ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΑΝΟΙΞΙΣ

ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΑΝΟΙΞΙΣ




Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Ὁ σεισμός τῆς Χίου τοῦ 1881 καί ὁ ὅσιος Παρθένιος ὁ Χίος


Ὁ σεισμός τῆς Χίου τοῦ 1881

Σχετικὰ μὲ τὸν ἐπισυμβάντα σεισμό τοῦ 1881 στὴν νῆσο Χίο, ὁ ὁποῖος ἀποκαλύφθηκε ἀπὸ τὸν Θεό ὅτι θὰ ἐλάμβανε χώραν στὸν προορατικὸ ὅσιο Παρθένιο τὸν Χίο, διαβάζομε, στὸν βίο του, τὰ ἑξῆς  :
«...Μία ἡμέρα, οἱ μοναχοὶ εἶδαν τὸν Ὅσιο νὰ ἀτενίζη τὸν οὐρανὸ ἐκστατικὸς σὰν τοὺς Προφῆτες τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ. Ἐννόησαν ὅτι κάτι ἔβλεπε. Δὲν τὸν ἐνόχλησαν. Βρισκόταν πίσω ἀπὸ τὸ Μοναστήρι. Μετά, ὅταν συνῆλθε, τὰ δάκρυα στὰ μάτια του ἔτρεχαν βροχή, ἐνῶ ἐδιηγεῖτο πὼς εἶδε ἕνα μαῦρο σύννεφο νὰ περιέρχεται καὶ νὰ σκεπάζει τὴν Χώρα καὶ τὴν μαστιχόχωρα. Τὸ μαῦρο σύννεφο στὴν βορειόχωρα δὲν πῆγε. ‘‘Μεγάλο κακό, ἔλεγε, θὰ γίνει. Μεγάλος σεισμός’’. Μετὰ ἀπὸ αὐτό, μιὰ νύκτα, ὁ Ὅσιος προσευχόταν περίλυπος, μέσα στὸ δάσος..... Μία φωνή, ἐπιβλητικὴ καὶ βροντερή, ἀκούστηκε μέσα στὸ δάσος, ἐνῶ ἄστραψε ἕνας φωτεινὸς Σταυρὸς στὸν οὐρανό: ‘‘Παρθένιε, δὲν θὰ σοῦ ἀποκρύψω, ὅτι ἡ Χίος, ἡ πατρίδα σου, θά καταστραφῆ. Τρομερός σεισμός θά τήν συγκλονίση. Τίποτα δὲν θὰ μείνη ὄρθιο καὶ τίποτα δὲν ἀλλάζει τὴν βουλή μου, ποὺ ἀπὸ τὸν δοῦλο μου δὲν ἀπέκρυψα’’. Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη, ὁ ἅγιος Παρθένιος ἄρχισε νὰ προειδοποιῆ τοὺς προσκυνητές, ὅτι θὰ γινόταν σεισμός. Ἦλθε καὶ ἡ ὥρα ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ ἀπεκάλυψε, ὅτι ὁ σεισμὸς θὰ γινόταν ἡμέρα Κυριακή,  τὴν 22α Μαρτίου, 1.00 τὸ μεσημέρι – στὴν μνήμη τοῦ ἁγίου Βασιλείου, ἐπισκόπου Ἀγκύρας. Αὐτὸ τὸ γεγονός, ὁ Ἅγιος τὸ προέλεγε στὸν κόσμο ἀπὸ τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1880. Ὁ κόσμος εἶχε ξεσηκωθῆ. ‘‘Σᾶς τὸ λέω, ἔλεγε ὁ Ἅγιος, γιὰ νὰ μετανοήσετε, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ προφυλαχθῆτε τὴν ἡμέρα ἐκείνη. Πρὶν, ὅμως, ἀπὸ τὸν μεγάλο σεισμὸ τοῦ Μάρτη, θὰ γίνη ἕνας μικρὸς σεισμός. Αὐτός, θὰ γίνη σύντομα. Στὸν πρῶτο μικρὸ σεισμό, μή φοβηθῆτε. Στὸν μεγάλο, ὅλοι θὰ κλάψουμε’’. Αὐτά, ἔλεγε στοὺς προσκυνητές.
Ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ ἤξεραν τὴν προφητεία καὶ εἶχαν, μᾶλλον, τρομοκρατηθῆ. Βλέποντας αὐτὸ ὁ Τοῦρκος Διοικητής, ἐξορίζει τὸν Ὅσιο στὴν Σμύρνη. Ἐνῶ ἐπιβιβαζόταν ὁ Ἅγιος στὸ καράβι γιὰ τὴν ἐξορία, γύρισε καὶ εἶπε στοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἔκλαιγαν ἀπαρηγόρητοι γιὰ τὴν ἐξορία του: ‘‘Μή κλαῖτε. Γρήγορα θὰ μὲ φέρουν πίσω. Ὁ Διοικητὴς μὲ ἐξόρισε καὶ δὲν θὰ βρίσκομαι στὸν πρῶτο σεισμό. Τὸν σεισμὸ τοῦ Μάρτη νὰ φοβηθῆτε. Τὸν πρῶτο σεισμὸ ποὺ θὰ γίνη τώρα, μὴ τὸν φοβηθῆτε’’. Πρὶν προλάβη τὸ καράβι νὰ φθάση στὴν Σμύρνη, ἡ Χίος ἄρχισε νὰ δονεῖται. Ἀλλά, ὅλοι εἶχαν ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια τοῦ Ἁγίου. Ἦταν ἀκόμη Σεπτέμβριος.... Ὁ λαός, σὰν σὲ ὲπανάσταση πραγματική, ξεσηκώθηκε καὶ ζητοῦσε ὁ ἁγιασμένος καλόγερος νὰ ξαναγυρίση στὴν Χίο. Ἔτσι, ὁ Διοικητὴς ὑπεχώρησε στὸ αἴτημα ἑνὸς ὁλόκληρου λαοῦ καὶ ἀνεκάλεσε τὸν Ἅγιο ἀπὸ τὴν ἐξορία.
...Οἱ μῆνες πέρασαν καὶ ὁ Μάρτιος πλησίαζε... Κατὰ τὶς τελευταῖες ἡμέρες, ἀρκετὸς κόσμος τράβηξε στὰ βουνά. Πολλοὶ ἐπίστευσαν ἀκράδαντα στὸν λόγο τοῦ Ἁγίου. Ἄλλοι, ὄχι. Πολλούς, πάλι, ὁ Ἅγιος συνεκέντρωσε στὸ Μοναστήρι του, γιὰ νὰ τοὺς προφυλάξη. Στὶς 22 Μαρτίου 1881, ἀκριβῶς ὥρα 1.00 τὸ μεσημέρι, ἡ γῆ τῆς Χίου ἄρχισε νὰ τρέμη. Τὰ δένδρα σφύριζαν, οἱ τοῖχοι ἔπεφταν σὰν νὰ ἦταν ἀπὸ χαρτὶ καὶ σπαρακτικὲς κραυγὲς ἀκούγονταν μέσα ἀπὸ τὰ ἐρείπια. Ἐδῶ κι ἐκεῖ ἄνοιγαν σχισμὲς στὴν γῆ καὶ χάνονταν κι ἐκεῖνοι ποὺ κατέφευγαν στὰ χωράφια. Ὁ ὅσιος Παρθένιος μὲ δάκρυα στὰ μάτια προσηύχετο... Σὲ λίγο, ὅλη ἡ Χίος ἦταν ἕνα ἀπέραντο νεκροταφεῖο. Πολλοὶ εἶπαν: ‘‘Πιὸ μεγάλη καταστροφὴ ἔπαθε ἡ Χίος ἀπὸ τὸν σεισμό, παρά ἀπὸ τὴν σφαγὴ τοῦ 1822’’. Ὁ σεισμὸς τῆς Χίου ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους τῶν νεωτέρων χρόνων. Ἐφονεύθησαν 3558 ἄνθρωποι».



