαγαζιά -όλα κλειστά. Τρίζει τα δόντια η ψευτοκυβέρνηση. Οι απεργοί θα παταχθούν! Κι όταν ο Γκοτζαμάνης στρώνεται να γράψει το διάταγμα της απόλυσης των απεργών, δεν βρίσκει μια δακτυλογράφο να το δακτυλογραφήσει! Τα εργοστάσια σταματημένα. Κι όλες οι επιχειρήσεις. Η κίνηση της πόλης έχει νεκρωθεί. Πλημμυρίζει η πόλη με παράνομο Τύπο. Μπρος λαέ της Αθήνας! Μπρος αδούλωτη Ελλάδα! Μπρος για τη μάχη των μαχών! Κι ας περιμένουν στους δρόμος έτοιμα τα ντουφέκια. Τα μάθαμε αυτά. Άλλο από το να σκοτώνουν δεν μπορούν.[…]
Στην οδό Πραξιτέλους γίνεται κακό. Οι Ιταλοί σκορπίζουνε το πλήθος. Σηκώνουν τα όπλα, βαράνε κοντακιές, ρίχνουν. Μια κοπέλα ορθώνεται μπροστά τους:
-Πίσω, παλιόσκυλα!
Ένας Ιταλός τη σημαδεύει. Βροντά το όπλο, σωριάζεται η κοπέλα. Φεύγουν άλλοι, χυμάνε να πάρουν το κορμί. Σε λίγο ο κόσμος που περνά βλέπει στον τόπο που έπεσε η κοπέλα και δακρύζει. Γύρω – τριγύρω στα αίματα έχουν βάλει πέτρες. Τάφος συμβολικός. Όλη μέρα περνάει πλήθος και ρίχνει λουλούδια. Γλυκοχαράζει η άνοιξη στη γη της Αττικής. Κι εκεί, στην οδό Πραξιτέλους, πάνω στην άσφαλτο που βάφηκε με το αίμα ενός κοριτσιού, στέλνει τριαντάφυλλα, γαρούφαλα και πασχαλιές. Ένας σωρός από λουλούδια.
Αλλού μάχες σωστές.
Κοντά εκατό χιλιάδες τραβούν προς το πολιτικό γραφείο. Φωτιά σκορπίζουν οι Γερμανοί κι οι Ιταλοί. Μηχανοκίνητα βογγούν. Χειροβομβίδες σκάνε. Πέφτουν οι λαβωμένοι, οι νεκροί. Τους αρπάζουν οι διαδηλωτές και φεύγουν μην πέσουν στα χέρια του κατακτητή. Πρόθυμα ανοίγουν τις πόρτες τους τα σπίτια για να δεχτούν τα θύματα. Γιατροί, νοσοκόμοι, τραυματιοφορείς βοηθάνε. Κι ο κόσμος που βρίσκεται μπροστά στις μπούκες των όπλων σκορπίζει, αλλά δεν εννοεί να διαλυθεί:
-Στου υπουργείο Εργασίας!