Ποῖος ἦτο ὁ Ὅσιος Παρθένιος ὁ Χίος

Κατήγετο ἀπό τό χωρίον Δαφνώνας. Σέ νεαρή ἡλικία ἀρραβωνιάσθηκε καί ἀσχολήθηκε μέ τό ἐμπόριο μεταξύ Χίου, Σμύρνης καί Κωνσταντινούπολης. Ἐνῶ ἐτοιμαζόταν γιά γάμο εἰδοποιήθηκε ὅτι ἡ μνηστή του ἀρρώστησε βαριά καί μέχρις ὅτου ἐπιστρέψη ἀπό τό ταξίδι, εἶχε πεθάνει.
Θέλοντας νά δεῖ τήν μνηστή του «ίδίοις ὄμμασι» νεκρή, πῆγε στό τάφο νύκτα, τήν ξέθαψε καί τήν πῆρε στήν ἀγκαλιά του. Φιλοσοφίσας τό, ἐκ τῶν Μακαρισμῶν τῆς Νεκρωσίμου Ἀκολουθίας, τροπάριον « ἐξέλθωμεν καί ἴδωμεν ἐν τοῖς τάφοις ὅτι γυμνά ὀστέα ὁ ἄνθρωπος σκωλήκων βρῶμα καί δυσωδία », χωρίς νά πεῖ τίποτε  σέ κανένα, ἐγκατέλειψε τίς φροντίδες τοῦ μάταιου κοσμου, ἔγινε μοναχός στή Νέαν Μονή τῆς Χίου καί ἐπιδόθηκε σέ ἀσκητικούς ἀγῶνες.
Μέ τήν εὐλογίαν τοῦ γέροντός του άνέβαινε στήν κορυφή τοῦ Πενθόδους ὅρους, ἄναβε τήν κανδήλα καί γενικά ἐφρόντιζε  τό ἐκεῖ ἐρειπωμένο ναΐδριο τοῦ Ἁγίου Ἀπόστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου. Κάποια στιγμή, «θείᾳ βουλήσει», ἀνακάλυψε ἕνα σπήλαιο στήν Ν.Α. πλευρά τοῦ ὄρους, ὅπου ἀπεφάσισε νά ἀσκητέψη. Ἐκεῖ ἔζησε νηστεύων, ἀγρυπνῶν καί προσευχόμενος νύκτα καί ἡμέρα.
Ὁ Κύριος, βλέποντας τούς πνευματικούς του ἀγῶνες, τόν ἀντάμειψε μέ πολλά πνευματικά χαρίσματα μεταξύ τῶν ὁποίων καί τό διορατικον. (Προεῖπε τόν μεγάλο καί φοβερό σεισμό τῆς Χίου τό 1881). Σύντομα ἡ φήμη του ἐξαπλώθηκε καί τό ἐρειπωμένο ναΐδριο τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἐξελίχθηκε σέ Σκήτη, ὅπου ὁ Παρθένιος μέ τούς ὑποτακτικούς ἐξασκοῦσε τά μοναχικά του καθήκοντα.
Ὄλος ὁ κόσμος συρρέει ἀπό τά διάφορα μέρη τοῦ νησιοῦ γιά νά ἀκούση τά μελίρρυτα λόγια του καί νά ζητήσει τήν εὐχή καί τήν εὐλογία του. Ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής Λάζαρος Ζανάρας, κατέγραψε, χωρίς τήν θέλησι τοῦ Ὁσίου, ὅτι  ὁ Ὅσιος Παρθένιος ἐπετέλεσε ἐν ζωῇ πολλά θαύματα. Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνη τήν 8η Δεκεμβρίου 1883.

Σύντομον Συναξάριον (ἐκ τῆς ἱερᾶς Ἀκολουθίας Αὐτοῦ)

Οὖτος ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος ἦν ἐκ τῆς νήσου Χίου, γεννηθεὶς ἐν ἔτει ᾳωιε΄ (1815), ἐν χωρίῳ οὗ ἡ κλῆσις Δαφνών, ἐκ γονέων εὐσεβῶν, Μιχαὴλ καὶ Ἀντωνίας καλουμένων, τοὐπίκλην Φραγκοσκούφη ἤ Μενῆ. Τὴν γέννησιν τούτου καὶ τὴν μετέπειτα κατὰ Χριστὸν προκοπήν, προεῖπε τοῖς γονεῦσιν ὁ ἐν Ἁγίοις Μακάριος ὁ Κορίνθου, ἐπιθυμοῦσι σφόδρα τεκεῖν ἄρρεν, ἄτε μόνο θῆλυ κεκτημένοις. Ἀνδρωθεὶς ἐμνηστεύθη νεάνιδί τινι, ἥτις μεταστᾶσα τῶν τῆδε, προείλετο ἀκολουθῆσαι καὶ δουλεῦσαι τῷ Κυρίῳ· διὸ καὶ χαίρειν πᾶσιν εἰπών, προσῆλθε τῇ Ἱερᾷ ἤ Νέα κέκληται Μονή, ἔνθα τὸ Μοναχικὸν περιβληθεὶς Σχῆμα, ὠνομάσθη Παρθένιος, ἀντὶ Πολυδώρου. Ἔνθεν τὸ Ὄρος Πενθόδου καταλαβών, ὤκησεν ἔν τινι σπηλαίῳ, συντονωτάτης ἀσκήσεως ἀγῶνας ἀνύων, ἐν προσευχαῖς καὶ νηστείας καὶ παννύχοις στάσεσι Θεῷ ἀναγόμενος· καὶ καθάρας ἑαυτόν, ἐπλήσθη θείων ἐλλάμψεων καὶ μελλόντων τῇ γνώσει πλουτισθείς, προεῖπε πλείστοις τὰ ἐσόμενα, ὡς καὶ τὸν μέγαν σεισμὸν τὸν γεγονότα ἐν Χίῳ ἐν ἔτει ᾳωπα΄(1881). Καὶ τὴν τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Μάρκου ἱερὰν ἀνεγείρας Μονήν, ὅλος φῶς, ἀΰλῳ φωτοχυσίᾳ περιχεόμενος, ὡράθη ἐπαλλήλως τοῖς κενὰ κατ’ αὐτοῦ μελετήσασι. Καὶ πλείστοις ἄλλοις θαύμασι δοξασθείς, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τῇ η΄ (8ῃ) Δεκεμβρίου μηνός, ἐν ἔτει σωτηρίῳ ᾳωπγ΄ (1883) τοῖς ἀπ’ αἰῶνος Ἁγίοις συναφθείς.