Άλλο κακό εκεί. Στις 11.30΄ είναι μαζεμένοι κοντά πενήντα χιλιάδες διαδηλωτές γύρω – τριγύρω χωμένοι στις παρόδους. Τραγουδάνε τον Εθνικό Ύμνο και χυμάνε με πέτρες και με ξύλα. Σπάζουν τις πόρτες και τα παράθυρα. Κατακίτρινος ο υπουργός Καλύβας ακούει την οχλοβοή ανάμεσα στους καραμπινιέρους που τον φρουρούνε. Φτάνει ενίσχυση της δύναμης. Αστυνομία ελληνική, Ιταλιάνοι, Γκεστάπο.
-Πίσω! Διαλυθείτε!
-Μπρος, παιδιά! Απάνω τους!
-Θα σας σκοτώσουμε!
-Σκοτώστε μας!
Αρχίζει το πολυβόλο. Σκάει η χειροβομβίδα. Και τότε γίνεται τούτο τ' απίστευτο. Γυναίκες, άντρες και παιδιά ορμούν με πέτρες και με ξύλα πάνω στην ένοπλη δύναμη που ρίχνει. Λαβώνονται πολλοί. Κι άλλοι κουβαλάνε πέτρες στα μαντίλια, άλλοι ξεριζώνουν τις πλάκες απ' τα πεζοδρόμια. Μάχη πρωτάκουστη. Τους κυνηγάνε εδώ, φυτρώνουν από κει. Κι ένα πράμα μονάχα δεν έχουν στο μυαλό τους – να διαλυθούν.
Τρελοί;
Τρελοί! Εδώ ένας σωριάστηκε τραυματισμένος. Εκεί άλλος κείτεται νεκρός. Εδώ μια ομάδα κοριτσιών που ρίχνουνε πέτρες. Αλλού άλλη ομάδα που κυνηγιέται για να κρυφτεί στους γύρω δρόμους. Εδώ με ξύλα δέρνονται διαδηλωτές και αστυφύλακες. Εκεί δουλεύει πιστολίδι. Χτυπάν τις πόρτες. Ανοίξτε, τραυματίες! Κι οι πόρτες ανοίγουν όλες. Γεμίζουν οι δρόμοι με χαρτάκια: Κάτω η πολιτική επιστράτευση. Αρπάζει η Γκεστάπο πολλούς απ’ τους διαδηλωτές: Μαζέψτε τα! Τα μαζεύουν και, καθώς τους πάνε στην Κομαντατούρ ή στο Κομάντο Πιάτσα, τα ξανασκορπάνε. Το μυρίζονται οι Γερμανοί. Ξύλο.
Ώρες κρατάνε οι διαδηλώσεις.
Ώρες αντηχεί η αντάρα κι ο αλαλαγμός της πόλης.
Το βράδυ απεργούν οι κινηματογράφοι και ο Τύπος. Το άλλο πρωί δεν έχει εφημερίδες. Πόσα τα θύματα; Η αστυνομία δίνει νούμερο. Μόνο 3 νεκρούς και 77 τραυματίες. Ο παράνομος τύπος δίνει άλλα: 13 νεκροί και 134 τραυματίες. Κι είναι σωστότεροι αυτοί οι αριθμοί, γιατί η Αστυνομία μετρά μονάχα τα θύματα που πάνε στα νοσοκομεία. Αυτούς που νοσηλεύονται στα σπίτια δεν τους ξέρει. Ούτε βάζει στους νεκρούς, αυτούς που πρόφτασαν να αρπάξουν οι διαδηλωτές ή τους άλλους που βαριά τραυματισμένοι πέθαναν σε λίγες μέρες.