Διηγήσεις ἀπό τόν βίο του

Ο όσιος και ο ζαπτιές

Ο όσιος Παρθένιος ο Χίος (1815-1883), νεαρός ακόμη μοναχός, θέλησε ν' ασκητέψει στην περιοχή Πένθοδο, η οποία ανήκε στη Νέα Μονή της Χίου. Ο ηγούμενος Μελέτιος Φλουράς όχι μόνο δεν του το επέτρεψε, αλλά και τον κατήγγειλε στον δεσπότη της Χώρας Γρηγόριο Κωνσταντινίδη. Κι αυτός τότε έστειλε ένα ζαπτιέ, τούρκο χωροφύλακα, για να συλλάβει τον όσιο και να τον φέρει ενώπιον του. Ο  ζαπτιές, άνθρωπος απλοϊκός και καλοπροαίρετος, πήγε αρματωμένος και συνάντησε τον νεαρό ασκητή.
-Εσύ είσαι ο καλόγερος; Εσύ κάνεις το νταβαντούρι; Που είναι το μοναστήρι σου;
Ο όσιος του έδειξε μια σπηλιά  και ένα μικρό εκκλησάκι από ξερολιθιά.
-Βάι, βάι! Τέτοια φτώχεια! Εσένα θένε να πάνε φυλακή; Φυλακή γκιουζέλ για σένα.
Ο ασκητής έμαθε τον σκοπό του ερχομού του και τον παρακάλεσε να ξεκινήσουν την επόμενη, το πρωί. Ήθελε ν' αποφύγει, σαν νέος μοναχός που ήταν τους νυκτερινούς πειρασμούς της πολιτείας. Ο τούρκος έδειξε κατανόηση και τον ρώτησε:
-Και που θα μείνω τη νύχτα;
-Εκεί στη σπηλιά.
-Όκι χωρά. Με πλακώνει η καρδιά μου.
-Θέλεις εδώ στο εκκλησάκι;
-Θέλω. Θα κοιμηθώ όμως έξω. Μέσα είναι αμαρτία. Μέσα θα κοιμηθείς εσύ. Δική σου είναι η εκκλησία.
Έφαγαν κάτι φτωχικά και ο ζαπτιές έβγαλε και πρόσφερε στον όσιο ρακί.
-Εγώ δεν πίνω , είπε εκείνος.
-Εγώ κάνει να πιώ εδώ που είναι η Παναγία;
-Κάνει , κάνει να πιεις.
Ήπιε λίγο κι αποκοιμήθηκε. Τη νύχτα, τα μεσάνυχτα, ξύπνησε. Σαν ν'άκουσε ένα μουρμουρητό. Πλησιάζει στον εκκλησάκι, σκύβει στον πορτάκι του, και μένει αποσβολωμένος. Στο τρεμάμενο φως του καντηλιού ο όσιος προσευχόταν. Δεν ακουμπούσε όμως στη γη κι ήταν λουσμένος μ' ένα φως ιλαρό!... Είχε σηκώσει τα χέρια και το φως ακτινοβολούσε γύρω του. Σε λίγο χαμήλωσε τα χέρια. Το φως χάθηκε. Ο μοναχός προσευχόταν για την αναξιότητά του κι έκλαιγε, έκλαιγε... Κι ο τούρκος άκουγε το κλάμα, εκστατικός, ένα κλάμα βουβό και σιγανό, ανάμεσα στα λόγια της προσευχής.
Μόλις έφεξε, έφυγε ο ζαπτιές αναστατωμένος, μόνος του, για τη Χώρα. Δεν τόλμησε να ενοχλήσει τον όσιο και να τον πάρει μαζί του. Ο δεσπότης απόρησε:
-Που είναι ο καλόγερος; ρώτησε.
-Δεσπότη, εφέντη, ο καλόγερος είναι άνθρωπος του Θεού, είπε ο τούρκος, και διηγήθηκε όσα είχε δει.
Ο επίσκοπος κατάλαβε. Έμαθε εκείνο που ήθελε. Στέλνει τώρα άλλο χωροφύλακα, ο οποίος φέρνει τον όσιο αυθημερόν στη Χώρα.
-Εσύ είσαι ο Παρθένιος; τον ρώτησε.
-Εγώ, αποκρίθηκε εκείνος βάζοντας βαθιά μετάνοια.
-Σε κατηγορούν...
-Δίκιο έχουν. Δική τους είναι η περιοχή.
Τι κάνεις πάνω στο βουνό;
-Προσεύχομαι,
-Σε ποιόν άγιο;
-Στον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο.
Το όνομα του αγίου τράνταξε τον επίσκοπο.
-Εκείνος έβλεπε το άκτιστο φως, αλλά κι εσύ το βλέπεις, είπε και κάρφωσε το βλέμμα του στο δικό του.
-Εγώ ο αμαρτωλός; διαμαρτυρήθηκε  ο όσιος, έτοιμος να κλάψει.
Ο δεσπότης τον κοίταζε προσεκτικά. Διέκρινε σ' αυτόν τον μοναχό μια θεϊκή δύναμη. Έβλεπε σ' εκείνο το αδύνατο πρόσωπο μια δυνατή λάμψη. Σηκώθηκε αυθόρμητα να τον ασπασθεί κι ένιωσε να τον συγκλονίζει η αγιότητα του.
-Καλά, παιδί μου, πήγαινε στον καλό... Να πορεύεσαι όπως προσεύχεσαι, και να θυμάσαι κι εμένα στην προσευχή σου.

(Το Αγιομαρκάκι. τ.Α΄) 
Θαυμαστὰ καὶ διδακτικὰ περιστατικὰ ἐκ τοῦ βίου τοῦ Ὁσίου

Ὁ  ἅγ. Παρθένιος δὲν ἦτο Ἱερεύς, ἦτο ἁπλὸς Μοναχός. Τοῦτο ὅμως δὲν ἐμπόδιζε, ὅσους ἐφωτίζοντο ἀπὸ τὴν ἁγία ζωή Του, νὰ τὸν πλησιάζουν καὶ νὰ τοῦ ἐξομολογοῦνται τὶς ἁμαρτίες των. Ἐκεῖνος πάλι τοὺς ἄκουγε καὶ τοὺς συμβούλευε, ἐνῶ συγχρόνως τοὺς ἔλεγε: «Αὐτὰ σὰν συμβουλές, ἀλλὰ τὴν ἄφεσι θὰ τὴν λάβετε ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ ἱερέα, διότι ἡ Ἱερωσύνη λύνει καὶ δένει τὶς ἁμαρτίες».
Κάποτε, πῆγε ἕνας πιστὸς εὐλαβὴς καὶ ἐξωμολογήθη στὸν Ὅσιο. Ἐκεῖνος τὸν συμβούλευσε καὶ τὸν βοήθησε στὴν ἠθικὴ πάλη. Ἀλλὰ ὁ ἴδιος ξαναγύρισε πάλι καὶ εἶπε στὸν Ἅγιο τὴν ἴδια ἁμαρτία. Αὐτὸ ἐπανελήφθη πολλὲς φορές. Ὁ πιστὸς κάποτε τὸν ρώτησε «καὶ μέχρι πότε Γέροντα θὰ ἐπαναλαμβάνωνται τὰ ἴδια, ἀφοῦ μισῶ τὴν ἁμαρτία καὶ ὅμως ἐκείνη μὲ κυκλώνει;» Ὁ Ἅγιος τοῦ ἀπήντησε: Αὐτὸ εἶναι, «ἀδελφὲ τοῦ Χριστοῦ διὰ τῆς υἱοθεσίας». Πατᾶμε στὴν γῆ καὶ βλέπομε στὸν Οὐρανό. Αὐτὸ θὰ ἐπαναλαμβάνεται μέχρι ποὺ νὰ σὲ σκεπάσῃ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ βγῇς νικητής. Ὡς τόσο γνώριζε, τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ λέει: «Ἔπεσες; Ἐγείρου. Τὸ πίπτειν ἀνθρώπινον. Τὸ ἐμμένειν σατανικόν». Ἡ ζωή μας εἶναι μία πάλη, ἕνας ἀγώνας καὶ μὴν ἀπελπίζεσαι, κανένας δὲν βγαίνει νικητὴς ἄν δὲν τελειώσῃ ὁ ἀγώνας.
Ἡ ἀπόγνωσι τοῦ πιστοῦ εἶναι ἡ χαρὰ τῶν δαιμόνων καὶ ἡ μετάνοια ἡ χαρὰ τῶν Ἀγγέλων. Ἀγωνίζου ὅσο μπορεῖς, γιὰ νὰ πάρῃς τὸν στέφανο τῆς ζωῆς. Μὴν παραδίδῃς τὰ ὅπλα ὅταν πέφτῃς, νὰ ξαναεπιτεθῇς πάλι. «Οὐκ ἔστιν ἡ πάλη ἡμῶν πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας τοῦ σκότους». Ἀγωνίζου νὰ χαροποιήσῃς τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους. «Καλὴ νίκη. Σὲ περιμένω νικητή», τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος καὶ τὸν προέπεμψε μέχρι τὴν εἴσοδο τῆς Μονῆς. Ὅλα τὰ ἁμαρτήματα ὁ Ἅγιος τὰ ἐπιτιμοῦσε, ἀλλὰ ἰδιαίτερα τὴν βλασφημία. ῎Ελεγε: «ὅταν βλαστημᾷ ὁ ἄνθρωπος ἐπιτίθεται κατὰ τοῦ Ἰδίου τοῦ Θεοῦ, ἐνῷ μὲ τὰ ἄλλα ἁμαρτήματα παραβαίνει τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἄλλο νὰ ἐπιτίθεσαι ἐναντίον κάποιου καὶ ἄλλο νὰ παραβῇς τὴν παραγγελία του».Μια γυναῖκα ἀντὶ νὰ πάῃ στὴν Ἐκκλησία τὴν Κυριακή, ἔκανε φιδὲ νὰ πάῃ στὸν Ὅσιο.
– Γέροντα, σᾶς ἔφερα λίγο φιδέ, τοῦ εἶπε.
– Σκουλήκια, τῆς ἀποκρίθηκε, μοῦ ἔφερες! Τὴν ὥρα τῆς Λειτουργίας δὲν τὸ ζύμωσες; Ἄδειασέ τον. Ὁ καθαρὸς φιδὲς εἶχε γεμίσει σκουλήκια.
Παρόμοια περιστατικὰ πολλὰ συνέβησαν στὸν Ἅγιο.
Στὸ χωριὸ Θολὸ Ποτάμι ὑπῆρχε ἡ οἰκογένεια Μονιώδη. Ἕνα παιδὶ τῆς οἰκογενείας ἔγινε Μοναχὸς στὸν Ἅγιο Μᾶρκο. Ἡ μητέρα τοῦ Μοναχοῦ ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν μετέβαινε στὸ Μοναστῆρι νὰ δῇ τὸ παιδί της καὶ νὰ ζητήσῃ τὴν εὐχὴ τοῦ Ὁσίου. Πάντοτε δὲ κάτι προσέφερε στὸ Μοναστῆρι σὰν μικρὸ δεῖγμα δωρεᾶς ἀνάλογο τοῦ ἰσχνοῦ βαλαντίου της. Κάποτε πῆγε φιδέ. Ὁ Ὅσιος Παρθένιος μόλις ἔπιασε στὸ χέρι του τὸν φιδέ, ἐχαμογέλασε καὶ τῆς λέει: «Τὸν φιδὲ ποὺ μᾶς ἔφερες τὸν ζύμωσες Κυριακὴ ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸν Θεό. Ὁ φιδὲς αὐτὸς δὲν εἶναι δεκτὸς στὸ Μοναστῆρι, πάρε τον καὶ πέταξέ τον στὸ δάσος». Ἔκπληκτη ἡ γραία Μονιώδη συνεμορφώθη πρὸς τὴν διαταγὴν τοῦ Ὁσίου, διότι πράγματι ὁ φιδὲς ζυμώθηκε Κυριακή.
Μιὰ ἄλλη Κυριακὴ περνοῦσε ὁ Ἅγιος ἀπὸ τὴν Ἐνορία τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος τῶν Νερομύλων κοντὰ ἀπὸ τὸ Παρεκκλήσιο τῶν Ἁγίων Σαράντα Μαρτύρων. Τότε βλέπει μὲ μεγάλη ἔκπληξι μερικοὺς ἐργάτες νὰ καταπατοῦν τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς καὶ νὰ κτίζουν. Στρέφεται τότε στὸν ἀρχιμάστορα, ὁ ὁποῖος ἦτο νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ: «Ἔ, τοῦ λέει, σήμερα εἶναι Κυριακὴ ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸν Θεό, δὲν ἐργάζονται». Τότε ἐκεῖνος τοῦ ἀπαντάει εἰρωνικά: – «Οἱ παπάδες ποὺ ἡ δουλειά τους εἶναι νὰ ψάλλουν πῶς δουλεύουν τὴν Κυριακή;» «Ἄντε», τοῦ λέει ὁ Ἅγιος, «καὶ τὸ σπίτι ἀπ’ ὅσο εἶναι δὲν θὰ ἀνέβῃ παραπάνω».
Πράγματι, ἄγνωστες παραμένουν οἱ αἰτίες, γιὰ τὶς ὁποῖες ἀπὸ τὴν ἄλλη μέρα ἡ ἀνοικοδόμησι ἐκείνου τοῦ σπιτιοῦ σταμάτησε. Μετὰ δὲν τὸ ἀγόρασε κανένας ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα, ἀπὸ εὐλάβεια στὸν Ὅσιο, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν φόβο τῆς προφητείας Του, ὅτι δὲν θὰ ἀνέβη παραπάνω. Μέχρι σήμερα σώζεται ἀτέλειωτο καὶ ἐρείπιο, ἐνῶ διδάσκει τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς καὶ τὸ προορατικὸ χάρισμα τοῦ Ἁγίου.