5 Μαρτίου 1943.

Μια μέρα ακόμα ανοιχτού πολέμου μέσα στην Αθήνα. Η ιστορία της Αντίστασης γραμμένη με το αίμα του ανυπόταχτου λαού στους δρόμους της. Η επιστράτευση δεν έγινε.

***

Πηγές - Βιβλιογραφία

- Γεώργιος Τσολάκογλου, Απομνημονεύματα, Έκδοσις «Ακροπόλεως», Αθήναι 1959
- Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου , Ιδού η αλήθεια 1948
- Γεωργίου Ράλλη, «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», Αθήναι 1947
- Εθνική αναξιότης, Wikipedia
- Γιάννη Δ. Στεφανίδη, Η Ελλάδα στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο 1940-1944 Εκδοτική Αθηνών
- Παναγιώτης Αντ. Γεωργακόπουλος, Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος, ο γυναικολόγος  πρωθυπουργός , Ιατρική online pdf
- Κυβερνήσεις Τσολάκογλου,Λογοθετόπουλου, Ράλλη Γενική Γραματεία Κυβερνήσεως ggk
- Νίκου Κ. Καρκάνη, Οι δοσίλογοι της Κατοχής Δίκες-παρωδία εκδ. Σύγχρονη Εποχή scribd
- Η χρεοκοπία του 1944, το κατοχικό δάνειο, οι πολεμικές αποζημιώσεις και η Τράπεζα Ανατολής
- Η επιλογή του Ιωάννη Ράλλη, Χάγκεν Φλάισερ Στέμμα και σβάστικα, η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης, 1941-1944, Αθήνα 2009, Το Βήμα βιβλιοθήκη, τ. Α, σ. 373-376
- Ο Αστικός κόσμος στην Κατοχή, τεύχος 5 ΚΟΜΕΠ 2009
- Γιάννης Ράγκος, "Οι δίκες των δoσίλογων της Κατοχής", Περιοδικό Ιστορία, τ.78, Εκδόσεις Πάπυρος
- Οι κυβερνήσεις της Κατοχής και τα «Τάγματα Ασφαλείας»,Ριζοσπάστης 2013- Τάσου Κωστόπουλου,«Η αυτολογοκριμένη μνήμη», εκδ. «Φιλίστωρ»
- Οι κατοχικές κυβερνήσεις, Ριζοσπάστης 2000
- Δημήτρης Ψαθάς, Η Αντίσταση, έκδ. Μαρία Δ. Ψαθά, Αθήνα 2002 ψηφιακό σχολείο
- Χάγκεν Φλάισερ,Στέμμα και σβάστικα, η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης, 1941-1944
- Mark Mazower, Στην Ελλάδα του Χίτλερ: Η εμπειρία της Κατοχής, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1994
- Mark Mazower, Η αυτοκρατορία του Χίτλερ. Ναζιστική εξουσία στην κατοχική Ευρώπη, Αλεξάνδρεια 2009
- Προκόπης Παπαστρατής, «Ακυβέρνητη Πολιτεία: Χρονικό της αναχώρησης της κυβέρνησης και του βασιλιά», Πολεμικός Τύπος, Νο 9
- Γιώργος Μαργαρίτης, Προαγγελία θυελλωδών ανέμων. Ο πόλεμος στην Αλβανία και η πρώτη περίοδος της Κατοχής, Βιβλιόραμα, Αθήνα 2009
-  Σπύρου Μαρκέτου, Η προϊστορία της σύγχρονης ελληνικής άκρας δεξιάς η Λέσχη
- Οδός Μπουμπουλίνας 20-22 Δημήτρης Νανούρης, Ελευθεροτυπία 2009