Ἐλεγκτὴς τῆς Παρανομίας

ΜΙΑ μέρα ὁ Ἅγιος προικισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ χάρισμα τῆς διοράσεως, πλησίασε ἕναν Ἐπίτροπο μιᾶς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ εἶπε μὲ καταπληκτικὲς λεπτομέρειες τὶς καταχρήσεις τοῦ δικαιώματος τὸ ὁποῖο εἶχε. Ὁ Ἐπίτροπος αὐτὸς ἔκλεψε τὰ χρήματα τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τρόπον, ποὺ σὲ κανένα δὲν ἄφησε τὴν παραμικρὴ ὑποψία. Τότε ὁ Ὅσιος τοῦ εἶπε καὶ πότε ἔκλεψε καὶ πόσα καὶ πῶς. Ὅλα τοῦ τὰ εἶπε. Τὸν παρακάλεσε γιὰ τὸ καλό του νὰ διορθωθῇ. Ὁ Ἐπίτροπος ἀρνήθηκε ὅτι ἔκλεβε, ἀλλὰ παρηγοροῦσε τὸν λογισμό του ὅτι ἔκλεβε γιὰ νὰ βοηθήση τὸ μικρὸ παιδί του ποὺ συγχρόνως τὸ σήκωνε στὰ χέρια του, καὶ στὰ ροῦχα τοῦ παιδιοῦ εἶχε κρύψει τὰ χρήματα. Τότε ὁ Ὅσιος ἀπὸ τὸ χάρισμα τῆς διοράσεως προεῖδε τὴν ὀργὴ ποὺ ἐρχόταν. Καὶ προεῖπε: «ὅποιος τἄχῃ πάνω του τὰ λεφτὰ τῆς Ἐκκλησίας, ἐκεῖνος τραβῇ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ καταφθάνει». Δὲν πρόλαβε νὰ τελειώσῃ, καὶ ἡ προφητεία του εἶχε πραγματοποιηθῆ. Ὁ Ἅγιος τὸ εἶχε προφητεύσει σὰν τιμωρία τοῦ πατέρα. Στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ κλέφτη πατέρα τὸ ἄκακο παιδὶ ἦταν νεκρό. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐνθυμίζει τὴν τιμωρία τοῦ Ἀνανία καὶ τῆς Σαπφείρας, ποὺ ἔπεσαν νεκροὶ ὅταν ἔλεγαν ψέμματα στὸν Ἅγιο Ἀπόστολο Πέτρο!

Λιβάνι τοῦ Διαβόλου

Ὁ ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τὸ τσιγάρο ὀνομάζει «βρωμερότατον χόρτον» καὶ ὁ Ἅγιος Παρθένιος συνεβούλευε τοὺς προσκυνητὲς νὰ μὴν καπνίζουν καὶ ὀνόμαζε τὸ τσιγάρο, ἐφ’ ὅσον βλάπτει τὸ σῶμα - τὸν «ναὸ τοῦ Θεοῦ» - λιβάνι τοῦ διαβόλου. Πίσω ἀπ’ αὐτὸ κρύβεται ἡ προσπάθεια τοῦ Ἁγίου νὰ πείσῃ τοὺς ἀνθρώπους, ὅτι τὸ κάπνισμα εἶναι καταστροφὴ καὶ βλάβη στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμό, ἀλλὰ καὶ ἀπρέπεια στὴν συμπεριφορὰ τοῦ πιστοῦ. Ἡ ἀπρέπεια αὐτὴ εἶναι ἀσχημονία προκειμένου περὶ Ἱερέως. Ὅταν ὁ Ἅγιος Παρθένιος συνήντησε κάποιον Ἱερέα ποὺ κάπνιζε καὶ ἐκεῖνος τὸ ἀπέκρυπτε, εἶπε: «Ἐγὼ ξέρω μὲ τί λιβάνι λιβανίζεις! Καλύτερα νὰ μυρίζῃ μόνο λιβάνι ἤ μόνο τσιγάρο, γιατὶ λιβάνι καὶ τσιγάρο δὲν κάνουν ὄμορφη μυρωδιά». Ἤθελε νὰ πῇ ὁ Ἅγιος, ὅτι τὸ κάπνισμα στὸν Ἱερέα δὲν ἁρμόζει καὶ ἄν καπνίζῃ καλύτερα νὰ ἦτο λαϊκός. Ὅλοι παραδέχονται τὶς βλαβερὲς συνέπειες τοῦ καπνοῦ. Ἡ συμβουλὴ αὐτὴ τοῦ Ἁγίου εἴθε νὰ βοηθήσῃ ὅσους ἔχουν καλὴ θέλησι.