Βιβλία

-  Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε, Θανάσης Χατζής, 4 τόμοι εκδ. Δωρικός 1990
- Το τιμωρό χέρι του λαού - Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα 1942-1944 Χανδρινός Ιάσωνας, εκδ Θεμέλιο
- Ένα μεγάλο ταξίδι-Εθνική αντίσταση, εμφύλιος πόλεμος, πολιτική προσφυγιά Ζυγούρας Δημήτρης εκδ Θεμέλιο
- Δίστομο 10 Ιουνίου 1944: Το ολοκαύτωμα, συλλογικό, εκδ. Σύγχρονη Έκφραση
- Ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος. Η εμπλοκή του ΚΚΕ, Φίλιππος Ηλιού, εκδ. Θεμέλιο 2004
- Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, Οκτώ ομιλίες για το βιβλίο του Φίλιππου Ηλιού εισήγηση: Σπύρος Ι. Ασδραχάς, Α. Ελεφάντης, Βασίλης Κρεμμυδάς, Νίκος Κωνσταντόπουλος, Θ. Μαλικιώσης, Στρατής Μπουρνάζος, Ηλίας Νικολακόπουλος, Β. Παναγιωτόπουλος, εκδ. Θεμέλιο, 2005
- O Eμφύλιος Πόλεμος. Aπό τη Bάρκιζα στο Γράμμο (Φεβρουάριος 1945- Aύγουστος 1949)Ηλίας Νικολακόπουλος,Άλκης Ρήγος,Γρηγόρης Ψαλλίδας, εκδ. Θεμέλιο
- Η ελληνική Αντίσταση 1940-44,Η ελληνική αντίσταση 1940-1944 Αντρέας Κέδρος μετάφραση: Αντώνης Μοσχοβάκης εκδ. Θεμέλιο
- 4η Αυγούστου,Σπύρος Λιναρδάτος Θεμέλιο 1988
- Πως εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου, Σπύρος Λιναρδάτος εκδ. Θεμέλιο 1988
- Ο πόλεμος του 1940-41 και η μάχη της Κρήτης, Σπύρος Λιναρδάτος, εκδ. Προσκήνιο 1995
- Ο Ιωάννης Μεταξάς και οι μεγάλες δυνάμεις 1936-1940, εκδ.Προσκήνιο 1993
- Από τον εμφύλιο στη χούντα,Σπύρος Λιναρδάτος εκδ.Παπαζήση 1988
- Μας πήραν την Αθήνα...Ξαναδιαβάζοντας μερικά σημεία της ιστορίας 1940-1950, Άγγελος Ελεφάντης εκδ. Βιβλιόραμα, 2002
- Για τη δεκαετία 1940-1950: έξι ομιλίες για το βιβλίο του Άγγελου Ελεφάντη "Μας πήραν την Αθήνα... Φίλιππος Ηλιού, Σπύρος Ι. Ασδραχάς, Βασίλης Παναγιωτόπουλος, Γιώργος Μαργαρίτης, Στρατής Μπουρνάζος, Σταύρος Ζουμπουλάκης,  εκδ.Βιβλιόραμα  Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας 2003
- Η Γερμανική στολή στη ναφθαλίνη. Επιβιώσεις του δοσιλογισμού στη Μακεδονία, 1945-1974,   Στράτου Ν. Δορδανά, Βιβλιοπωλείον της Εστίας 2011
- Στιγμές από την προσωπική μου διαδρομή, Λεωνίδα Κύρκου, Βιβλιοπωλείον της Εστία, Αθήνα, 2007
- Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα Τα αιματηρά ίχνη της 117ης μεραρχίας καταδρομών στη Σερβία και την Ελλάδα, Χέρμαν Φρανκ Μάγερ μετάφραση: Γιάννης Μυλωνόπουλος Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 779 2003
- Τάσος Βουρνάς, Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας,4τόμοι εκδ. Πατάκη 1998
- Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, βασικοί σταθμοί του αγώνα,Νίκος Κυρίτσης, εκδ. Σύγχρονη Εποχή
- Η Μεγάλη Πενταετία, Πέτρος Ρούσος, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1976
- Η Ελλάδα κάτω από τον αγκυλωτό σταυρό, Ντοκουμέντα από τα γερμανικά αρχεία, επιμέλεια Μάρτιν Ζέκεντορφ,μετάφραση Θανάσης Γεωργίου εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1991
- Οι Ταγματασφαλίτες, Δουατζής Γιάννης, Αφοί Τολίδη, Αθήνα 1983
- Το αίμα των μαρτύρων: Το Κομμένο στα χρόνια της γερμανικής Κατοχής
Χρήστος Βασιλάκης, εκδ.Γρηγόρη 2012
- Η μαύρη βίβλος της Κατοχής, Πέτρος Ανταίος, Παναγιώτης Αρώνης, Μανώλης Γλέζος, Αθηνά Κακολύρη, Πέτρος Κουλουφάκος, Γιάννης Κυριακάκος, Φραγκίσκος Κωνστανταράκης, Γ.Α. Μαγκάκης, Κώστας Παπαγιαννάκης, Χαράλαμπος Ρούπας,  επανέκδοση 2013
- Η αυτολογοκριμένη μνήμη Τα τάγματα ασφαλείας και η μεταπολεμική εθνικοφροσύνη, Τάσος Κωστόπουλος εκδ.Φιλίστωρ 2013
- Χίτλερ 1889-1936: Ύβρις,Νέμεσις,Ian Kershaw 2τομο σελ.1139 εκδ.Scripta
- Ο Χίτλερ, οι Γερμανοί και η τελική λύση, Ian Kershaw εκδ. Πατάκη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

WebCounter.com
Design by Free WordPress Themes | Bloggerized by Lasantha - Premium Blogger Themes | Top WordPress Themes