Ὑπακοὴ στὸν Ἐπίσκοπο

Ἕνας Ἱερεὺς πῆγε στὸν Ἅγιο Παρθένιο καὶ τοῦ παρεπονεῖτο γιὰ τὸν τότε Δεσπότη τῆς Χίου, τὸν μετέπειτα Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης, μακαριστὸν Ἀμβρόσιον Κωνσταντινίδην. Ἐνόμισε ὅτι θὰ εὕρισκε σύμφωνο τὸν Ἅγιο. «Γέροντα - τοῦ ἔλεγε - καὶ Σᾶς ἀκόμη ἔστειλε στὸν Τοῦρκο Διοικητή, εἶναι ἄνθρωπος χωρὶς φόβο Θεοῦ» καὶ ἄλλα παρόμοια. Τότε ὁ Ἅγιος Παρθένιος τοῦ ἀπάντησε, σὰν πνευματοφόρος καὶ θεοφόρος Πατήρ: «Πότε, Πάτερ μου, θὰ μάθωμε τὸ μάθημα τῆς Ὑπακοῆς; Πότε θὰ καταλάβωμε, ὅτι πρέπει νὰ ἐφαρμόζωμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ; Ἀντὶ νὰ κάθεσαι τώρα καὶ νὰ καταφέρεσαι κατὰ τοῦ Δεσπότη μας, ἔπρεπε νὰ εἶσαι γονατιστὸς ἐμπρὸς στὴν Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ προσεύχεσαι ὑπὲρ αὐτοῦ. Τίποτα ἄλλο καλύτερο ἀπὸ αὐτὸ δὲν θὰ μποροῦσες νὰ κάνῃς». «Ἄν θέλῃς ὅποτε ἔρχεσαι ἐδῶ νὰ καταφέρεσαι κατὰ τοῦ Δεσπότη, δὲν ἐπιθυμῶ νὰ σὲ ξαναδῶ», τοῦ εἶπε αὐστηρὰ ὁ Ἅγιος,«διότι εὑρίσκεσαι πολὺ πίσω ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωή. Μίλησε στὸν Χριστὸ γιὰ τὸν Δεσπότη καὶ τότε ἄλλος κόσμος, Πάτερ μου, θὰ βασιλεύσῃ στὴν καρδιά σου, ποὺ ἀκόμα φαίνεται δὲν τὸν γνωρίζεις...». «Δύο πράγματα μᾶς χρειάζονται - ἀπόσωσε ὁ Ἅγιος - παντοῦ καὶ πάντοτε: Προσευχὴ καὶ Ἀγάπη».
Ὁ Ἱερεὺς ἐκεῖνος ἔμεινε ἐκστατικὸς ἐμπρὸς στὸ μεγαλεῖο τῆς πνευματικῆς ἀκτινοβολίας τῶν λόγων τοῦ Ἁγίου. Μετὰ ὁ Ἅγιος τὸν συμβούλευσε νὰ πάῃ στὸν Δεσπότη καὶ νὰ πάρῃ συγχώρεσι. Ἐκεῖνος ἔτσι ἔπραξε, δὲν μπόρεσε νὰ ἀντισταθῇ στὸ ἐπιτίμιο καὶ στὴν ἐντολὴ τοῦ Ὁσίου, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶχε πῆ «ὅσα ἐποίησε» ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν, τὰ ὁποῖα καὶ ὁ ἴδιος ὁ Ἱερεὺς εἶχε λησμονήσει.
Μὲ τὸ προορατικό Του χάρισμα ὁ Ἅγιος εἰσχωροῦσε στὰ σκότη τοῦ παρελθόντος καὶ διέλυε τὴν ὁμίχλη τοῦ μέλλοντος. Τὸ χάρισμα αὐτὸ πάλι τῆς προοράσεως τὸ χρησιμοποιοῦσε ὁ Ἅγιος, γιὰ νὰ βοηθήσῃ ὅσους ἀπέκρυπταν τὰ ἁμαρτήματά τους, νὰ μετανοήσουν. Γι’ αὐτὸ καὶ σ’ αὐτὸν τὸν Ἱερέα, ὁ Ἅγιος ἐξηκρίβωσε τὸ ἁμάρτημα τῆς μνησικακίας εἰς τὸν Ἐπίσκοπόν του, τὴν ὁποίαν μνησικακία ὁ Ἅγιος Θαλάσσιος ὀνομάζει λέπραν τῆς ψυχῆς. Πολλὲς φορὲς δὲν πρόκειται μόνο περὶ ἀνυπακοῆς εἰς τὸν Ἐπίσκοπον, ἀλλὰ καὶ περὶ μνησικακίας. Ὁ Ὅσιος ὅμως ἐθεράπευσε τῆς ψυχικῆς αὐτῆς λέπρας τὸν Ἱερέα. Ἐὰν μνησικακοῦμεν, ἀσφαλῶς δὲν εἴμεθα μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ! Χριστιανὸς μὲ μῖσος ἠρνήθη τὸν Χριστόν. Ἐὰν δὲ οἱ Ἱερεῖς μνησικακοῦν καὶ διὰ τοῦτο δὲν ὑπακούουν εἰς τὸν Ἐπίσκοπον, «οὐαὶ καὶ ἀλλοίμονον»! Ἱερεὺς μὲ μῖσος ἠρνήθη τὸν Χριστὸν καὶ τὴν Ἱερωσύνην. «’Εὰν τὸ φῶς σκότος γένηται, τὸ σκότος πόσον;»!...Τί μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ τοῦ Ἱερέως ἐκείνου καὶ τοῦ Ἁγίου Παρθενίου! Εἴθε νὰ ἀναδείξῃ ὁ Θεὸς καὶ σήμερον μιμητὰς τοῦ Ἁγίου!

(Βλέπε: ‘‘ Ὅσιος Παρθένιος ὁ Χίος (1815-1883)’’, ἔκδοσις Ὀρθόδοξη Κυψέλη, Θεσ/κη, 1967, σελ. 45)

Πηγή: Ἀρχιμανδρίτου Ἰωακεὶμ Ἱεροσολυμίτου τοῦ Χίου, Ὁ Ὅσιος Παρθένιος ὁ Χῖος, 1815 - 1883, Βίος-Θαύματα-Ἀκολουθία, β΄ ἔκδοσις, Ἱερουσαλὴμ 1995, σελ. 92-93, 33-34, 47-48, 51-52, 55-58.

http://www.imchiou.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=207:2011-07-11-13-22-33&catid=50:2011-06-08-07-52-57
http://talantoblog.blogspot.gr/2012/01/blog-post_4433.html
http://aretimaurogianni8.blogspot.gr/2014/01/blog-post_6982.html
http://churchsynaxarion.blogspot.gr/2013/12/1883.html







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

WebCounter.com
Design by Free WordPress Themes | Bloggerized by Lasantha - Premium Blogger Themes | Top WordPress Themes